ΤΡΟΧΑΙΟ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΚΟΓΟΝΙΑΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΝΑ ΠΡΟΗΓΗΘΕΙ ΟΧΛΗΣΗ – Με το ως άνω περιεχόμενο, η αγωγή παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση στο αρμόδιο αυτό Δικαστήριο …. και είναι νόμιμη, …, πλην του αιτήματος καταβολής τόκων από 17-09-2016, ήτοι από την επομένη του επισυμβάντος τροχαίου ατυχήματος, που πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, διότι η ενάγουσα δεν επικαλείται όχληση των εναγομένων από το χρόνο αυτό.
Αναφορικά με το ουσία αβάσιμο της αγωγής, ο ισχυρισμός αυτός δε συνιστά ένσταση αλλά άρνηση της αγωγής.
ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΝΣΤΑΣΗΣ ΑΟΡΙΣΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ – Περαιτέρω, όσον αφορά την ένσταση αοριστίας της αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 και 216 παρ.1 του ΚΠολΔ, ο ενάγων πρέπει να εκθέτει στο δικόγραφο της αγωγής με σαφήνεια τα θεμελιούντα αυτήν περιστατικά, να έχει δε και ορισμένο αίτημα, ώστε να παρέχεται η ευκαιρία εις μεν τον εναγόμενο να αμυνθεί, εις δε το Δικαστήριο να τάξει τις προσήκουσες αποδείξεις. Καθιερώνεται έτσι ως ουσιώδες και απαραίτητο στοιχείο της αγωγής η ιστορική βάση, ήτοι η ευκρινής έκθεση όλων των πραγματικών γεγονότων, όσα κατά νόμο είναι αναγκαία του αξιουμένου δικαιώματος. Αγωγή μη περιέχουσα τα ως άνω στοιχεία ή μερικά εξ αυτών ή περιέχουσα ανεπαρκή πραγματικά στοιχεία, μη καλύπτοντα όλες τις κατά νόμο απαιτούμενες προϋποθέσεις γέννησης του επιδίκου δικαιώματος, είναι αόριστος και απορρίπτεται ως απαράδεκτη, καθόσον η αοριστία δημιουργεί ακυρότητα του δικογράφου της αγωγής.
ΤΡΟΧΑΙΟ. ΕΙΣΟΔΟΣ ΙΧ ΑΠΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΟΔΟ ΣΕ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ ΟΔΟ ΔΙΠΛΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕ ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟ ΙΧ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΔΟΥ. ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΥΠΑΙΤΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΗΔΗ ΚΙΝΟΥΜΕΝΟΥ ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΟΔΟΥ ΟΔΗΓΟΥ ΚΑΘΩΣ ΕΝΩ ΕΙΧΕ ΧΡΟΝΟ ΝΑ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙ ΤΟ ΟΧΗΜΑ ΤΟΥ ΕΝ ΟΨΕΙ ΕΜΠΟΔΙΟΥ ΔΕΝ ΕΠΡΑΞΕ ΤΟΥΤΟ. ΕΛΛΕΙΨΕΙ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΠΙΝΑΚΙΔΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΕΚ ΔΕΞΙΩΝ ΕΙΣΕΡΧΟΜΕΝΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΟΔΟ – Ο εισερχόμενος από την ανώνυμη οδό, όπως η πρώτη των εναγομένων, προς το δρόμο διπλής κατεύθυνσης, έχει μεν προς τα αριστερά του, δηλαδή προς την πλευρά απ’ όπου έρχονται τα επί του δρόμου διπλής κατευθύνσεως κινούμενα οχήματα, όπου έβαινε το όχημα της ενάγουσας, μεγάλη ορατότητα, περίπου 500 μέτρων, την οποία, όμως, περιορίζει η ύπαρξη ενός μεγάλου δέντρου, που βρίσκεται στο αριστερό άκρο της ανώνυμης οδού και ακριβώς στο σημείο, όπου συναντώνται οι δύο δρόμοι.
