ΜπρΑθ 7826/2018 – Τα sms ως αποδεικτικά μέσα

[…5. Οι διατάξεις των άρθρων 19 §§ 1 και 3 του Συντάγματος ορίζουν τα εξής: «1. Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων. … 3. Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α».

6. Ο όρος «επικοινωνία» είναι ιδιαίτερα ευρύς και εμπεριέχει τον όρο «ανταπόκριση» (έμμεση επικοινωνία), στον οποίο επίσης εμπεριέχεται ο όρος «επιστολές». Η κλιμακωτή παράθεση των ως άνω όρων στην γραμματική διατύπωση του 19 § 1 εδ. α΄ Συντάγματος απηχεί την ιστορική εξέλιξη της διατάξεως [πρώτη γενιά – δεύτερη γενιά – τρίτη γενιά· βλ. Σπυρόπουλος/Κοντιάδης/Ανθόπουλος/Γεραπετρίτης (-Παπαδόπουλος), ΕρμΣυντ (2017) άρθ. 19 αρ. 21].

7. Ο γραμματικός όρος «απόρρητο» δηλώνει την αφηρημένη έννοια «μυστικότητα». Η έννοια «απόρρητο» συντίθεται από: α) το υποκειμενικό-προσωπικό στοιχείο (βούληση επικοινωνούντος) και β) το αντικειμενικό κοινωνικό στοιχείο. Συνεπώς, «απόρρητο» υφίσταται, εφόσον: α) αυτός που επικοινωνεί εκδηλώνει μία βέβαιη υποκειμενική προσδοκία ότι το περιεχόμενο και τα στοιχεία της επικοινωνίας δεν θα περιέλθουν σε γνώση τρίτου, και β) αυτή η προσδοκία είναι τέτοια, ώστε η κοινωνία είναι πρόθυμη να την θεωρήσει εύλογη (βλ. Παπαδόπουλο, ό.π., αρ. 22). Δηλαδή, η υποκειμενική προσδοκία του επικοινωνούντος αφορά στην μη περιέλευση του «μηνύματος» και των εξωτερικών στοιχείων της επικοινωνίας σε «τρίτους», καθώς δεν νοείται παραβίαση του απορρήτου αυτής από επικοινωνούντα (βλ. Παπαδόπουλο, ό.π., αρ. 31, Σ. Τσακυράκη, Το απόρρητο της επικοινωνίας – Απόλυτα απαραβίαστο ή ευχή της έννομης τάξης ΝοΒ 1993.995, ιδίως σελ. 998, Κ. Τομαρά, Είναι πράγματι παράνομα αποδεικτικά μέσα τα μηνύματα κινητού τηλεφώνου (SMS) ΕφΑΔ 2018.738, ιδίως σελ. 743-744).

8. Το αποθηκευμένο στην μνήμη συσκευής κινητού τηλεφώνου «σύντομο γραπτό μήνυμα» («sms») εμπίπτει στην έννοια του ιδιωτικού «ηλεκτρονικού» εγγράφου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 444 §§ 1 περ. γ΄ και 2 ΚΠολΔ (πρβλ. ως προς το ηλεκτρονικό μήνυμα Ε. Μπαλογιάννη/Π. Ρεντούλη, στο συλλογικό έργο «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο», επιμ. Χ. Απαλαγάκη, Τόμος 1ος, 5η έκδ., άρθρο 444 αρ. 12-13, όπου και περαιτέρω παραπομπές στην νομολογία), η δε εκτύπωση του –αποθηκευμένου στον σκληρό δίσκο της συσκευής κινητού τηλεφώνου– πρωτότυπου ηλεκτρονικού εγγράφου συνιστά αντίγραφο κατά την έννοια του άρθρου 449 ΚΠολΔ (βλ. Δ. Μανιώτη, Το ηλεκτρονικό έγγραφο – Επίκαιρες πρακτικές εφαρμογές, ΕΠολΔ 2017.105, ιδίως σελ. 106). Εξάλλου, η φωτογραφία της οθόνης της συσκευής κινητού τηλεφώνου, όπου εμφανίζονται τα σύντομα γραπτά μηνύματα, έχει αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο ηλεκτρονικό έγγραφο, εφόσον τηρηθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 449 § 2 ΚΠολΔ.

