ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥ ΤΕΚΝΟΥ: ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΝΝΟΜΕΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Εκτός από τη, συνηθέστερη στην πράξη, υιοθεσία ανηλίκου τέκνου, για την οποία μπορείτε να ενημερωθείτε εκτενέστερα σε προηγούμενη δημοσίευσή μας, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, από το νομοθέτη του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα και με τη ρητή διατύπωση του άρθρου 1542 αυτού, η υιοθεσία ενηλίκου, υπό αυστηρές όμως προϋποθέσεις.
Πιο συγκεκριμένα, ο θεσμός της υιοθεσίας τέκνου, που έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του, άγαμου ή έγγαμου, ρυθμίζεται στα άρθρα 1579-1588 του Αστικού Κώδικα, ενώ, αν δεν προβλέπουν ειδικότερα ή αντίθετα τα άρθρα αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά οι, ισχύουσες για την υιοθεσία ανηλίκου, διατάξεις (1580 ΑΚ). Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι στην υιοθεσία ενηλίκου δεν απαιτείται η συναίνεση των φυσικών γονέων του, ούτε διεξάγεται ενδελεχής κοινωνική έρευνα, κατ’ άρθρο 1557 ΑΚ. Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται για τον απλούστατο λόγο ότι ο ενήλικας, ως πρόσωπο πλήρως δικαιοπρακτικά ικανό, είναι πνευματικά και ψυχικά ώριμος να διακρίνει αν η συγκεκριμένη υιοθεσία ικανοποιεί ή όχι τα συμφέροντά του. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο θεμελιώδης σκοπός της υιοθεσίας ενηλίκου ταυτίζεται με αυτόν της υιοθεσίας ανηλίκου, που δεν είναι άλλος από το συμφέρον και την εξυπηρέτηση των αναγκών του ενήλικου υιοθετούμενου, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 1542 εδ. β΄ και 1580 ΑΚ.
Α. Ποιες ουσιαστικές προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν για τη συντέλεση της υιοθεσίας;
Ι) Δικαιοπρακτική ικανότητα θετού γονέα, κατά αναλογική εφαρμογή άρθρου 1543 ΑΚ: Αυτός που υιοθετεί πρέπει να έχει πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα, δηλαδή να διαθέτει τόσο την ωριμότητα όσο και την καλή σωματική και ψυχοδιανοητική κατάσταση, χαρακτηριστικά που αποτελούν συνάρτηση όχι μόνο της ηλικίας αλλά και της υγείας του προσώπου.
Συνεπώς, όσοι βρίσκονται σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση, δηλαδή, έχουν κηρυχθεί, από το δικαστήριο, ανίκανοι για οποιοδήποτε δικαιοπραξία, όσοι τελούν υπό μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση και στερούνται, με δικαστική απόφαση, ικανότητας για υιοθεσία, καθώς και εκείνοι, που κατά τον χρόνο τέλεσης της υιοθεσίας, δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους, δεν επιτρέπεται εκ του νόμου να υιοθετήσουν. Αντίθετα, οι υπό επικουρική δικαστική συμπαράσταση μπορούν να υιοθετήσουν, αρκεί να συναινεί ο δικαστικός συμπαραστάτης τους. Πρέπει, ακόμη, να επισημανθεί ότι είναι δυνατή η υιοθεσία συγγενικού προσώπου (λ.χ. αδερφού από αδερφό, ανιψιού από θείο).
ΙΙ) Συγγένεια μεταξύ του θετού γονέα και του υιοθετούμενου: βάσει της γραμματικής ερμηνείας του άρθρου 1579 ΑΚ, η υιοθεσία ενηλίκου είναι επιτρεπτή μόνο όταν το θετό ενήλικο τέκνο συνδέεται με συγγενικό δεσμό με το θετό γονέα ως και τετάρτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η υιοθεσία ανιψιού από το θείο του. Επιπλέον, το δικαστήριο έχει δεχθεί ότι είναι σύμφωνη με το νόμο άρα δεν απαγορεύεται η υιοθεσία τέκνου του ενός συζύγου από τον άλλο, καθώς το τέκνο συνδέεται με συγγένεια εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού. Επίσης, είναι δυνατή και η υιοθεσία ενηλίκου όταν προηγουμένως ο ενήλικος ή η ενήλικη έχει υιοθετηθεί από τον σύζυγο του υιοθετούντος. Αντίθετα, έχει κριθεί από το δικαστή ότι υιοθεσία που λαμβάνει χώρα μετά το θάνατο του φυσικού γονέα του ενηλίκου δεν αναγνωρίζεται από το νόμο.
