Η παραγραφή του αξιόποινου και η παύση της ποινικής δίωξης σύμφωνα με τον Νόμο 4411/2016 ΦΕΚ Α’ 142/ 3-08-2016, ΔΕΝ ισχύει για τα κάτωθι εγκλήματα :

 Άρθρο 81Α. Έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά

Εάν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι έχει τελεστεί έγκλημα κατά παθόντος, η επιλογή του οποίου έγινε λόγω των χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου το πλαίσιο ποινής διαμορφώνεται ως εξής:
α) Στην περίπτωση πλημμελήματος, που τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος, το κατώτερο όριο της ποινής αυξάνεται στους έξι (6) μήνες και το ανώτερο όριο αυτής στα δύο (2) έτη. Στις λοιπές περιπτώσεις πλημμελημάτων το κατώτερο όριο ποινής αυξάνεται κατά ένα (1) έτος.
β) Στην περίπτωση κακουργήματος, που το προβλεπόμενο πλαίσιο ποινής ορίζεται σε πέντε (5) έως δέκα (10) έτη, το κατώτερο όριο ποινής αυξάνεται κατά δύο (2) έτη. Στις λοιπές περιπτώσεις κακουργημάτων το κατώτερο όριο ποινής αυξάνεται κατά τρία (3) έτη.
γ) Στην περίπτωση εγκλήματος, που τιμωρείται με χρηματική ποινή, το κατώτερο όριο αυτής διπλασιάζεται.
Σε περίπτωση μετατροπής της ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί κατά τα παραπάνω, το ποσό της μετατροπής δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το διπλάσιο του κατώτατου ορίου του προβλεπόμενου ποσού μετατροπής.
Άρθρο 142.
Όποιος από αμέλεια έγινε υπαίτιος κάποιας από τις πράξεις των άρθρων 139-141 τιμωρείται, στις περιπτώσεις των άρθρων 139 και 140, με φυλάκιση μέχρι τριών ετών και στις περιπτώσεις του άρθρου 141 με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
Άρθρο 149.
1. Οποιος: α) χωρίς δικαίωμα καταρτίζει εικόνες ή σχέδια οχυρώσεων πλοίων, δρόμων, καταστημάτων ή άλλων έργων ή στρατιωτικών τόπων ή β) για το σκοπό αυτό, μπαίνει κρυφά ή με απάτη στα μέρη αυτά, αν η προσέλευση εκεί απαγορεύεται στο κοινό, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από ειδική διάταξη.
2. Όποιος εισέρχεται στα πιο πάνω μέρη κρυφά ή με απάτη, τιμωρείται γι’ αυτό και μόνο με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών.
Άρθρο 154. Προσβολή της τιμής διπλωματικών αντιπροσώπων
Όποιος γίνεται υπαίτιος μιας από τις πράξεις του προηγούμενου άρθρου, παρ. 1, στοιχ. β΄, εναντίον πρεσβευτή διαπιστευμένου στην ελληνική πολιτεία ή άλλου διπλωματικού αντιπροσώπου ξένου κράτους τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται με αυστηρότερη ποινή από άλλη διάταξη του νόμου. Η δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση του παθόντος ή αίτηση της κυβέρνησής του.
Άρθρο 155. Προσβολή συμβόλων ξένου κράτους
Όποιος, για να εκδηλώσει μίσος ή περιφρόνηση αφαιρεί, καταστρέφει, παραμορφώνει ή ρυπαίνει την επίσημη σημαία ή έμβλημα της κυριαρχίας ξένου κράτους, που τελεί σε ειρήνη με την Ελλάδα και είναι αναγνωρισμένο από αυτήν ή διακόπτει ή ηχητικά παρεμποδίζει τη δημόσια ανάκρουση του εθνικού του ύμνου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις έξι (6) μηνών ή με χρηματική ποινή, εφόσον η αμοιβαιότητα είναι εξασφαλισμένη τόσο κατά το χρόνο εκτέλεσης της πράξης, όσο και κατά το χρόνο εκδίκασής της. Η δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από αίτηση της ξένης κυβέρνησης.
Άρθρο 157. Βία κατά πολιτικού σώματος ή της Κυβέρνησης
1. Όποιος με βία ή με απειλή βίας επιβάλλει στη Βουλή ή την Κυβέρνηση ή σε μέλος τους την εκτέλεση, παράλειψη ή ανοχή πράξης που ανάγεται στα καθήκοντά τους τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών. Η ίδια ποινή επιβάλλεται αν η πράξη στρέφεται κατά αρχηγού αναγνωρισμένου κατά τον κανονισμό της Βουλής πολιτικού κόμματος.
2. Ο υπαίτιος των παραπάνω πράξεων εναντίον νομαρχιακών, δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων ή άλλου συμβουλίου τοπικής αυτοδιοίκησης ή μέλους τους τιμωρείται με φύλακιση τουλάχιστον ενός έτους.
3. Όποιος δημόσια περιυβρίζει τη Βουλή τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον τριών μηνών. Αν η περιύβριση τελέστηκε εναντίον κάποιου από τα συμβούλια της παρ. 2 επιβάλλεται φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Η ποινική δίωξη γίνεται ύστερα από αίτηση της Βουλής ή του Συμβουλίου.
4. Το δικαστήριο μπορεί μαζί μ’ αυτές τις ποινές να επιβάλει και στέρηση των αξιωμάτων και θέσεων του άρθρου 63 αριθμ.1.
Άρθρο 158. Νόθευση εκλογής ή ψηφοφορίας
1. Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο με πρόθεση προκαλεί την παραγωγή μη γνήσιου αποτελέσματος σε εκλογή ή ψηφοφορία που διενεργείται από τη Βουλή ή κάποια επιτροπή της, ή όποιος νοθεύει το γνήσιο αποτέλεσμα της εκλογής ή της ψηφοφορίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
2. Ο υπαίτιος κάποιας από τις πράξεις αυτές σε εκλογή ή ψηφοφορία που διενεργείται από νομαρχιακό, δημοτικό, ή κοινοτικό συμβούλιο, ή άλλο συμβούλιο τοπικής αυτοδιοίκησης ή κάποια επιτροπή τους τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
3. Το δικαστήριο μπορεί μαζί με τις ποινές αυτές να επιβάλει και στέρηση των αξιωμάτων και των θέσεων του άρθρου 63, αριθμ.1.

Άρθρο 162. Εξαπάτηση εκλογέων
Όποιος με ψευδείς ειδήσεις ή συκοφαντικές διαδόσεις που ανάγονται στο πρόσωπο κάποιου υποψηφίου ή με άλλο τρόπο εξαπατά εκλογέα είτε για να μην ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα, είτε για να μεταβάλλει το εκλογικό του φρόνημα σε κάποια από τις εκλογές που αναφέρονται στο άρθρο 161 τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή.
Άρθρο 163. Παραβίαση της μυστικότητας της ψηφοφορίας
Όποιος, σε μυστική εκλογή, κατορθώνει με οποιονδήποτε τρόπο να μάθει είτε ο ίδιος είτε τρίτος την ψήφο που έδωσε ο εκλογέας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
Άρθρο 164. Νόθευση της εκλογής
1. Όποιος ψηφίζει χωρίς να έχει το δικαίωμα σε κάποια από τις εκλογές του άρθρου 161 ή ψηφίζει κατ’ επανάληψη ή δίνει πολλαπλή ψήφο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και με πρόθεση προκαλεί την παραγωγή μη γνήσιου αποτελέσματος της εκλογής, ή όποιος νοθεύει το γνήσιο αποτέλεσμά της, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Αν ο υπαίτιος εκτελούσε υπηρεσία κατά την εκλογή, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών.
2. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 161 εφαρμόζεται και σ’ αυτή την περίπτωση.
Άρθρο 165. Δωροδοκία κατά τις εκλογές
1. Όποιος σχετικά με κάποια από τις εκλογές του άρθρου 161, από την προκήρυξή της και έως το πέρας της ψηφοφορίας προτείνει, παρέχει ή υπόσχεται σε εκλογέα δώρα ή οποιαδήποτε άλλα ωφελήματα που δεν του οφείλονται ως αντάλλαγμα για να παραλείψει την άσκηση του εκλογικού του δικαιώματος ή για να το ασκήσει με ορισμένο τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 161 εφαρμόζεται και σ’ αυτήν την περίπτωση.
2. Με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και χρηματική ποινή τιμωρείται ο εκλογέας που σχετικά με κάποια από τις εκλογές του άρθρου 161 και κατά το χρόνο που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο δέχεται την παροχή ή υπόσχεση δώρων ή άλλων ωφελημάτων που δεν του οφείλονται ή απαιτεί τέτοια ως αντάλλαγμα, για να παραλείψει την άσκηση του εκλογικού του δικαιώματος ή για να το ασκήσει με ορισμένον τρόπο.