Ο προστηθείς στην οδήγηση του οχήματος ιδιοκτησίας της ενάγουσας παραβίασε τις διατάξεις του ΚΟΚ και δη των άρθρων 12 και 17 αυτού, καθώς, εάν οδηγούσε εντός των επιτρεπομένων ορίων, ήτοι με ταχύτητα 20 χιλ. την ώρα, ως διατείνεται η ενάγουσα, θα είχε προλάβει να ακινητοποιήσει έγκαιρα το όχημα. Ως εκ τούτου, ο οδηγός του με αριθμό κυκλοφορίας … ΙΧΕ αυτοκινήτου παρέβη τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1,19 παρ. 1, 2, 3, και 26 παρ. 5 του ΚΟΚ. Σε κάθε περίπτωση, δοθέντος ότι στο σημείο που έλαβε χώρα το συμβάν δεν υπάρχει σήμανση «STOP» αλλά ούτε σήμανση που να απαγορεύει τη στροφή προς τα αριστερά, προτεραιότητα έχει το όχημα που κινείται από τα δεξιά του άλλου οχήματος (άρ. 26 παρ.5 ΚΟΚ). Οφειλε, λοιπόν, ο οδηγός του οχήματος ιδιοκτησίας της ενάγουσας να ελαττώσει αποτελεσματικά την ταχύτητα του οχήματος που οδηγούσε και να παραχωρήσει προτεραιότητα στα οχήματα που εξέρχονταν εκ δεξιών του από την ανώνυμη οδό.
«ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΤΑΛΑΝΤΗΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Δήμητρα Παπάζογλου και από τη Γραμματέα Νίκη Σταθουλοπούλου-Παϊσίου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 20-09-2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Σ.Ρ. …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου ….
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: Β.Σ. ….. και Της εδρεύουσας στο Χαλάνδρι Αττικής και επί της Λεωφόρου Μεσογείων αρ. 299 και Αιτωλίας Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας Γενικών Ασφαλίσεων (Α.Ε.Γ.Α.) με την επωνυμία «PRIME INSURANCE COMPANY L.T.D», νομίμως εκπροσωπουμένης, οι οποίες παραστάθηκαν η μεν πρώτη μετά η δε δεύτερη δια της πληρεξούσιας τους δικηγόρου ….
Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 14/11/2016 και με αριθμό κατάθεσης 3/2017 αγωγή της κατά των εναγομένων, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, οπότε και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η ενάγουσα εκθέτει ότι από υπαιτιότητα της πρώτης των εναγομένων, που οδηγούσε το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας Υ.. ….Ι.Χ.Ε. όχημα, ιδιοκτησίας της, η οποία κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν ασφαλισμένη για τις προς τρίτους ζημίες στη δεύτερη των εναγομένων ασφαλιστική εταιρία, έλαβε χώρα η επίδικη σύγκρουση, κατά τόπο, χρόνο και με τις συνθήκες που αναφέρονται στην αγωγή, με αποτέλεσμα να υποστεί ζημίες το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ….. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της ενάγουσας, το οποίο οδηγούσε ο σύζυγος της, Σ.Ρ. Αιτείται δε, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρο έκαστος το συνολικό ποσόν των 1.627,60 ευρώ για την αποκατάσταση των ζημιών που υπέστη εκ του επιδίκου ατυχήματος, για μείωση της εμπορικής αξίας του οχήματος της και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εντόκως από την επομένη του τροχαίου ατυχήματος, άλλως από την επομένη της επιδόσεως της παρούσας αγωγής και μέχρις πλήρους και ολοσχερούς εξοφλήσεως και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική της δαπάνη.