ΙΙΙ) Ηλικία του θετού γονέα: Ο νομοθέτης, στο άρθρο 1582 ΑΚ, απαιτεί ο θετός γονέας να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον το 40ο έτος της ηλικίας του και να είναι μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά 18 χρόνια. Ωστόσο, ανώτατο όριο ηλικίας για τον ενήλικο υιοθετούμενο δεν προβλέπεται, αφού έχει ήδη συμπληρώσει το 18ο έτος. Πρέπει, όμως, να διευκρινισθεί ότι οι περιορισμοί αυτοί ηλικίας μπορούν να μη ληφθούν υπόψη από το δικαστή, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος, όπως λ.χ. αυτό προτάσσει η άμεση και ταχύτερη δυνατή ικανοποίηση του συμφέροντος του υιοθετούμενου.
ΙV) Συναίνεση συζύγου σε περίπτωση υιοθεσίας έγγαμου ενηλίκου, όπως επιτάσσει το άρθρο 1583 ΑΚ: Η συναίνεση δίδεται με αυτοπρόσωπη δήλωση του/της συζύγου του ενήλικου υιοθετούμενου ενώπιον του δικαστηρίου. Ο δικαστής, φυσικά, έχει τη δυνατότητα να επιτρέψει την υιοθεσία και χωρίς τη συναίνεση, υπό τον όρο ότι η παροχή της καθίσταται ανέφικτη, λόγω π.χ. σοβαρής σωματικής, ψυχικής ή πνευματικής ασθένειας ή εξαιτίας δικαιοπρακτικής ανικανότητας ή εάν εκκρεμεί συζήτηση της αίτησης των συζύγων για λύση του γάμου τους ενώπιον του δικαστηρίου ή εκκρεμεί η συζήτηση αγωγής διαζυγίου. Σε αυτούς τους λόγους αδυναμίας παροχής συναίνεσης, νομικούς ή πραγματικούς, δεν εντάσσεται η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των συζύγων (αναλογική εφαρμογή του άρθρου 1546 ΑΚ).
V) Αυτοπρόσωπη συναίνεση του θετού γονέα.
VI) Αυτοπρόσωπη συναίνεση του ενήλικου υιοθετούμενου.
Β. Ποια η διαδικασία της ολοκλήρωσης της υιοθεσίας;
Η υιοθεσία ενηλίκου, όπως και η υιοθεσία ανηλίκου, απαγγέλλεται από το δικαστήριο, μετά από κοινή αίτηση που καταθέτουν στη γραμματεία του αρμόδιου καθ’ ύλην και κατά τόπο δικαστηρίου, ο υιοθετών και ο υιοθετούμενος (1581 ΑΚ). Αρμόδιο είναι το Μονομελές Δικαστήριο, στην περιφέρεια του οποίου έχει τη μόνιμη διαμονή του οποιοσδήποτε από τους αιτούντες, το οποίο δικάζει κατά την εκουσία δικαιοδοσία (άρθρο 800 ΚΠολΔ).
Εάν ο υιοθετούμενος δεν είναι σε θέση να συμπράξει στην υποβολή της αίτησης, τότε την αίτηση υποβάλλει, μαζί με τον υιοθετούντα, ο νόμιμος αντιπρόσωπός του. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλογικά ως προς τη διαδικασία όσες από τις διατάξεις για την υιοθεσία ανηλίκων είναι κατάλληλες και για την υιοθεσία ενηλίκων, στις οποίες δεν ανήκουν οι διατάξεις για την κοινωνική έρευνα και τη μυστικότητα της υιοθεσίας. Ο δικαστής εξετάζει εάν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι έχουν συναίσθηση της απόφασής τους, χωρίς, κατά κανόνα, να λαμβάνει υπόψη και τους λόγους που οδήγησαν τα μέρη στην επιλογή της υιοθεσίας. Από την άλλη, είναι πολύ πιθανό να μην κάνει δεκτή την αίτηση υιοθεσίας, εάν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω υιοθεσία παραγκωνίζει, αντί να προωθεί τα συμφέροντα του υιοθετούμενου.