Άρθρο 166. Διατάραξη της εκλογής
Όποιος με πρόθεση παρεμποδίζει τη διεξαγωγή κάποιας εκλογής που αναφέρει το άρθρο 161 ή τη διαταράσσει προκαλώντας θόρυβο ή αταξία ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
Άρθρο 173. Απόδραση κρατουμένου
1. Αν αποδράσει φυλακισμένος ή άλλος κρατούμενος με διαταγή της αρμόδιας αρχής τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους. Η παραπάνω ποινή εκτελείται ολόκληρη μετά την έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε ή θα επιβληθεί για την πράξη για την οποία ήταν κρατούμενος αυτός που απέδρασε.
2. Οποιοσδήποτε άλλος συμμετείχε στην απόδραση τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Αν ο συμμετέχων στην απόδραση έχει την ιδιότητα του σωφρονιστικού ή αστυνομικού υπαλλήλου, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.

Άρθρο 175. Αντιποίηση
1. Όποιος με πρόθεση αντιποιείται την άσκηση κάποιας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής υπηρεσίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή.
2. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και για την αντιποίηση της άσκησης δικηγορίας, καθώς επίσης και για την αντιποίηση άσκησης υπηρεσίας λειτουργού της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού ή άλλης θρησκείας γνωστής στην Ελλάδα.
Άρθρο 177. Παραβίαση κατάσχεσης
Όποιος με πρόθεση καταστρέφει, βλάπτει ή υφαιρεί κατασχεμένο πράγμα τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
Άρθρο 178. Παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η αρχή
Όποιος με πρόθεση και αυθαίρετα θραύει ή βλάπτει σφραγίδα που έθεσε η αρχή για την κατάσχεση ή για τη φύλαξη κλεισμένων πραγμάτων ή εγγράφων ή για τη βεβαίωση της ταυτότητάς τους ή ματαιώνει με οποιονδήποτε τρόπο μια τέτοια σφράγιση τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

Άρθρο 181. Προσβολή συμβόλων του ελληνικού Κράτους
Οποιος, για να εκδηλώσει μίσος ή περιφρόνηση, αφαιρεί, καταστρέφει, παραμορφώνει ή ρυπαίνει την επίσημη σημαία του Κράτους ή έμβλημα της κυριαρχίας του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών.
Άρθρο 182. Παραβίαση περιορισμών διαμονής
1. Με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών τιμωρείται όποιος παραβιάζει τους περιορισμούς που του έχουν επιβληθεί νόμιμα στην ελευθερία της διαμονής και τις σχετικές υποχρεώσεις του.
2. Αλλοδαπός ο οποίος απελάθηκε σε εκτέλεση απόφασης δικαστηρίου, αν παραβιάσει την απαγόρευση επιστροφής του στη χώρα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών, η οποία δεν μετατρέπεται σε χρηματική ποινή σε καμία περίπτωση και για οποιονδήποτε λόγο, ούτε αναστέλλεται με οποιονδήποτε τρόπο σύμφωνα με τα άρθρα 99 έως 104. Η άσκηση ενδίκων μέσων δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
3. Με την ποινή της παρ. 1 του παρόντος άρθρου τιμωρείται όποιος, κατόπιν υποβολής του σε κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση, παραβιάζει περιορισμούς που του έχουν επιβληθεί νόμιμα στην ελευθερία της διαμονής του και τις σχετικές υποχρεώσεις του.
Άρθρο 192.
Όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει τους πολίτες σε βιαιοπραγίες μεταξύ τους ή σε αμοιβαία διχόνοια και έτσι διαταράσσει την κοινή ειρήνη, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν σύμφωνα με άλλη διάταξη δεν επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή.

Άρθρο 193. Εγκλημα σε κατάσταση υπαίτιας μέθης
1. Όποιος εκτός από τις περιπτώσεις του άρθρου 35 με πρόθεση ή από αμέλεια, περιάγει τον εαυτό του σε κατάσταση μέθης που αποκλείει κατά το άρθρο 34 την ικανότητα για καταλογισμό και σ’ αυτή την κατάσταση γίνεται υπαίτιος πράξης, η οποία αλλιώς θα του είχε καταλογιστεί σαν κακούργημα ή πλημμέλημα, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών αν η πράξη είναι πλημμέλημα, και με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη είναι κακούργημα.
2. Αν η πράξη διώκεται μόνο ύστερα από έγκληση, η ποινική δίωξη ασκείται μόνο μετά την υποβολή της.

Άρθρο 200. Διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων
1. Όποιος κακόβουλα προσπαθεί να εμποδίσει ή με πρόθεση διαταράσσει μία ανεκτή κατά το πολίτευμα θρησκευτική συνάθροιση για λατρεία ή τελετή, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος μέσα σε εκκλησία ή σε τόπο ορισμένο για θρησκευτική συνάθροιση ανεκτή κατά το πολίτευμα, ενεργεί υβριστικά ανάρμοστες πράξεις.
Άρθρο 201. Περιύβριση νεκρών
Όποιος αφαιρεί αυθαίρετα νεκρό ή μέλη του ή την τέφρα του, από εκείνους που έχουν δικαίωμα να τα φυλάξουν ή ενεργεί πράξεις υβριστικά ανάρμοστες σχετικές με αυτά ή με τάφο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

Άρθρο 215. Παράνομη έκδοση ανώνυμων ομολογιών
Όποιος θέτει παράνομα σε κυκλοφορία στην Ελλάδα ανώνυμες ομολογίες που περιέχουν υπόσχεση πληρωμής ορισμένου χρηματικού ποσού τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

