ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ ΔΥΟ (2) ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΝΟΜΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ, Η ΜΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ ΕΦΕΤΕΙΟΥ, ΠΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΑΝ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΣΟ ΤΟΥ ΠΟΣΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΟΣΟ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕ ΤΑ ΑΝΗΛΙΚΑ ΤΕΚΝΑ, ΛΟΓΩ ΜΕΤΑΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΣΤΙΣ ΠΟΙΕΣ ΣΤΗΡΙΧΘΗΚΑΝ ΟΙ ΑΡΧΙΚΕΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ.
Α. ΑΠΟΦΑΣΗ 677/2014 ΕΦ ΠΕΙΡ (ΜΟΝ)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Διατροφή ανηλίκων. Ορισμένο αγωγής. Μεταρρύθμιση απόφασης. Μεταρρύθμιση συμφωνίας. Η ρύθμιση της νόμιμης διατροφής με συμφωνία, δεν μεταβάλλει την διατροφή σε διατροφή από σύμβαση. Συνεπώς σε περίπτωση μεταβολής των όρων της διατροφής, η συμφωνία αυτή υπόκειται σε μεταρρύθμιση. Ένταση διακινδύνευσης ιδίας διατροφής. Οι διάδικοι είχαν προβεί σε συμφωνία να καταβάλλεται 250 € για κάθε ανήλικο τέκνο τους από τον πατέρα τους με την έκδοση του συναινετικού διαζυγίου. Μεταβολή των συνθηκών. Ο πατέρας έχει τελέσει νέο γάμο και έχει αποκτήσει νέο τέκνο, μισθώνει οικία με χαμηλότερο μίσθωμα. Το ένα τέκνο αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας. Μέτρο διατροφής. Νόμιμη η ένσταση διακινδύνευσης ιδίας διατροφής καθώς τα τέκνα μπορούν να στραφούν στην μητέρα τους για την διατροφή τους. Απορρίπτεται ουσία. Ορθά και νόμιμα κρίθηκε ότι ο πατέρας πρέπει να καταβάλλει το ποσό των 300 € για το πρώτο τέκνο και 200 € για το δεύτερο. Συμπλήρωση αιτιολογίας. Απορρίπτει εφέσεις κατά της με αριθ.
4496/2013 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: «Αριθμός 677 /2014
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 8 Μαΐου 2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ….
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ : ……
Η εφεσίβλητη – εκκαλούσα ……………………… άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 11-11-2012 και με αριθ. εκθ. καταθ. 9150/ 2012 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 4496/ 2013 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερα τα διάδικα μέρη, ήτοι, Ι) ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος ………………………., με την από 30-09-2013 και με αριθ. εκθ. καταθ. 834/ 2013 έφεση (αριθ. προσδ. 1073/2013) και ΙΙ) η εναγόμενη και ήδη εφεσίβλητη – εκκαλούσα ……………………., με την από 21-10-2013 και με αριθ. εκθ. καταθ. 932/ 2013 έφεση (αριθ. προσδ. 1169/2013), των οποίων (εφέσεων) δικάσιμος ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δηλώσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι κρινόμενες δύο αντίθετες εφέσεις, αφ` ενός της ενάγουσας (αριθμ. εκθ. 1169/2013) και αφ` ετέρου του εναγομένου (αριθμ. εκθ. 1073/2013), που νίκησαν και νικήθηκαν κατά ένα μέρος, κατά της υπ` αριθ. 4496/2013 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (αρθ. 681Β΄, 666επ. του ΚΠολΔ), φέρονται νόμιμα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρθ. 19 και 498 του ΚΠολΔ). Έχουν δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (αρθ. 495 επ., 499, 511 513 παρ. 1β΄, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), αφού οι διάδικοι δεν επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ, άλλωστε, ούτε από τα προσκομιζόμενα απ` αυτούς έγγραφα προκύπτει επίδοσή της. Κατά συνέπεια πρέπει αφ` ενός να συνεκδικαστούν,
γιατί αφορούν την ίδια απόφαση και έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων της (αρθ. 246, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), και αφ` ετέρου να γίνουν τυπικά δεκτές (αρθ. 532 του ΚΠολΔ) και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους κατά την ίδια, όπως και πρωτόδικα, διαδικασία (αρθ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΙΙ. Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη με την από 11-11-2012 (αριθ. εκθ. 9150/20-11-