Γ. Αποτελέσματα υιοθεσίας
1) Με την τελεσίδικη δικαστική απόφαση κήρυξης της υιοθεσίας ενηλίκου, δημιουργείται τεχνητής μορφής συγγένεια μεταξύ του θετού γονέα και του θετού ενήλικου τέκνου, αλλά και των κατιόντων αυτού που γεννήθηκαν μετά την τέλεση της υιοθεσίας. Αναγνωρίζονται από το νόμο ως κοινά τέκνα των συζύγων τόσο το θετό ενήλικο τέκνο όσο και οι κατιόντες του. Η ιδιόμορφη αυτή «συγγενική» σχέση δεν διαμορφώνεται για τους κατιόντες του υιοθετούμενου που είχαν ήδη γεννηθεί πριν την απόφαση περί υιοθεσίας. Το τέκνο του συζύγου που υιοθετεί ο άλλος σύζυγος καθίσταται πλέον κοινό τέκνο. Σημειωτέον ότι κανένας δεσμός συγγένειας δεν συνδέει τον υιοθετούμενο με τους συγγενείς του θετού γονέα του (1584-1585 ΑΚ) .
2) Σε αντίθεση με την υιοθεσία ανηλίκου, στην υιοθεσία ενηλίκου δεν διακόπτεται οριστικά, αλλά διατηρείται αμετάβλητος ο συγγενικός και πνευματικός δεσμός του θετού τέκνου με τον βιολογικό πατέρα και τους συγγενείς του. Κατά συνέπεια, το θετό ενήλικο τέκνο αποκτά κληρονομικό δικαίωμα και κληρονομείται τόσο από τους θετούς γονείς, όσο και από τους φυσικούς γονείς και συγγενείς του (1584 ΑΚ).
3) Το θετό τέκνο παίρνει αυτοδίκαια το επώνυμο του θετού γονέα, στο οποίο δικαιούται να προσθέσει και το, πριν την τέλεση της υιοθεσίας, επώνυμό του. Γίνεται αντιληπτό ότι οι κατιόντες του θετού τέκνου που γεννιούνται μεταγενέστερα θα φέρουν το επώνυμο του υιοθετούντος (άρθρο 1586 ΑΚ). Με την καταχώριση της τελεσίδικης απόφασης υιοθεσίας του ενηλίκου στο περιθώριο της υφιστάμενης ληξιαρχικής πράξης γέννησης ως «μεταβολή», καταχωρίζεται ταυτόχρονα και το νέο επώνυμό του, που είναι το επώνυμο του υιοθετούντος. Ακόμη, είναι δυνατή και η προσθήκη του αρχικού επωνύμου του θετού τέκνου που αναγράφεται στο ίδιο περιθώριο. Στη συνέχεια, τα νέα στοιχεία του θετού τέκνου θα εγγραφούν στο δημοτολόγιο.
4) Θεμελιώνεται δικαίωμα διατροφής του θετού τέκνου καθώς και των, γεννημένων μετά την υιοθεσία, κατιόντων του απέναντι στους θετούς γονείς του (άρθρο 1587 ΑΚ). Για την ακρίβεια, ο νόμος επισημαίνει ότι η υποχρέωση παροχής διατροφής του υιοθετούμενου βαρύνει πρωτίστως το θετό γονέα και όχι τους εξ αίματος συγγενείς του τέκνου. Μόνο σε περίπτωση αδυναμίας του αρχικού υπόχρεου διατροφής- υιοθετούντος, αναλαμβάνουν οι φυσικοί γονείς να καλύψουν τις κύριες βιοτικές ανάγκες του ενηλίκου. Το δικαίωμα διατροφής είναι αγώγιμο, δηλαδή η ικανοποίησή του μπορεί να επιδιωχθεί μέσω δικαστικού αγώνα κατά του υπόχρεου διατροφής.
* Το παρόν άρθρο αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του δικηγορικού μας γραφείου και έχει γραφεί με την επιστημονική συνδρομή των δικηγόρων, Ειρήνης Καψάλη και Αικατερίνης Γιοβάνη.
Δείτε σχετικά https://ekapsali.gr/yiothesia-ola-oso-prepei-na-kserete/