Με το ως άνω περιεχόμενο, η αγωγή παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση στο αρμόδιο αυτό Δικαστήριο (άρθρα 7, 9, 14 παρ. 1α, 22, 35 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 παρ. 6 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330, 340, 345, 346, 481, 482, 914, 922, 932 ΑΚ, 907, 908 § 1, 176, 191 του ΚΠολΔ, 2, 4, 9, 10 του Ν. ΓπΝ/1911, ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την έναρξη ισχύος του ΑΚ με τα άρ. 47 και 114 ΕισΝΑΚ, πλην του αιτήματος καταβολής τόκων από 17-09-2016, ήτοι από την επομένη του επισυμβάντος τροχαίου ατυχήματος, που πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, διότι η ενάγουσα δεν επικαλείται όχληση των εναγομένων από το χρόνο αυτό.
Πρέπει, επομένως, μετά την καταβολή του απαιτούμενου δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες επιβαρύνσεις, να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της (βλ. τις με ημ/νία 19-09-2017 εξοφλητικές αποδείξεις ηλεκτρονικού παραβόλου της Τράπεζας Πειραιώς)
Οι εναγόμενοι με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους που καταχωρήθηκε στα πρακτικά συνεδριάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, και αναλύεται στις προτάσεις τους, αρνήθηκαν αιτιολογημένα την αγωγή και τα επιμέρους κονδύλια αυτής και προέβαλαν τις εξής ενστάσεις: Ο πρώτος των εναγομένων ένσταση μη νομίμου, αβασίμου και αοριστίας της αγωγής και η δεύτερη των εναγομένων ένσταση μη νομίμου, αβασίμου και αοριστίας της αγωγής και ένσταση του άρθρου 300ΑΚ, προσέτι δήλωσε ότι η αξία του αυτοκινήτου της ενάγουσας κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν 1.900 ευρώ. Αναφορικά με την ένσταση μη νομίμου της αγωγής που προβάλλουν οι εναγόμενοι, αυτή είναι απορριπτέα ως αόριστη και ανεπίδεκτη δικαστικής εκτιμήσεως, αφού δεν αναφέρουν ούτε στις δηλώσεις τους που καταχωρήθηκαν στα πρακτικά ούτε στις προτάσεις τους σε τι συνίσταται το νόμω αβάσιμο αυτής.
Αναφορικά με το ουσία αβάσιμο της αγωγής, ο ισχυρισμός αυτός δε συνιστά ένσταση αλλά άρνηση της αγωγής.
Περαιτέρω, όσον αφορά την ένσταση αοριστίας της αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 118 και 216 παρ.1 του ΚΠολΔ, ο ενάγων πρέπει να εκθέτει στο δικόγραφο της αγωγής με σαφήνεια τα θεμελιούντα αυτήν περιστατικά, να έχει δε και ορισμένο αίτημα, ώστε να παρέχεται η ευκαιρία εις μεν τον εναγόμενο να αμυνθεί, εις δε το Δικαστήριο να τάξει τις προσήκουσες αποδείξεις. Καθιερώνεται έτσι ως ουσιώδες και απαραίτητο στοιχείο της αγωγής η ιστορική βάση, ήτοι η ευκρινής έκθεση όλων των πραγματικών γεγονότων, όσα κατά νόμο είναι αναγκαία του αξιουμένου δικαιώματος. Αγωγή μη περιέχουσα τα ως άνω στοιχεία ή μερικά εξ αυτών ή περιέχουσα ανεπαρκή πραγματικά στοιχεία, μη καλύπτοντα όλες τις κατά νόμο απαιτούμενες προϋποθέσεις γέννησης του επιδίκου δικαιώματος, είναι αόριστος και απορρίπτεται ως απαράδεκτη, καθόσον η αοριστία δημιουργεί ακυρότητα του δικογράφου της αγωγής.