Άρθρο 218. Πλαστογραφία και κατάχρηση ενσήμων
1. Όποιος: α) καταρτίζει πλαστά ή νοθεύει επίσημα ένσημα δηλωτικά αξίας, ιδίως ταχυδρομικά ή χαρτόσημα ή άλλα φορόσημα, με σκοπό να τα χρησιμοποιήσει σαν γνήσια· β) εν γνώσει τα χρησιμοποιεί σαν γνήσια· γ) τα προμηθεύεται γι’ αυτόν το σκοπό ή τα προσφέρει στην αγορά ή τα εισάγει σε κυκλοφορία τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος καταρτίζει πλαστά ή νοθεύει γνήσια προϊόντα κομίστρου των δημόσιων συγκοινωνιών (ισχύοντα εισιτήρια ή κάρτες – κουπόνια απεριορίστων διαδρομών) με σκοπό να τα προσφέρει στην αγορά ή να τα εισάγει σε κυκλοφορία εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ ή ο υπαίτιος διαπράττει πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.
2. Όποιος εν γνώσει ξαναχρησιμοποιεί επίσημα ένσημα δηλωτικά αξίας, που είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί ή τα αποκτά με σκοπό να τα ξαναχρησιμοποιήσει προσφέροντάς τα στην αγορά ή εισάγοντάς τα σε κυκλοφορία τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή.
3. Όποιος με σκοπό να εκτελέσει κάποιαν από τις παραπάνω πράξεις κατασκευάζει, προμηθεύεται ή παραδίδει σε άλλον μέσα, σκεύη ή εργαλεία χρήσιμα για το σκοπό αυτόν τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
4. Το δικαστήριο διατάσσει τη δήμευση των πλαστών ενσήμων, εκείνων που έχουν ξαναχρησιμοποιηθεί και εκείνων που προορίζονται να ξαναχρησιμοποιηθούν· μπορεί επίσης να διατάξει τη δήμευση των σκευών και εργαλείων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο και όταν δεν διώκεται ή δεν καταδικάζεται ορισμένο πρόσωπο.
Άρθρο 220. β. Υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης
1. Όποιος πετυχαίνει με εξαπάτηση να βεβαιωθεί σε δημόσιο έγγραφο αναληθώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, καθώς και όποιος χρησιμοποιεί τέτοια ψευδή βεβαίωση για να εξαπατήσει άλλον σχετικά με το περιστατικό αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δύο ετών, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα από τις διατάξεις για την ηθική αυτουργία.
2. Αν όμως υπάρχουν οι όροι του άρθρου 216 παρ. 3, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.
Άρθρο 221. Ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις.
1. Γιατροί, οδοντίατροι, κτηνίατροι, φαρμακοποιοί, χημικοί και μαίες που εν γνώσει εκδίδουν ψευδείς πιστοποιήσεις, οι οποίες προορίζονται να παρέχουν πίστη σε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή ή νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου ή σε μια ασφαλιστική επιχείρηση ή που μπορούν να ζημιώσουν έννομα και ουσιώδη συμφέροντα άλλου προσώπου τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή. Αν οι ψευδείς αυτές πιστοποιήσεις προορίζονται για δικαστική χρήση, αυτοί που τις εκδίδουν τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή, με στέρηση των αξιωμάτων και θέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 63 αριθμ.1, ως και με απαγόρευση ασκήσεως του επαγγέλματός τους για χρονικό διάστημα από ένα μήνα μέχρι έξι μήνες.
2. Με φυλάκιση μέχρι ενός έτους τιμωρείται όποιος χρησιμοποιεί τέτοια ψευδή πιστοποίηση για να εξαπατήσει δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή, ή νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου ή ασφαλιστική επιχείρηση. Αν έγινε δικαστική χρήση της ανωτέρω ψευδούς πιστοποίησης ο διάδικος που έκαμε τη χρήση τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών.
Άρθρο 222. Υπεξαγωγή εγγράφων.
Όποιος με σκοπό να βλάψει άλλον αποκρύπτει, βλάπτει ή καταστρέφει έγγραφο του οποίου δεν είναι κύριος ή δεν είναι αποκλειστικά κύριος ή που άλλος έχει δικαίωμα, κατά τις διατάξεις του αστικού δικαίου, να ζητήσει την παράδοση ή την επίδειξή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
Άρθρο 228. Παραπλάνηση σε ψευδορκία
1. Όποιος με πρόθεση παρασύρει κάποιον να δώσει από πλάνη ψευδή όρκο, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο άρθρο 224, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται αυστηρότερα κατά τις διατάξεις για την ηθική αυτουργία.
2. Όποιος προσπαθεί με οποιοδήποτε μέσο να πείσει κάποιον να διαπράξει το έγκλημα των άρθρων 224 και 226 παρ.1, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών.
Άρθρο 230.
Όποιος, χωρίς να καθιστά άλλον ύποπτο, παριστάνει εν γνώσει του ψευδώς στην αρχή ότι τελέστηκε κάποιο κακούργημα ή πλημμέλημα τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
Άρθρο 234. Παραβίαση της μυστικότητας δικαστικών συνεδριάσεων
Με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών ή με χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος με οποιονδήποτε τρόπο δημοσιεύει έκθεση για κάποια δικαστική συνεδρίαση που έχει διαξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών ή οποιοδήποτε έγγραφο τέτοιας δίκης, εκτός αν το δικαστήριο στο οποίο διεξάγεται η δίκη επιτρέψει τη δημοσίευση.
Άρθρο 241. Παραβίαση οικιακού ασύλου
Υπάλληλος που, χρησιμοποιώντας την υπαλληλική του ιδιότητα εισέρχεται στην κατοικία άλλου χωρίς ο άλλος να το θέλει, εκτός από τις περιπτώσεις όπου το προβλέπει ο νόμος και χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δύο ετών.
Άρθρο 251. Παραβίαση του δικαστικού απορρήτου
1. Όποιος καλείται κατά το νόμο να εκτελέσει δικαστικά καθήκοντα και γνωστοποιεί σε άλλον απόρρητα από τη διάσκεψη ή την ψηφοφορία στην οποία πήρε μέρος τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος παρευρεθεί σε τέτοια διάσκεψη ή ψηφοφορία λόγω των καθηκόντων του αν γνωστοποιήσει σε άλλον τα απόρρητά της.
Άρθρο 255. Αθέμιτη συμμετοχή
Υπάλληλος που άμεσα ή έμμεσα και ιδίως χρησιμοποιώντας άλλο πρόσωπο ή με πράξεις συγκαλυμμένες, πήρε μέρος σε πλειστηριασμό, μίσθωση, δημοπρασία ή σε οποιαδήποτε άλλη πράξη στην οποία ασκεί τα υπηρεσιακά του καθήκοντα, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή.
Άρθρο 259. Παράβαση καθήκοντος
Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη.
Άρθρο 261. Παρότρυνση υφισταμένων και ανοχή
Υπάλληλος που προσπαθεί να πείσει άλλον υπάλληλο ο οποίος είναι υφιστάμενός του ή βρίσκεται υπό τον υπηρεσιακό του έλεγχο να διαπράξει κάποιο από τα εγκλήματα των άρθρων 235 έως και 260 ή που εν γνώσει του τον ανέχεται να κάνει κάποιο από αυτά τα εγκλήματα τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη δεν υπάγεται σε άλλη διάταξη του ποινικού νόμου η οποία την τιμωρεί με βαρύτερη ποινή.
Άρθρο 286. Παραβίαση των κανόνων της οικοδομικής
1. Όποιος κατά την εκπόνηση μελέτης ή τη διεύθυνση ή την εκτέλεση οικοδομικού ή άλλου ανάλογου έργου ή κατεδάφισης ενεργεί παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες, τιμωρείται: α) με φυλάκιση από ένα έως πέντε έτη και χρηματική ποινή αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, β) με κάθειρξη έως δεκαπέντε έτη αν στην περίπτωση του στοιχείου α΄ η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη, γ) με κάθειρξη από δέκα ως δεκαπέντε έτη αν στην περίπτωση του στοιχείου α΄ η πράξη είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο άλλου, και με κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη από δεκαπέντε έως είκοσι έτη αν είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο μεγάλου αριθμού ανθρώπων.
2. Όποιος στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου παραβιάζει από αμέλεια τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες ή προκαλεί από αμέλεια τη δυνατότητα κινδύνου τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή.
3. Η παραγραφή των εγκλημάτων της παρ. 1 στοιχεία β΄ και γ΄ αρχίζει από την επέλευση του θανάτου ή της βαριάς σωματικής βλάβης και πάντως δεν μπορεί να υπερβεί τα είκοσι πέντε (25) έτη από την παραβίαση των κανόνων.
Άρθρο 334. Διατάραξη οικιακής ειρήνης
1. Όποιος εισέρχεται παράνομα ή παραμένει παρά τη θέληση του δικαιούχου στην κατοικία άλλου ή στο χώρο που αυτός χρησιμοποιεί για την εργασία του ή σε χώρο περικλεισμένο που αυτός κατέχει τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή.
2. Οι πιο πάνω πράξεις ή οι πράξεις βίας εναντίον προσώπων ή πραγμάτων, καθώς και οι πράξεις φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, που γίνονται με σκοπό να παρεμποδίσουν την έκδοση και την ελεύθερη κυκλοφορία εφημερίδων ή περιοδικών, καθώς και την ελεύθερη κυκλοφορία βιβλίων, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους· σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται μετατροπή ή αναστολή της ποινής.
3. Όποιος εισέρχεται παράνομα σε κατάστημα ή χώρο δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής υπηρεσίας, ή νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου, ή επιχείρησης κοινής ωφέλειας ή παραμένει στους χώρους αυτούς παρά τη θέληση της υπηρεσίας που τους χρησιμοποιεί, της οποίας τη θέλησή του δηλώνει ο νόμιμος εκπρόσωπος ή ο υπάλληλός της, και προκαλεί έτσι διακοπή ή διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής της υπηρεσίας τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών. Με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών τιμωρείται όποιος παράνομα εισέρχεται ή παραμένει στους προαναφερόμενους χώρους ή καταστήματα κατά το χρόνο μη διεξαγωγής της υπηρεσίας με σκοπό την παρακώλυση αυτής.
4. Η ποινική δίωξη στις περιπτώσεις της παρ.1 ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση του δικαιούχου.
Άρθρο 337. Προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας
1. Όποιος με ασελγείς χειρονομίες ή προτάσεις που αφορούν ασελγείς πράξεις προσβάλλει βάναυσα την αξιοπρέπεια άλλου στο πεδίο της γενετήσιας ζωής του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή χρηματική ποινή.
2. Με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δύο ετών τιμωρείται η πράξη της προηγούμενης παραγράφου, αν ο παθών είναι νεότερος από 12 ετών.
3. Ενήλικος, ο οποίος μέσω διαδικτύου ή άλλου μέσου επικοινωνίας, αποκτά επαφή με πρόσωπο που δεν συμπλήρωσε τα δεκαπέντε έτη και, με χειρονομίες ή προτάσεις ασελγείς, προσβάλλει την αξιοπρέπεια του ανηλίκου στο πεδίο της γενετήσιας ζωής του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Αν η πράξη τελείται κατά συνήθεια ή αν επακολούθησε συνάντηση, ο ενήλικος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών.
4. Ενήλικος, ο οποίος μέσω διαδικτύου ή άλλου μέσου επικοινωνίας, αποκτά επαφή με πρόσωπο που εμφανίζεται ως ανήλικο κάτω των δεκαπέντε ετών και, με χειρονομίες ή προτάσεις ασελγείς, προσβάλλει την αξιοπρέπειά του στο πεδίο της γενετήσιας ζωής του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Αν η πράξη τελείται κατά συνήθεια ή αν επακολούθησε συνάντηση με το εμφανιζόμενο ως ανήλικο πρόσωπο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών.
5. Όποιος τελεί την πράξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, εκμεταλλευόμενος την εργασιακή θέση του παθόντος ή τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης θέσης εργασίας διώκεται κατ’ έγκληση και τιμωρείται με φυλάκιση από έξι (6) μήνες μέχρι τρία (3) έτη και με χρηματική ποινή τουλάχιστον χιλίων (1.000) ευρώ.
Άρθρο 345. Αιμομιξία
1. Η συνουσία μεταξύ συγγενών εξ αίματος, ανιούσας και κατιούσας γραμμής, τιμωρείται: α) ως προς τους ανιόντες με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών αν ο κατιών δεν είχε συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του, με κάθειρξη αν ο κατιών είχε συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο αλλά όχι το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του, με φυλάκιση μέχρι δύο ετών αν ο κατιών έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του, β) ως προς τους κατιόντες, με φυλάκιση μέχρι δύο ετών γ) μεταξύ αμφιθαλών ή ετεροθαλών αδελφών, με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
2. Συγγενείς κατιούσας γραμμής ή αδελφοί μπορούν να απαλλαγούν από κάθε ποινή, αν κατά το χρόνο της πράξης δεν είχαν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους.