2012) αγωγή της ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, την οποία άσκησε για λογαριασμό των δύο ανηλίκων τέκνων αυτής και του εναγομένου και ήδη εφεσίβλητου – εκκαλούντος, με τον οποίο τέλεσε νόμιμο γάμο το έτος 2005, ισχυριζόμενη ότι έχει την επιμέλεια (προσωρινά) των ανηλίκων τέκνων, ζητούσε, κατά το μέρος που αυτή μεταβιβάζεται με τις δύο εφέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρθ. 522 του ΚΠολΔ): α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει μηνιαίως τα αναφερόμενα ειδικότερα ποσά, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής, ως διατροφή των δύο ανηλίκων τέκνων τους, τα οποία δεν έχουν περιουσία ή εισοδήματα και δεν μπορούν να διαθρέψουν τους εαυτούς τους. Για την υπόθεση αυτή εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Με αυτή το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατά το μέρος που τώρα ενδιαφέρει, αφού έκρινε ότι τα δύο ανήλικα τέκνα αδυνατούν να διατραφούν μόνα τους, δέχθηκε την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη κατά ένα μέρος και: α) υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει μηνιαίως, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής, στην ενάγουσα για λογαριασμό των τέκνων, τα ποσά των 300 ευρώ, για τον ανήλικο ……….. και των 200 ευρώ, για την ανήλικη ……………….., νομιμότοκα από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τώρα οι διάδικοι, οι οποίοι με τις εφέσεις τους, για λόγους οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν, κατά το μέρος που καθένας την προσβάλλει: α) η μεν ενάγουσα να εξαφανιστεί, άλλως να μεταρρυθμιστεί, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος και μόνο που με αυτή δεν επιδικάστηκε ολόκληρη η αιτούμενη διατροφή των τέκνων της, έτσι ώστε στη συνέχεια να γίνει δεκτή η αγωγή της και κατά το παραπάνω αίτημα της, στο σύνολο της και β) ο δε εναγόμενος, επιδιώκοντας τη μείωση της επιδικασθείσας διατροφής, να μεταρρυθμιστεί, η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το ύψος αυτής (επιδικασθείσας διατροφής υπέρ κάθε ανηλίκου).
ΙII. Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493 και 1497 Α.Κ, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 15 του ν. 1329/1983, προκύπτει ότι στοιχεία θεμελιωτικά του δικαιώματος διατροφής τέκνου, τα οποία πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 216 παρ.1 α ΚΠολΔ, να περιέχονται στη σχετική αγωγή για το ορισμένο αυτής, είναι η έλλειψη εισοδημάτων του ανηλίκου και η αδυναμία του να εργασθεί, τα περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου γονέα του, οι ανάγκες του που είναι προσδιοριστικές του ύψους της διατροφής, η οποία πρέπει να του καταβληθεί και το αιτούμενο, για όλες αυτές τις ανάγκες του, συνολικό ύψος της δαπάνης που αποτελεί την, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, ανάλογη διατροφή του, χωρίς να απαιτείται να προσδιορίζεται στο δικόγραφο της αγωγής με ακρίβεια και το απαραίτητο για την κάλυψη κάθε επί μέρους ανάγκης του, που προκύπτει από τις συνθήκες της ζωής του χρηματικό ποσό. (Εφ.Πατρ 748/2009 «ΝΟΜΟΣ»).Η ένδικη αγωγή διατροφής είναι ορισμένη, διότι, όπως προκύπτει από το δικόγραφό της, φέρει όλα τα προεκτεθέντα στοιχεία που απαιτούνται για τη θεμελίωση της και ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός του εναγομένου, ότι δηλαδή η αγωγή αυτή είναι αόριστη, διότι δεν εκτίθενται στο δικόγραφό της, μ` ακρίβεια και το απαραίτητο για την κάλυψη κάθε επί μέρους ανάγκης του κάθε ανηλίκου, που προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής τους, χρηματικό ποσό, είναι αβάσιμος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο συνεπώς που έκρινε ότι η αγωγή είναι ορισμένη δεν έσφαλε, και ο λόγος της εφέσεως του εναγομένου, με τον οποίο αυτός παραπονείται για την απόρριψη της ενστάσεως του, είναι αβάσιμος.