Εν προκειμένω, η υπό κρίσιν αγωγή περιλαμβάνει λεπτομερώς όλα τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την υπαιτιότητα της πρώτης εναγομένης και δικαιολογούν τη γέννηση του αξιούμενου δικαιώματος, επιπλέον δε ορισμένα τυγχάνουν και τα επιμέρους κονδύλια αυτής και συνεπώς αυτή είναι πλήρως ορισμένη, απορριπτομένης ως ουσία αβάσιμης της περί αντιθέτου ενστάσεως αοριστίας των εναγομένων. Αναφορικά με την ένσταση συνυπαιτιότητας του οδηγού του οχήματος, ιδιοκτησίας της ενάγουσας, παραδεκτώς προβάλλεται και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στο άρθρο 300ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της ενάγουσας και την ανωμοτί κατάθεση της πρώτης των εναγομένων, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά στοιχεία, είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, προσέτι από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (336 παρ.4 ΚΠολΔ Γέσιου- Φαλτσή Δίκαιο Αποδείξεως 1985 σελ. 39 επ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Την 16/9/2016 και περί ώρα 8:05 π.μ. το υπ’ αριθμ.* κυκλοφορίας … όχημα, ιδιοκτησίας της ενάγουσας, στου οποίου την οδήγηση κατά το χρόνο του ατυχήματος είχε προστήσει το σύζυγο της, Σ.Ρ, έβαινε επί του δρόμου διπλής κατευθύνσεως, με μία λωρίδα ανά κατεύθυνση, με κατεύθυνση από την περιοχή «…..» της Δημοτικής Κοινότητας Μαλεσίνας προς την Τοπική Κοινότητα Τραγάνας. Στην περιοχή «….» και στο ύψος που αυτή συναντά προς τα δεξιά, ως προς την κατεύθυνση του οχήματος ιδιοκτησίας της ενάγουσας, ανώνυμη οδό, η πρώτη των εναγομένων εξήλθε απ’ αυτήν με το υπ’ αρ. κυκλοφορίας … αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της, το οποίο ήταν κατά το χρόνο του ατυχήματος ασφαλισμένο στη δεύτερη των εναγομένων ασφαλιστική εταιρία για τις προς τρίτους ζημιές, προκειμένου να επιχειρήσει στροφή προς τα αριστερά, χωρίς να υπάρχει στο σημείο αυτό απαγορευτική σήμανση «ΣΤΟΠ» ή οποιαδήποτε άλλη απαγορευτική σήμανση.
Ο εισερχόμενος από την ανώνυμη οδό, όπως η πρώτη των εναγομένων, προς το δρόμο διπλής κατεύθυνσης, έχει μεν προς τα αριστερά του, δηλαδή προς την πλευρά απ’ όπου έρχονται τα επί του δρόμου διπλής κατευθύνσεως κινούμενα οχήματα, όπου έβαινε το όχημα της ενάγουσας, μεγάλη ορατότητα, περίπου 500 μέτρων, την οποία, όμως, περιορίζει η ύπαρξη ενός μεγάλου δέντρου, που βρίσκεται στο αριστερό άκρο της ανώνυμης οδού και ακριβώς στο σημείο, όπου συναντώνται οι δύο δρόμοι. Την παραπάνω χρονική στιγμή, επικρατούσε καλοκαίρια στην περιοχή και το ασφάλτινο οδόστρωμα ήταν ξηρό, ενώ υπήρχε φως ημέρας. Η πρώτη των εναγομένων επιχείρησε αριστερή στροφή, καθώς εξήρχετο από την ανώνυμη οδό και ενώ διέσχισε με το αυτοκίνητο της κάθετα την πρώτη λωρίδα του δρόμου διπλής κατεύθυνσης και βρισκόταν στο νοητό άξονα του οδοστρώματος (βλ. αεροφωτογραφία, σχετ. 9 της ενάγουσας), προκειμένου, αφού βεβαιωθεί ότι το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας είναι ελεύθερο από οχήματα, να πραγματοποιήσει στροφή προς τα αριστερά, το όχημα, ιδιοκτησίας της ενάγουσας, προσέκρουσε στην αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου της πρώτης των εναγομένων, στο μπροστινό μέρος και στο μπροστινό αριστερό φτερό, με το εμπρόσθιο μέρος του, το οποίο (όχημα της ενάγουσας) εκινούνταν με κατεύθυνση από αριστερά προς τα δεξιά ως προς την κατεύθυνση του οχήματος της πρώτης εναγομένης, με αποτέλεσμα να υποστούν αμφότερα τα οχήματα υλικές ζημιές.