Άρθρο 346. Ασέλγεια μεταξύ συγγενών
1. Με τις ποινές του άρθρου 345 παρ. 1 τιμωρείται η επιχείρηση και κάθε άλλης, πλην της συνουσίας, ασελγούς πράξης που γίνεται μεταξύ των συγγενών που αναφέρονται στο άρθρο 345.
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 345 έχει εφαρμογή και σε αυτήν την περίπτωση.

Άρθρο 352Β. Προστασία της ιδιωτικής ζωής του ανήλικου θύματος
Όποιος, από την καταγγελία πράξης που υπάγεται στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, δημοσιοποιεί με οποιονδήποτε τρόπο περιστατικά που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του ανήλικου θύματος, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

Άρθρο 358. Παραβίαση της υποχρέωσης για διατροφή
Όποιος κακόβουλα παραβιάζει την υποχρέωση διατροφής που του την έχει επιβάλει ο νόμος και έχει αναγνωρίσει, έστω και προσωρινά, το δικαστήριο, με τρόπο τέτοιο ώστε ο δικαιούχος να υποστεί στερήσεις ή να αναγκαστεί να δεχτεί βοήθεια άλλων, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
Άρθρο 359. Εγκατάλειψη εγκύου
Όποιος εγκαταλείπει σε απορία ή με άλλο τρόπο αβοήθητη μια γυναίκα που έμεινε απ’ αυτόν έγκυος και που λόγω της εγκυμοσύνης ή του τοκετού της δεν μπορεί να φροντίσει τον εαυτό της τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση.

Άρθρο 360. Παραμέληση της εποπτείας ανηλίκου
1. Όποιος, ενώ έχει υποχρέωση εποπτείας ανηλίκου νεότερου από δεκαοκτώ ετών παραλείπει να τον παρεμποδίσει από την τέλεση αξιόποινης πράξης ή από το να επιδίδεται στην πορνεία, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους, αν δεν συντρέχει περίπτωση να τιμωρηθεί αυστηρότερα με άλλη διάταξη.
2. Όποιος από αμέλεια γίνεται υπαίτιος της παράλειψης της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών μηνών.
3. Η ποινή της παρ.1 εκτείνεται σε φυλάκιση μέχρι δύο ετών και της παρ. 2 σε φυλάκιση μέχρι έξι μηνών, αν υπαίτιοι της παράλειψης έγιναν γονείς, επίτροποι ή κηδεμόνες υπό την υπεύθυνη επιμέλεια των οποίων έχει τεθεί ο ανήλικος σύμφωνα με το άρθρο 122 αυτού του Κώδικα.
4. Αν η πράξη που τέλεσε ο ανήλικος είναι πταίσμα, το δικαστήριο μπορεί να απαλλάξει από κάθε ποινή τον υπαίτιο της παράλειψης των παρ. 1-3.
Άρθρο 362. Δυσφήμηση “362 για τις περιπτώσεις που τελείται δια του τύπου”

Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή. Η χρηματική ποινή μπορεί να επιβληθεί και μαζί με την ποινή της φυλάκισης.
Άρθρο 375. Υπεξαίρεση
1. Όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και αν το αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Αν η συνολική αξία υπερβαίνει το ποσό των εκατό είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών.
2. Αν πρόκειται για αντικείμενο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας που το έχουν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ανάγκης ή λόγω της ιδιότητάς του ως εντολοδόχου, επιτρόπου ή κηδεμόνα του παθόντος ή ως μεσεγγυούχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Αν το συνολικό αντικείμενο της πράξης του προηγούμενου εδαφίου υπερβαίνει σε ποσό τα εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) ευρώ, τούτο συνιστά επιβαρυντική περίπτωση.
3. Με το ξένο πράγμα εξομοιώνεται και: α) το τίμημα που έλαβε ο υπαίτιος για κινητό πράγμα που του το είχαν εμπιστευθεί για να το πουλήσει καθώς και β) το κινητό πράγμα που απέκτησε ο υπαίτιος με χρήματα ή με άλλο πράγμα που του το είχαν εμπιστευθεί για να αγοράσει ή να ανταλλάξει αντίστοιχα το πράγμα που απέκτησε.
Άρθρο 377. Κλοπές και υπεξαιρέσεις ευτελούς αξίας
“377 για τις περιπτώσεις αγοράς εμπορευμάτων με πίστωση”1. Αν η κλοπή ή η υπεξαίρεση έχει αντικείμενο πράγμα ευτελούς αξίας, τιμωρείται με χρηματική ποινή ή με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών. Αν όμως η πράξη τελέστηκε από ανάγκη για άμεση χρήση ή ανάλωση του αντικειμένου της κλοπής ή υπεξαίρεσης, το δικαστήριο μπορεί να κρίνει την πράξη ατιμώρητη.
2. Στις περιπτώσεις αυτού του άρθρου η ποινική δίωξη γίνεται μόνο ύστερα από έγκληση.
Άρθρο 389. Απατηλή πρόκληση βλάβης
1. Όποιος με πρόθεση βλάπτει παράνομα ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον με την εν γνώσει του παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή με αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση των αληθινών σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή.
2. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση.
Άρθρο 397. Καταδολίευση δανειστών
1. Ο οφειλέτης που με πρόθεση ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση του δανειστή του, βλάπτοντας, καταστρέφοντας ή καθιστώντας χωρίς αξία, αποκρύπτοντας ή απαλλοτριώνοντας χωρίς ισότιμο και αξιόχρεο αντάλλαγμα οποιοδήποτε περιουσιακό του στοιχείο, κατασκευάζοντας ψεύτικα χρέη ή ψεύτικες δικαιοπραξίες, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή, αν η πράξη δεν υπόκειται σε βαρύτερη ποινή σύμφωνα με άλλη διάταξη.
2. Ομοια τιμωρείται όποιος επιχειρεί κάποια από αυτές τις πράξεις υπέρ του οφειλέτη.
3. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση.
Άρθρο 398. Χρεοκοπία
“398 (απλή χρεοκοπία)”
Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους τιμωρείται ο υπαίτιος δόλιας χρεοκοπίας, κατά τους όρους του εμπορικού νόμου και με φυλάκιση το πολύ δύο ετών ο υπαίτιος απλής χρεοκοπίας. Η ποινική δίωξη για το αδίκημα της απλής χρεοκοπίας ασκείται ύστερα από έγκληση του συνδίκου ή του πτωχευτικού πιστωτή.
Άρθρο 399. Παρακώλυση της άσκησης δικαιώματος
1. Όποιος με πρόθεση αφαιρεί ή καταστρέφει ολικά ή μερικά πράγμα που έχει στην ιδιοκτησία του και έτσι καθιστά ανέφικτη για το δικαιούχο την άσκηση δικαιώματος επικαρπίας, χρήσης, οίκησης, εμπράγματης ασφάλειας ή παρακράτησης στο πράγμα αυτό τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή.
2. Ομοια τιμωρείται όποιος επιχειρεί κάποια από τις πράξεις αυτές υπέρ του ιδιοκτήτη.
3. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση.
Άρθρο 403. Παραπλάνηση ανηλίκων σε χρέη
1. Όποιος από ιδιοτέλεια και με εκμετάλλευση της κουφότητας ή της απειρίας κάποιου ανηλίκου δέχεται για τον εαυτό του ή για τρίτον εκ μέρους του ανηλίκου και με ζημία του την υπόσχεση ή εξασφάλιση της πληρωμής χρηματικού ποσού ή τη χορήγηση άλλης παροχής που έχει χρηματική αξία τιμωρείται με χρηματική ποινή ή με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος απαλλοτριώνει περαιτέρω ή δίνει ως ενέχυρο κάποια απαίτηση που απέκτησε από τον ανήλικο η οποία είναι του είδους που αναφέρεται στην παρ.1 ή επιδιώκει την εκπλήρωση των περιουσιακών ωφελημάτων που πηγάζουν απ’ αυτήν.
3. Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση.