IV.i. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθ. 361, 1485, 1486, 1493, 1494, 1498 και 1499 εδ. α` του ΑΚ, όπως ισχύουν μετά το ν. 1329/1983 συνάγονται τα ακόλουθα: Ανιόντες και κατιόντες έχουν αμοιβαία υποχρέωση διατροφής. Δικαίωμα διατροφής έχει μόνον όποιος δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαιδεύσεως του. Κατ` εξαίρεση το ανήλικο τέκνο και αν ακόμη έχει περιουσία έχει δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του, εφόσον τα εισοδήματα της περιουσία του ή το προϊόν της εργασία του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, η δε διατροφή περιλαμβάνει όλα τα προς το ζην αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επί πλέον τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του. Διατροφή για το παρελθόν δεν οφείλεται παρά μόνον από την υπερημερία. Αφότου κατά τα ανωτέρω συντρέξουν οι προϋποθέσεις γενέσεως της απαιτήσεως μπορεί κατ` αρχήν ο δικαιούχος να εγείρει αγωγή αναγνωρίσεως και επιδικάσεως της. Περαιτέρω η προμνημονευόμενη απαίτηση διατροφής υπέρ κατιόντος και σε βάρος ανιόντος ή αντίστροφα που προέρχεται εκ του νομού μπορεί να καταστεί υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως διατάξεων αναγκαστικού δικαίου αντικείμενο συμβάσεως μεταξύ δικαιούχου και υπόχρεου διατροφής εκπροσωπούμενου υπό του κατά περίπτωση νομίμου εκπροσώπου του. Ειδικότερα σε μια τέτοια σύμβαση δεν επιτρέπεται να περιέχεται όρος που αποτελεί παραίτηση του δικαιούχου της διατροφής από την για το μέλλον διατροφή εν όλω ή εν μέρει. Σε αντίθετη περίπτωση δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα κατ` εφαρμογή των ΑΚ 180 και 181. Άλλωστε η δια συμφωνίας ρύθμιση της εκ του νόμου διατροφής, δεν μεταβάλλει αυτή σε διατροφή από σύμβαση και ως εκ τούτου, επί μεταβολής των όρων της διατροφής, η συμφωνία αυτή υπόκειται σε μεταρρύθμιση (ΕφΠατρ 170/2007 «ΝΟΜΟΣ»). Εξάλλου η σύμβαση περί ρυθμίσεως της εκ του νόμου διατροφής είναι έγκυρη έστω και, αν δεν τηρηθεί κανένας τύπος. Τέτοια συμφωνία περί ρυθμίσεως της εκ του νόμου οφειλόμενης διατροφής του ανηλίκου τέκνου δύναται να περιέχεται και στη μεταξύ των συζύγων-γονέων συμφωνία, η οποία καταρτίζεται στα πλαίσια συναινετικού διαζυγίου και με την οποία ρυθμίζονται ζητήματα επιμέλειας και επικοινωνίας των τέκνων με τους γονείς τους. Όμως η επικύρωση από το δικαστήριο τέτοιας συμφωνίας δεν επεκτείνεται και στη ρύθμιση της διατροφής του τέκνου, αφού τέτοια συμφωνία δεν είναι κατά νόμο απαραίτητη για την έκδοση συναινετικού διαζυγίου. Περαιτέρω, αν μετά τη σύναψη τέτοιας συμφωνίας μεταβληθούν ουσιωδώς οι όροι της διατροφής δια μειώσεως των εισοδημάτων του υπόχρεου ή δι` αυξήσεως των αναγκών του δικαιούχου, η περί διατροφής απαίτηση που ανάγεται στο μέλλον μεταβάλλεται και αυτή ώστε να τελεί σε αρμονία με την ουσιώδη μεταβολή των συνθηκών διατροφής. Ακολουθεί έτσι εντεύθεν ότι όποιος έχει συμφέρον από μια τέτοια μεταβολή δύναται να ζητήσει από το αρμόδιο δικαστήριο με αγωγή την αναγνώριση και επιδίκαση ή μόνον την αναγνώριση της απαιτήσεως διατροφής λόγω της επελθούσας μεταβολής των συνθηκών. Ειδικότερα ο μεν δικαιούχος να αξιώσει αύξηση της συμβατικώς καθορισθείσης διατροφής ο δε υπόχρεος μείωση αυτής. Η δυνατότητα τέτοιας μεταρρυθμίσεως όπως πάγια δέχονται νομολογία και