Αποκλειστικά υπεύθυνος του ενδίκου ατυχήματος και των αποτελεσμάτων του, τυγχάνει ο προστηθείς στην οδήγηση του οχήματος ιδιοκτησίας της ενάγουσας, ο οποίος από επιπολαιότητά του, δηλαδή από έλλειψη προσοχής που όφειλε να καταβάλει ως μέσος συνετός οδηγός, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είχε διαρκώς τεταμένη την προσοχή του επί του οχήματος του, ώστε να ασκεί σε κάθε στιγμή τους απαιτούμενους χειρισμούς επ’ αυτού, με αποτέλεσμα, παρότι αντιλήφθηκε την είσοδο του άλλου αυτοκινήτου στη λωρίδα κατεύθυνσης του και το οποίο είχε ήδη φτάσει στη μέση του νοητού άξονα του οδοστρώματος, να μην προλάβει να διακόψει την πορεία του οχήματος, που οδηγούσε, προκειμένου να επιτρέψει στο άλλο αυτοκίνητο, που οδηγούσε με κανονική ταχύτητα η πρώτη των εναγομένων, να ολοκληρώσει τη διέλευσή του και να παρεμβληθεί στο ρεύμα πορείας της τελευταίας, η οποία, λόγω του εντελώς αιφνίδιου, δεν μπόρεσε να αποφύγει την σύγκρουση.
Ο προστηθείς στην οδήγηση του οχήματος ιδιοκτησίας της ενάγουσας παραβίασε τις διατάξεις του ΚΟΚ και δη των άρθρων 12 και 17 αυτού, καθώς, εάν οδηγούσε εντός των επιτρεπομένων ορίων, ήτοι με ταχύτητα 20 χιλ. την ώρα, ως διατείνεται η ενάγουσα, θα είχε προλάβει να ακινητοποιήσει έγκαιρα το όχημα. Ως εκ τούτου, ο οδηγός του με αριθμό κυκλοφορίας ΜΙΚ 1276 ΙΧΕ αυτοκινήτου παρέβη τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1,19 παρ. 1, 2, 3, και 26 παρ. 5 του ΚΟΚ. Σε κάθε περίπτωση, δοθέντος ότι στο σημείο που έλαβε χώρα το συμβάν δεν υπάρχει σήμανση «STOP» αλλά ούτε σήμανση που να απαγορεύει τη στροφή προς τα αριστερά, προτεραιότητα έχει το όχημα που κινείται από τα δεξιά του άλλου οχήματος (άρ. 26 παρ.5 ΚΟΚ). Οφειλε, λοιπόν, ο οδηγός του οχήματος ιδιοκτησίας της ενάγουσας να ελαττώσει αποτελεσματικά την ταχύτητα του οχήματος που οδηγούσε και να παραχωρήσει προτεραιότητα στα οχήματα που εξέρχονταν εκ δεξιών του από την ανώνυμη οδό.
Συνεπεία των ανωτέρω, καθίσταται προφανές ότι πρέπει ν’ απορριφθεί κατ’ ουσίαν η κρινόμενη αγωγή, και δη, τόσο κατά τη βάση της που στηρίζεται στο ν.ΓπΝ/1911, όσο και κατά τη βάση της που στηρίζεται στις, περί αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, αφού κρίθηκε ότι ουδεμία υπαιτιότητα βαρύνει την πρώτη των εναγομένων, για την πρόκληση του ατυχήματος, κατά παραδοχή της σχετικής ενστάσεως των εναγομένων περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντος. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ενάγουσας (176 ΚΠολΔ), όπως καθορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων. Απορρίπτει την αγωγή και
Επιβάλλει σε βάρος της ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στην Αταλάντη, σ’ έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 23-4-2018 απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους».
Πηγή: Τετράβιβλος – Νομοπαίδεια