Άρθρο 406. Παραπλάνηση σε χρηματιστηριακές πράξεις
Όποιος από πλεονεξία εκμεταλλεύεται την απειρία ή την πνευματική αδυναμία κάποιου άλλου παραπλανώντας τον σε χρηματιστηριακές κερδοσκοπικές πράξεις οι οποίες δεν ανήκουν στον κύκλο των εργασιών εκείνου που παραπλανάται και είναι προφανώς δυσανάλογες προς την περιουσία του και μπορούν εξαιτίας αυτού του γεγονότος να επιφέρουν ή να επιταχύνουν την οικονομική καταστροφή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

του άρθρου 2 παρ. 11 περίπτωση β΄ του N. 2168/1993
“β. Όποιος εισάγει παράνομα στην Ελλάδα όπλα ή άλλα είδη που αναφέρονται στις παραγράφους 2 περιπτώσεις γ`, στ`, ζ`, θ`, ια`και ιε`, 3 και 10Α του παρόντος άρθρου, στην παράγραφο 2 περιπτώσεις γ` και δ` και στην παράγραφο 3 περίπτωση α` του άρθρου 1, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον τριακοσίων (300) ευρώ.”
του άρθρου 28 παρ. 1 του N. 1650/1986
«1. Όποιος ασκεί δραστηριότητα ή επιχείρηση χωρίς την απαιτούμενη, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, όπως τροποποιήθηκε με το ν. 3010/2003 (Α` 91) και το ν. 4014/2011 (Α` 209), ή των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση του, άδεια ή έγκριση, ή υπερβαίνει τα όρια της άδειας ή έγκρισης που του έχει χορηγηθεί και υποβαθμίζει το περιβάλλον, τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο ετών ή και χρηματική ποινή 1.000,00 έως 60.000,00 ευρώ.»
του άρθρου πέμπτου του N. 2803/2000
Άρθρο πέμπτο
Απάτη ελάσσονος αξίας σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Ο υπαίτιος της πράξεως που προβλέπεται στην παρ. 1 του τέταρτου άρθρου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή, αν η επελθούσα βλάβη δεν υπερβαίνει το ποσό των 2.000.000 δραχμών.

του άρθρου 6 παρ. 4 και παρ. 6 του N. 3213/2003
4. Αν οι πράξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 τελέστηκαν από αμέλεια, επιβάλλεται χρηματική ποινή. Το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.

6. Τα φυσικά πρόσωπα και οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων του άρθρου 5 του ν. 3691/2008 που παραβιάζουν την υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.

του άρθρου μόνου παρ. 1 του N. 690/1945
`Αρθρο μόνον. “1. Κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολουμένους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας είτε από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας είτε από αποφάσεις διαιτησίας είτε από το νόμο ή έθιμο είτε σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 3198/1955, συνεπεία της θέσεως των εργαζομένων σε κατάσταση διαθεσιμότητας, τιμωρείται κατόπιν μηνύσεως των ενδιαφερομένων ή των οργάνων του Υπουργείου Εργασίας ή των οργάνων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης που είναι εντεταλμένα για την εφορμογή της εργατικής νομοθεσίας ή της οικείας Ασνυνομικής Αρχής ή της οικείας επαγγελματικής οργάνωσης των εργαζομένων, με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μήνες και χρηματική ποινή, της οποίας το ποσό δεν μπορεί να ορίζεται κάτω του 25% ούτε πάνω του 50% του καθυστερούμενου χρηματικού ποσού, για την εξεύρεση του οποίου οι τυχόν σε είδος οφειλόμενες αποδοχές πρέπει να αποτιμώνται, με τη σχετική απόφαση, σε χρήμα. Η εκδίκαση των παραπάνω υποθέσεων γίνεται με τη διαδικασία του αυτοφώρου, όπως προβλέπεται από τα άρθρα 417 επ. του Κ.Π.Δ.”.
του άρθρου 28 του N. 3996/2011
Άρθρο 28 Ποινικές κυρώσεις
1. Κάθε εργοδότης, που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας τις σχετικές με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας και συγκεκριμένα τα χρονικά όρια εργασίας, υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 31 του ν. 3904/2010 (Α`218), την καταβολή δεδουλευμένων, την αμοιβή, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ή την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι μηνών ή με χρηματική ποινή τουλάχιστον εννιακοσίων (900) ευρώ ή και με τις δύο αυτές ποινές. 2. Ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που προβλέπουν βαρύτερη ποινική μεταχείριση εξακολουθούν να ισχύουν.
του άρθρου 29 του N. 703/1977
“Άρθρο 29 Ποινικές κυρώσεις
“1. Όποιος ατομικώς ή ως εκπρόσωπος νομικού προσώπου συνάπτει συμφωνίες, λαμβάνει αποφάσεις ή εφαρμόζει εναρμονισμένη πρακτική, από αυτές που απαγορεύονται από το άρθρο 1 του νόμου αυτού, όπως και από το άρθρο 81 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και όποιος ενεργεί κατά παράβαση των άρθρων 4 έως 4στ του νόμου αυτού, καθώς και όποιος με τις ιδιότητες αυτές, κατά παράβαση του άρθρου 2 του νόμου αυτού, καθώς και του άρθρου 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καταχράται τη δεσπόζουσα θέση στην αγορά της επιχείρησης του ή της επιχείρησης που εκπροσωπεί ή παραβαίνει την παράγραφο 10 του άρθρου 5 του νόμου αυτού, τιμωρείται με χρηματική ποινή από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ έως εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής τα παραπάνω όρια χρηματικής ποινής διπλασιάζονται. Επιπλέον των ανωτέρω, όποιος ατομικώς ή ως εκπρόσωπος νομικού προσώπου συνάπτει συμφωνίες, λαμβάνει αποφάσεις ή εφαρμόζει εναρμονισμένη πρακτική, από αυτές που απαγορεύονται από το άρθρο 1 του νόμου αυτού ή από το άρθρο 81 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και αφορούν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο ίδιο επίπεδο ανταγωνισμού και οι οποίες έχουν σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού στο επίπεδο αυτό, τιμωρείται και με ποινή φυλάκισης τουλάχιστο έξι (6) μηνών.
2. Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ τιμωρούνται:
α) Όποιος παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου εκ μέρους των κατά το άρθρο 26 αρμόδιων οργάνων, ιδίως με την παρεμβολή προσκομμάτων ή απόκρυψη στοιχείων
β) Όποιος αρνείται ή δυσχεραίνει την παροχή των κατά το άρθρο 25 πληροφοριών στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ή τα αρμόδια για τον έλεγχο όργανα.
γ) Όποιος παρέχει, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 25 και 26 στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ή στα αρμόδια για τον έλεγχο όργανα, εν γνώσει, ψευδείς πληροφορίες ή αποκρύπτει στοιχεία.
δ) Όποιος αρνείται, αν και έχει κληθεί για το σκοπό αυτόν από εντεταλμένο, κατά τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 26, υπάλληλο της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή άλλο αρμόδιο για τον έλεγχο όργανο, να προβεί σε ένορκη ή ανωμοτί κατάθεση ενώπιον του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 26, καθώς και όποιος, κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του, εν γνώσει καταθέτει ψευδή ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθή.
Σε περίπτωση υποτροπής τα παραπάνω όρια χρηματικής ποινής διπλασιάζονται.”