9. Από τις προαναφερόμενες σκέψεις συνάγεται ότι ο παραλήπτης σύντομων γραπτών μηνυμάτων δύναται προς απόδειξη των ισχυρισμών του να προσκομίσει εκτυπώσεις ή φωτογραφίες αυτών στο πλαίσιο πολιτικής δίκης με τον αποστολέα-αντίδικό του, διότι τα συγκεκριμένα αποδεικτικά μέσα δεν εμπίπτουν στην απαγόρευση της διάταξης του άρθρου 19 § 3 του Συντάγματος (άλλο το ζήτημα εάν σε πολιτική δίκη προσκομίζεται sms από διάδικο που δεν ήταν αποδέκτης του). Αντίθετο πόρισμα διευρύνει την έννοια του «απορρήτου», ώστε να απαγορεύεται ακόμα και η προσκόμιση επιστολής, τηλεομοιοτυπίας (fax) ή ηλεκτρονικού μηνύματος (email) στο πλαίσιο πολιτικής δίκης μεταξύ αποστολέα και παραλήπτη, συνακόλουθα δε να δυσχεραίνεται ουσιωδώς το ερειδόμενο στο άρθρο 20 § 1 Συντάγματος δικαίωμα απόδειξης (βλ. Κ. Τομαρά, ό.π.).

10. Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων […] που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, καθώς επίσης και των εγγράφων, που οι διάδικοι προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως, συμπεριλαμβανομένων των αντιγράφων των σύντομων γραπτών μηνυμάτων (sms), τα οποία απέστειλε η καθής στον αιτούντα και τα οποία δεν συνιστούν παρανόμως κτηθέντα αποδεικτικά μέσα κατ’ άρθρο 19 §§ 1 και 3 του Συντάγματος (βλ. σκέψεις 5-9), πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

11. Η καθής η αίτηση από 25.4.2018 έως και την κατάθεση της αίτησης στις 23.7.2018 απέστειλε στον αιτούντα μέσω της συσκευής κινητού τηλεφώνου της πολλαπλά σύντομα γραπτά μηνύματα (sms), στα οποία επέδειξε μία έντονα επιθετική συμπεριφορά. Ειδικότερα: […]

13. Με τις προπεριγραφείσες πράξεις η καθής προσέβαλε την προσωπικότητα του αιτούντος στις ειδικότερες εκφάνσεις της τιμής και της υπόληψης, ενώ όσον αφορά τα σύντομα γραπτά μηνύματα με το ακόλουθο περιεχόμενο: […] το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η επιλογή των συγκεκριμένων λέξεων, που καταδεικνύει την ένταση της απειλητικής διάθεσης της συντάκτριας των μηνυμάτων, προκάλεσε ανησυχία στον δέκτη τους, ήτοι ταραχή και αγωνία σε σχέση με το αίσθημα ασφαλείας του (πρβλ. ΑΠ 1080/2005 ΠοινΧρ 2006.138). […]

15. Περαιτέρω, πιθανολογείται επικείμενος κίνδυνος επανάληψης παρόμοιων περιστατικών, ώστε να συντρέχει επείγουσα περίπτωση προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για δύο μεμονωμένα γεγονότα, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η καθής η αίτηση, αλλά για μία εξακολουθητική συμπεριφορά, η οποία έπαυσε μετά από τρεις και πλέον μήνες και μόνο μετά την έκδοση της από 30.7.2018 προσωρινής διαταγής, με την οποία υποχρεώθηκε προσωρινώς η καθής να παραλείπει κάθε προσβολή της προσωπικότητας του αιτούντος.

16. Υπό τα δεδομένα αυτά, πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή ως βάσιμη στην ουσία της, απορριπτομένης της ενστάσεως ως ουσιαστικά αβάσιμης, να διαταχθούν τα αρμόζοντα κατά την κρίση του Δικαστηρίου στην προκειμένη περίπτωση ασφαλιστικά μέτρα (άρθρα 682 § 1 και 692 § 1 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας οριζόμενα, και να απειληθεί η καθής με χρηματική ποινή ύψους χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500 €) υπέρ του αιτούντος, καθώς και με προσωπική κράτηση διάρκειας ενός μηνός, για κάθε παράβαση της εκδοθησόμενης απόφασης…].