του άρθρου 44 του N. 3959/2011
Άρθρο 44 Ποινικές κυρώσεις
1. Όποιος συνάπτει συμφωνία, λαμβάνει απόφαση ή εφαρμόζει εναρμονισμένη πρακτική κατά παράβαση του άρθρου 1 ή του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τιμωρείται με χρηματική ποινή από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ μέχρι εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, με τις ιδιότητες της περίπτωσης γ` της παρ. 2 του άρθρου 25, ενεργεί κατά παράβαση των άρθρων 5 μέχρι 10 ή δεν εφαρμόζει τις αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6 του άρθρου 11. Αν η πράξη του πρώτου εδαφίου αφορά σε επιχειρήσεις που είναι μεταξύ τους πραγματικοί ή δυνητικοί ανταγωνιστές, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή από εκατό χιλιάδες (100.000) μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.
2. Όποιος προβαίνει σε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά, κατά παράβαση του άρθρου 2 του παρόντος ή του άρθρου 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τιμωρείται με χρηματική ποινή από τριάντα χιλιάδες (30.000) μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
3. Εάν στις περιπτώσεις των άρθρων 25 και 25α ο παραβάτης αναγνωρίσει ενώπιον της αρμόδιας αρχής την ευθύνη του και εξοφληθεί ολοσχερώς το πρόστιμο που επιβλήθηκε ή, κατ` εφαρμογή της παραγράφου 8 του άρθρου 25, λάβει χώρα απαλλαγή από αυτό, εξαλείφεται το αξιόποινο των σχετικών εγκλημάτων που στοιχειοθετούνται με την ίδια παράβαση και επέρχεται πλήρης απαλλαγή από άλλου είδους διοικητικές κυρώσεις. Με την παροχή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής του προστίμου, αναστέλλεται η ποινική δίωξη για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και ο οφειλέτης είναι συνεπής με τους όρους της. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής, αναστέλλεται η παραγραφή των εγκλημάτων χωρίς να ισχύουν οι χρονικοί περιορισμοί του εδαφίου α` της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα. Η υπαγωγή στο πρόγραμμα του άρθρου 25 παράγραφος 8, συνεπεία της οποίας επιβλήθηκε μειωμένο πρόστιμο, εάν αυτό δεν εξοφληθεί ολοσχερώς, συνιστά ελαφρυντική περίσταση για τις πράξεις των παραγράφων 1 και 2 και επιβάλλεται ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83 του Ποινικού Κώδικα.
4. Ο υπαίτιος ή οι συμμέτοχοι σε πράξη των παραγράφων 1 και 2 μένουν ατιμώρητοι, αν με δική τους θέληση και πριν εξετασθούν οπωσδήποτε για την πράξη τους. την αναγγείλουν στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ή σε οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή, προσκομίζοντας συγχρόνως αποδεικτικά στοιχεία. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η ουσιώδης συμβολή των πιο πάνω προσώπων στην αποκάλυψη της συμμετοχής στις πράξεις αυτές, με την προσκόμιση στοιχείων στις αρχές, θεωρείται ελαφρυντική περίσταση κατ` άρθρο 84 Π.Κ. και επιβάλλεται ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83 Π.Κ..
5. Αν η πράξη των παραγράφων 1 και 2 ερευνάται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ή οποιαδήποτε άλλη αρμόδια ρυθμιστική αρχή κατ` οποιονδήποτε τρόπο, ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών, μετά την προκαταρκτική εξέταση, αναβάλλει με πράξη του κάθε περαιτέρω ενέργεια μέχρι την έκδοση απόφασης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Εισαγγελέως Εφετών. Σε αυτήν την περίπτωση δεν ισχύει ο χρονικός περιορισμός της αναστολής του άρθρου 113 παρ. 3 εδάφιο α` Π.Κ.
6. Στις δίκες στις οποίες αφορούν οι παραβάσεις των παραγράφων 1 και 2 μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγον κάθε πρόσωπο, το οποίο θίγεται άμεσα από τις πράξεις αυτές.
7. Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών τιμωρούνται:
α) Όποιος παρεμποδίζει ή δυσχεραίνει με οποιονδήποτε τρόπο την διεξαγωγή ερευνών για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου από μέρους των κατά το άρθρο 39 αρμοδίων οργάνων, ιδίως με την παρεμβολή προσκομμάτων ή απόκρυψη στοιχείων.
β) Όποιος αρνείται ή δυσχεραίνει την παροχή των κατά το άρθρο 38 πληροφοριών.
γ) Όποιος παρέχει, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 38 και 39, εν γνώσει, ψευδείς πληροφορίες ή αποκρύπτει στοιχεία.
δ) Όποιος αρνείται, αν και έχει κληθεί για το σκοπό αυτό από εντεταλμένο κατά τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 39, υπάλληλο της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή άλλο αρμόδιο για τον έλεγχο όργανο, να προβεί σε ένορκη ή ανωμοτί κατάθεση ενώπιον του, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 39, καθώς και όποιος, κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του, εν γνώσει καταθέτει ψευδή στοιχεία ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθή.

του άρθρου 6 του N. 456/1976
Κυρώσεις. Άρθρον 6.
“1. Οι παραβάτες των διατάξεων των άρθρων 2, 3, 4 και 5α παρ. 1, 2 εδάφ. α, β` και γ` του παρόντος νόμου, ως και των κατ` εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενων προεδρικών διαταγμάτων, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και με χρηματική ποινή, εφόσον η πράξη όεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.
2. Οι παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 5 και 5α, παρ. 2 εδάφ. δ`, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρις ενός (1) έτους και χρηματική ποινή, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη`. Έναρξη ισχύος νόμου, 2 μήνες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 3. Με τας εν τη προηγουμένη παραγρ. 2 ποινάς τιμωρούνται και οι επιφορτισμένοι με την επιμέλειαν ανηλίκων οίτινες παραμελούντες την εποπτείαν τούτων γίνονται παραίτιοι παραβάσεως υπ` αυτών των διατάξεων του άρθρου 5 παραγρ. 1 του παρόντος. 4. Η εισαγωγή εις δίκην των κατηγορουμένων επί τι των υπό του παρόντος προβλεπομένων εις βαθμόν πλημελλήματος εγκλημάτων, γίνεται υποχρεωτικώς δι` απ` ευθείας κλήσεως, καθ` ης δεν επιτρέπεται προσφυγή.
του άρθρου 41ΣΤ του N. 2725/1999
“Αρθρο 41ΣΤ Aδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις
Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.2 του Ν. 4049/2012 ΦΕΚ Α 35/23-02-2012 ορίζεται ότι: “2. Για τις αξιόποινες πράξεις του άρθρου 41 ΣΤ του ν. 2725/1999, καθώς και της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 253 Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας περί ειδικών ανακριτικών πράξεων και οι διατάξεις για την προστασία μαρτύρων του άρθρου 9 του ν. 2928/2001.

1. Με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και χρηματική ποινή, εκτός εάν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη, τιμωρείται όποιος εκ προθέσεως μέσα σε αθλητικές εγκαταστάσεις ή στον αμέσως περιβάλλοντα χώρο τους ή στις βοηθητικές εγκαταστάσεις ή στους χώρους προσέλευσης και στάθμευσης, κατά τη διάρκεια αθλητικής εκδήλωσης: α) ρίχνει προς τον αγωνιστικό χώρο ή εναντίον άλλου οποιοδήποτε αντικείμενο, που μπορεί να προκαλέσει έστω και ελαφρά σωματική βλάβη, β) βιαιοπραγεί κατά άλλου, ανεξάρτητα εάν από τη βιαιοπραγία επήλθε σωματική βλάβη, ή εκτοξεύει απειλές κατά προσώπου, το οποίο σύμφωνα με τους κανονισμούς της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας αναγράφεται στο φύλλο αγώνα, γ) κατέχει ή χρησιμοποιεί αντικείμενα που μπορούν να προκαλέσουν σωματικές βλάβες, δ) κατέχει ή χρησιμοποιεί βεγγαλικά, καπνογόνα, κροτίδες και γενικά εύφλεκτες ύλες.
2. Με φυλάκιση μέχρι ενός έτους και χρηματική ποινή, εκτός εάν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη, τιμωρείται όποιος: α) χωρίς δικαίωμα από το νόμο ή τους κανονισμούς της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας ή υπερβαίνοντας το δικαίωμά του αυτό, εισέρχεται με σκοπό τη διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής του αγώνα ή την πρόκληση επεισοδίων, λόγω του αποτελέσματός του, κατά τη διάρκεια αθλητικής συνάντησης ή αμέσως πριν από την έναρξη ή αμέσως μετά τη λήξη της, στον αγωνιστικό χώρο ή στο χώρο των αποδυτηρίων των αθλητών και των διαιτητών ή στους διαδρόμους που συνδέουν τους ανωτέρω χώρους, β) τελεί κάποια από τις πράξεις της προηγούμενης παραγράφου με αφορμή μία αθλητική εκδήλωση πριν από την έναρξη ή μετά τη λήξη της ή μακριά από το χώρο που προορίζεται για την εκδήλωση αυτήν. γ) απευθύνει ατομικά ή ως μέλος ομάδας σε τρίτους εκφράσεις που προσβάλλουν την εθνική ταυτότητα των προσώπων αυτών ή είναι ρατσιστικού περιεχομένου ή προσβάλλει τον εθνικό ύμνο, τα ολυμπιακά σύμβολα ή τους ολυμπιακούς αγώνες
3. Αν οι πράξεις των παραγράφων 1 και 2 τελέστηκαν υπό περιστάσεις που μαρτυρούν ότι ο δράστης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την ομαλή τέλεση των αθλητικών εκδηλώσεων, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης μέχρι τριών ετών, εκτός εάν η πράξη τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με άλλη διάταξη. Για την εφαρμογή του παρόντος, ιδιαίτερα επικίνδυνος χαρακτηρίζεται ιδίως ο δράστης που αποδεικνύεται ότι έχει τελέσει στο παρελθόν αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή ότι συμμετέχει στην τέλεση των πράξεων έχοντας αρχηγικό ρόλο ή ενήργησε βάσει οργανωμένου εγκληματικού σχεδίου ή προξένησε σημαντικής έκτασης φθορές ή βλάβες σε έννομα αγαθά τρίτων. 4. Η τέλεση των εγκλημάτων της διέγερσης (άρθρα 183,185 Π.Κ.), της διατάραξης της κοινής ειρήνης (άρθρο 189 Π.Κ.), της διατάραξης της ειρήνης των πολιτών (όρθρο 190 Π.Κ.), της καθύβρισης θρησκευμάτων (άρθρο 199 Π.Κ.), της παρακώλυσης συγκοινωνιών (άρθρο 292 Π.Κ.), της απλής, απρόκλητης και επικίνδυνης σωματικής βλάβης (άρθρα 308, 308Α και 309 Π.Κ.), της βαριάς σωματικής βλάβης (όρθρο 310 παρ. 1 Π.Κ.) της συμπλοκής (άρθρο 313 Π.Κ,), της παράνομης βίας (άρθρο 330 Π.Κ.), της απειλής (άρθρο 333 Π.Κ.), της διατάραξης οικιακής ειρήνης (άρθρο 334 Π.Κ.), της προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας (όρθρο 337 Π.Κ.), της πρόκλησης σκανδάλου με ακόλαστες πράξεις (όρθρο 353 Π.Κ.), της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (άρθρα 381 και 382 Π.Κ.) και της εκβίασης (άρθρο 385 Π.Κ.), υπό τις προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, θεωρείται ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση και η επιβαλλόμενη ποινή μπορεί να ξεπεράσει το ανώτατο όριο που προβλέπεται γι` αυτά στον Ποινικό Κώδικα και να φτάσει στο ανώτατο όριο του είδους της ποινής.
4Α. Συνιστούν επιβαρυντικές περιπτώσεις και η επιβαλλόμενη ποινή μπορεί να ξεπεράσει το ανώτατο όριο που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου ή στον Ποινικό Κώδικα και να φθάσει έως το ανώτατο όριο του είδους της ποινής: α) το ότι ο δράστης κατά την τέλεση των πιο πάνω πράξεων χρησιμοποίησε όπλο ή κάθε άλλου είδους μέσο, ικανό και πρόσφορο να προκαλέσει κίνδυνο για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα τρίτων, β) το ότι από τη βαρύτητα της πράξης, τη βιαιότητα κατά την τέλεσή της, τις περιστάσεις αυξημένης επικινδυνότητας για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα προσώπων, τα αίτια που ώθησαν τον δράστη σε αυτήν και τη σοβαρή διασάλευση της δημόσιας τάξης, προκύπτει αντικοινωνικότητα αυτού και σταθερή ροπή του σε διάπραξη νέων εγκλημάτων στο μέλλον, γ) το ότι ο δράστης εκδήλωσε ρατσιστική συμπεριφορά, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 81 Α του ΠΚ.».
5. Όποιος παροτρύνει, υποκινεί, ενθαρρύνει ή διευκολύνει με οποιονδήποτε τρόπο και ιδίως δημόσια ή δια του έντυπου ή ηλεκτρονικού τύπου ή του διαδικτύου μεμονωμένα άτομα ή οργανωμένες ομάδες προσώπων για να διαπράξουν αδικήματα του παρόντος άρθρου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών.
6. α. Η ποινή για τις πιο πάνω πράξεις δεν αναστέλλεται ούτε μετατρέπεται σε περίπτωση που: (αα) Ο δράστης κατά την τέλεση των πιο πάνω πράξεων χρησιμοποίησε όπλο ή κάθε άλλου είδους μέσο, ικανό και πρόσφορο να προκαλέσει κίνδυνο για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα τρίτων ή (ββ) Από τη βαρύτητα της πράξης, τις περιστάσεις τέλεσης της, από τα αίτια που ώθησαν τον δράστη σε αυτήν και την προσωπικότητα του προκύπτει αντικοινωνικότητα αυτού και σταθερή ροπή του σε διάπραξη νέων εγκλημάτων στο μέλλον. «β. Η ποινή για τις πράξεις του παρόντος άρθρου δεν μετατρέπεται σε καμία περίπτωση. Το Δικαστήριο, εφόσον αναστείλει την εκτέλεση της ποινής, ανεξαρτήτως του ύψους αυτής, διατάσσει την υποχρέωση του καταδικασθέντος να διαμένει στην κατοικία του κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, για χρονικό διάστημα ίσο με την ανασταλείσα ποινή. Η παραβίαση του συγκεκριμένου όρου συνεπάγεται την άρση της αναστολής. Σε περίπτωση δεύτερης καταδίκης για αδίκημα του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως του ύψους των αθροιζόμενων ποινών, δεν χορηγείται αναστολή εκτέλεσης της ποινής.» . γ. Σε περίπτωση καταδίκης για τις πράξεις των παραγράφων 1, 2, 4 και 5 του παρόντος, δεν επιτρέπεται η μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας και δεν χορηγείται αναστολή εκτέλεσης της ποινής όταν: (αα) Ο δράστης είναι υπότροπος ή τελεί κατά συνήθεια τις πιο πάνω πράξεις ή (ββ) ο δράστης κρίνεται από τις περιστάσεις τέλεσης ως ιδιαιτέρως επικίνδυνος για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα ή την περιουσία τρίτων ή την ομαλή εκτέλεση των αθλητικών εκδηλώσεων.
7 α) Σε περίπτωση καταδίκης για πράξεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 έως 4, το δικαστήριο επιβάλλει υποχρεωτικά και για χρονικό διάστημα δύο έως πέντε ετών στο δράστη απαγόρευση προσέλευσης και παρακολούθησης όλων των αθλητικών εκδηλώσεων, αδιακρίτως αθλήματος, ακόμη και εκείνων που διεξάγονται εκτός της Ελληνικής Επικράτειας, στις οποίες μετέχει ομάδα, σε αγώνα της οποίας ή με αφορμή αγώνα της οποίας, τελέσθηκε η αξιόποινη πράξη. Το δικαστήριο μπορεί, επίσης, να απαγορεύσει την προσέλευση και παρακολούθηση και οποιασδήποτε άλλης αθλητικής εκδήλωσης, αν από τις περιστάσεις και με βάση την προσωπικότητα του δράστη κρίνει ότι αυτός είναι επικίνδυνος για την ομαλή τέλεση των αθλητικών εκδηλώσεων. Για την εκτέλεση της παρεπόμενης ποινής το δικαστήριο διατάσσει το δράστη να εμφανίζεται στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του ή διαμονής του πριν από την έναρξη της αθλητικής συνάντησης και να παραμένει σε αυτό ή σε χώρο άμεσης εποπτείας της αστυνομικής αρχής, δύο ώρες πριν από την έναρξη της έως δύο ώρες μετά τη λήξη της. Το δικαστήριο μετά από αίτημα του κα-ταδικασθέντος προσδιορίζει στην απόφαση του το άθλημα και τις αθλητικές συναντήσεις για τις οποίες εφαρμόζεται η ανωτέρω παρεπόμενη ποινή. Αν ο καταδικασθείς παραβιάσει τους πιο πάνω όρους, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι τριών (3) μηνών, η οποία δεν μετατρέπεται σε χρηματική ούτε αναστέλλεται, και με χρηματική ποινή. Επιπλέον, αν η ανωτέρω παραβίαση συντελεστεί κατά τη διάρκεια του χρόνου αναστολής της κύριας ποινής, το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα συντάσσει σχετική έκθεση, την οποία διαβιβάζει αμέσως στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου έκδοσης της καταδικαστικής απόφασης και εφαρμόζεται το άρθρο 101 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα. β) Εάν ο δράστης κάποιας πράξης από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 1 έως 4 είναι ανήλικος, επιβάλλεται ως αναμορφωτικό μέτρο η προβλεπόμενη στην περίπτωση α` απαγόρευση προσέλευσης και παρακολούθησης αθλητικών εκδηλώσεων με τους όρους και τις προϋποθέσεις που πιο πάνω ορίζονται. Εάν ο ανήλικος είναι κάτω των 16 ετών, επιβάλλεται ως αναμορφωτικό μέτρο, αντί του ανωτέρω, η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς, τους επιτρόπους ή τους κηδεμόνες του. γ) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Προστασίας του Πολίτη και Πολιτισμού και Τουρισμού ρυθμίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με την εκτέλεση της πιο πάνω παρεπόμενης ποινής ή του πιο πάνω αναμορφωτικού μέτρου. δ) Η παραβίαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την επιβολή της παρεπόμενης ποινής τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι τρεις μήνες, η οποία δεν μετατρέπεται σε χρηματική ούτε αναστέλλεται, και με χρηματική ποινή. Εφόσον η ανωτέρω παραβίαση τελείται κατά τη διάρκεια του χρόνου αναστολής της κύριας ποινής, διακόπτεται η αναστολή και η ποινή εκτίεται χωρίς δυνατότητα μετατροπής της.
8.α. Τα αδικήματα του παρόντος άρθρου διώκονται αυτεπαγγέλτως. Καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο είναι το Τριμελές Πλημμελειοδικείο του τόπου τέλεσής τους. Για την εκδίκαση των αδικημάτων του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται υποχρεωτικά η διαδικασία των άρθρων 418 επ. Κ.Π.Δ.. Σε κάθε περίπτωση τα αδικήματα του παρόντος άρθρου εκδικάζονται εντός τριάντα ημερών.. Η προθεσμία για την άσκηση έφεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης και η άσκηση εφέσεως δεν αναστέλλουν την εκτέλεσή τους. Σε εξαιρετικές όμως περιπτώσεις, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί να διατάξει, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, την αναστολή εκτέλεσής της κύριας ποινής που επιβλήθηκε με την πρωτόδικη απόφαση. Η απόφαση που διατάσσει την αναστολή ορίζει εάν αυτή ισχύει έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ή για χρονικό διάστημα που ρητά μνημονεύεται, προκειμένου ο κατηγορούμενος να καλύψει επείγουσες ανάγκες δικές του ή της οικογένειάς του.Η παρεπόμενη ποινή, που επιβλήθηκε κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, ουδέποτε αναστέλλεται.
γ) Ο εισαγγελέας, με διάταξη που εκδίδει πριν από την παραγγελία για την απόλυση του κατηγορουμένου, εντέλλεται προς την αστυνομική αρχή του τόπου κατοικίας ή διαμονής του την εκτέλεση της παρεπόμενης ποινής, μνημονεύοντας τη διάρκειά της ή, εάν έχει ήδη εκτιθεί τμήμα της, το υπόλοιπό της. Ο κατηγορούμενος πριν απολυθεί λαμβάνει γνώση του περιεχομένου της διάταξης. “δ) Σε περίπτωση αναβολής ή διακοπής της εκδίκασης των αδικημάτων του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει ως περιοριστικό όρο την υποχρέωση εμφάνισης του κατηγορουμένου στο αστυνομικό τμήμα της κατοικίας ή διαμονής του υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 41 ΣΤ.
Η παραβίαση του περιοριστικού όρου τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους, η οποία δεν αναστέλλεται και δεν μετατρέπεται σε χρηματική
Η διαδικασία των άρθρων 275, 409 και 417 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δεν εφαρμόζεται για πταίσματα ή πλημμελήματα, αν η πράξη στρέφεται κατά της τιμής ή αφορά εντελώς ελαφρά ή ασήμαντη σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας και φέρεται ότι διαπράχθηκε από διαιτητή οποιουδήποτε αθλήματος ή βοηθό του κατά την εκτέλεση των σχετικών με τον αγώνα καθηκόντων τους, ή από αθλητή κατά τη συμμετοχή του σε αθλητική συνάντηση.

του άρθρου 59 εδάφιο α΄ του N. 3028/2002
Άρθρο 59 Παράνομη μεταβίβαση μνημείου
Όποιος μεταβιβάζει την κυριότητα ή την κατοχή μνημείου ή αποκτά την κυριότητα ή αποδέχεται να περιέλθει στην κατοχή του μνημείο χωρίς την αναγκαία από το νόμο άδεια, έγκριση ή γνωστοποίηση τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών. Επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών, αν πρόκειται για αρχαίο μνημείο που δεν έχει δηλωθεί νόμιμα. Οι ποινές αυτές επιβάλλονται, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη.

του άρθρου 13 του N. 3402/2005
Άρθρο 13 Ποινικές Κυρώσεις
Όποιος προβαίνει σε συναλλαγή με οικονομικό όφελος, που αφορά το αίμα, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ευρώ, εκτός εάν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλη διάταξη.

του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 3 του N. 3500/2006
Άρθρο 9 Ενδοοικογενειακή προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας
1. Το μέλος της οικογένειας το οποίο προσβάλλει την αξιοπρέπεια άλλου μέλους της, με ιδιαίτερα ταπεινωτικό λόγο ή έργο που ανάγεται στη γενετήσια ζωή του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών.
2. Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών μέχρι τριών ετών τιμωρείται η πράξη της προηγούμενης παραγράφου, αν ο παθών είναι ανήλικος.
3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αντίστοιχα και όταν ο δράστης εργάζεται σε φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας, η δε πράξη του στρέφεται σε βάρος προσώπου, το οποίο δέχεται τις υπηρεσίες του φορέα αυτού.
του άρθρου 31 παράγραφοι 4 και 6 του N. 3904/ 2010
Άρθρο 31
4. Όλες οι παραβάσεις των διατάξεων όλων των βασιλικών και προεδρικών διαταγμάτων, καθώς και όλων των υπουργικών αποφάσεων, που ερείδονται ως προς την ποινική κύρωση στις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. ΓΠΛΔ/1911, όπως κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο με το β.δ. της 25 Αυγ. / 5 Σεπτ. 1920 (ΦΕΚ 200 Β`) ή έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση του ν. ΓΠΛΔ/1911 ή του ως άνω κωδικοποιητικού βασιλικού διατάγματος, τιμωρούνται με κράτηση μέχρι τριών (3) μηνών ή με πρόστιμο μέχρι τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
6. Όλες οι παραβάσεις των διατάξεων του β.δ. 748/1966 τιμωρούνται με πρόστιμο μέχρι τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
του άρθρου τρίτου του N. 1788/1988
Άρθρο τρίτο. Ποινικές κυρώσεις.
Ο εργοδότης ή ο κατά νόμο υπεύθυνος, που δεν τηρεί τις διατάξεις αυτού του νόμου και των διοικητικών πράξεων που εκδίδονται σε εφαρμογή του, για το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων ή για το ωράριο των εργαζομένων και τους στερεί από την εβδομαδιαία ημέρα ανάπαυσης λόγω πενθημέρου ή το διάλειμμα, τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα κατά τη διαδικασία του αυτόφωρου.
του N. 927/1979
Περί κολασμού πράξεων ή ενεργειών αποσκοπουσών εις φυλετικάς διακρίσεις

Πηγή: www.helleniclawyer.eu

Διαβάστε σχετικά: https://ekapsali.gr/neos-nomos-gia-paragrafi-kai-pafsi-poinikon-diokseon/