θεωρία, στηρίζεται στην ανάλογη εφαρμογή της ΑΚ 1494. Η μεταβολή των όρων της συμβατικώς καθορισθείσης διατροφής εκ του νόμου δύναται, να ζητηθεί, όχι μόνον με αγωγή, αλλά και κατ` ένσταση με τις προτάσεις πράγμα που συμβαίνει όταν ο υπόχρεος ενάγεται στην εκπλήρωση της συμβάσεως διατροφής και προβάλλει κατ` αυτής μείωση ουσιώδη των εισοδημάτων του, που δικαιολογούν το αίτημα για μείωση του ποσού της συμβατικής διατροφής. Εξάλλου κατ` άρθ. 1390 ΑΚ εν συνδυασμώ προς το άρθ. 1489 εδ. α ΑΚ η διατροφή των τέκνων χαρακτηρίζεται ως κοινή υποχρέωση των συζύγων – γονέων του. Πρόκειται για επιμερισμό της υποχρεώσεως έναντι του τέκνου. Για τον καθορισμό του ποσού διατροφής των τέκνων θα γίνει αναγωγή στις οικονομικές δυνάμεις των δύο γονέων από τις οποίες θα προκύψει η αναλογική επιβάρυνση του καθενός. Οι δυνάμεις του κάθε συζύγου – γονέα λειτουργούν αφενός ως κριτήριο προσδιοριστικό του ύψους της συνεισφοράς που οφείλει και αφετέρου ως μέσο (τρόπος, μορφή) εκπληρώσεως της οφειλόμενης συνεισφοράς. Η υποχρέωση και το ύψος της συνεισφοράς του κάθε γονέα – συζύγου καθορίζεται κατά το λόγο των δικών του δυνάμεων προς το άθροισμα των δυνάμεων και των δύο (ΕφΔωδ 300/2007 «ΝΟΜΟΣ»).
IV.ii. Κατά το άρθρο 1494 ΑΚ, όπως αυτό ισχύει μετά το νόμο 1329/1983, αν αφότου εκδόθηκε η απόφαση, που προσδιορίζει τη διατροφή, μεταβλήθηκαν οι όροι της διατροφής, το δικαστήριο μπορεί να μεταρρυθμίσει την απόφαση του ή και να διατάξει την παύση της διατροφής. Εξάλλου, κατά το άρθρο 334 παρ. 1 ΚΠολΔ., κάθε διάδικος έχει δικαίωμα να ζητήσει να μεταρρυθμιστεί τελεσίδικη ή ανέκκλητη απόφαση που καταδικάζει σε καταβολή περιοδικών παροχών, οι οποίες οφείλονται κατά το νόμο από οποιαδήποτε αιτία και γίνονται απαιτητές στο μέλλον, αν μεσολάβησε ουσιαστική μεταβολή των συνθηκών επάνω στις οποίες βασίστηκε η απαγγελία της καταδίκης. Τέλος, κατά την παράγραφο 3 του ως άνω άρθρου 334 ΚΠολΔ, η μεταβολή των συνθηκών λαμβάνεται υπόψη αν έγινε σε χρόνο στον οποίο αυτός που ζητά την μεταρρύθμιση της απόφασης, δεν μπορούσε να προβάλει την μεταβολή αυτή στην αρχική δίκη. Από τις ανωτέρω διατάξεις, προκύπτουν τα εξής: αν η μεταβολή επήλθε σε χρόνο κατά τον οποίο ήταν δυνατό να προταθεί αυτή και δεν προτάθηκε, τότε καλύπτεται από το δεδικασμένο που θα προκύψει από την απόφαση, και δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση νέας αγωγής προς μεταρρύθμιση της. Ο τρόπος με τον οποίο θα προταθεί στο δικαστήριο η μεταβολή των συνθηκών (με παρεμπίπτουσα αγωγή, με τις προτάσεις ή με την άσκηση εφέσεως κατά της οριστικής αποφάσεως) εξαρτάται από το χρόνο επελεύσεως της μεταβολής αυτής στο στάδιο στο οποίο βρισκόταν η δίκη και από τη θέση που είχε σ` αυτήν ο διάδικος που επικαλείται τη μεταβολή. Σε περίπτωση επελεύσεως της μεταβολής των συνθηκών μετά την έκδοση της οριστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, πρέπει να ασκηθεί έφεση, εφόσον εντός της προθεσμίας ασκήσεως της επήλθε η μεταβολή και τα περιστατικά αυτά πρέπει να προταθούν με την έφεση κατά της οριστικής απόφασης (άρθρο 527 παρ.2 ΚΠολΔ) διαφορετικά δεν μπορεί μεταγενέστερα να ασκηθεί αγωγή με αίτημα τη μεταρρύθμιση της αποφάσεως αυτής. Αν έχει ασκηθεί έφεση, χρόνος κατά τον οποίο λαμβάνεται υπόψη η μεταβολή των συνθηκών είναι και ο χρόνος της τελευταίας συζητήσεως στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, μέχρις ότου μπορούν προταθούν παραδεκτά οψιγενείς ισχυρισμοί, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 269 παρ. 2 και 527 ΚΠολΔ). Μόνο αν η μεταβολή των συνθηκών επήλθε σε χρόνο κατά τον οποίο δεν ήταν δυνατή η προβολή της στην αρχική δίκη, όπως μετά την τελευταία συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ή επήλθε μετά την προθεσμία ασκήσεως της εφέσεως, είναι δυνατόν να ζητηθεί με αγωγή η μεταρρύθμιση της αποφάσεως που επιδίκασε διατροφή λόγω μεταβολής των συνθηκών (Ολ.Α.Π. 2/1994 ΕλΔνη. 35 σελ. 352). Στην περίπτωση δε της διατροφής, οι όροι (ή οι συνθήκες) της διατροφής που μεταβλήθηκαν, δυνατόν να αφορούν την οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου ή υπόχρεου, την γενική οικονομική κατάσταση κλπ, ενώ κατά την αληθή έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η μεταρρύθμιση μπορεί να ζητηθεί και στην περίπτωση του συμβατικού καθορισμού της διατροφής, ο οποίος δεν απαγορεύεται, αρκεί να μην παραβιάζονται οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις περί διατροφής (ΑΠ 2070/2007 «ΝΟΜΟΣ»).
V. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδρίασης, και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, έστω και για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (αρθ. 529 παρ. 1α΄ του ΚΠολΔ), για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικό μέσο είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395, 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), έστω και αν δεν πληρούν όλους τους όρους του νόμου (αρθ. 681Β΄, 671 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ, βλ. ΟλΑΠ 15/2003 Δ 35-513), όπως μερικά απ` αυτά, αναφέρονται ιδιαίτερα παρακάτω, χωρίς να παραληφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Οι διάδικοι τέλεσαν στον Πειραιά νόμιμο πολιτικό γάμο στις 28-7-2005, και στη συνέχεια νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 29-4-2006, από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα και πιο συγκεκριμένα τον …………, ο οποίος γεννήθηκε στις 5-9-2007 και την ………………….., η οποία γεννήθηκε στις 30-9-2008. Ο γάμος τους λύθηκε με συναινετικό διαζύγιο δυνάμει της υπ΄ αριθμ. 5653/2011 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία κατέστη αμετάκλητη. Δυνάμει του από 3-12-2010 ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο οι διάδικοι προσκόμισαν κατά τη συζήτηση του συναινετικού διαζυγίου ρύθμισαν την επιμέλεια των ανηλίκων, η οποία ανατέθηκε στη μητέρα, το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα καθώς και το ποσόν της διατροφής που θα κατέβαλε ο πατέρας, η οποία καθορίστηκε για κάθε τέκνο χωριστά στο ποσόν των 250 ευρώ μηνιαίως, καταβαλλόμενο το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα. Από τη σύναψη του παραπάνω συμφωνητικού (3-12-2010) μέχρι την άσκηση της αγωγής το Νοέμβριο του έτους 2012 έχει παρέλθει σημαντικό κατά διάρκεια χρονικό διάστημα δύο περίπου ετών, κατά το οποίο επήλθε ουσιώδης μεταβολή στις συνθήκες διαβίωσης των ανηλίκων. Συγκεκριμένα κατά τη σύναψη του συμφωνητικού ο ανήλικος …………. ήταν τριών (3) ετών και η ανήλικη ………………… ήταν δύο (2) ετών, ενώ κατά την άσκηση της αγωγής τα παραπάνω ανήλικα ήταν πέντε (5) και τεσσάρων (4)ετών αντίστοιχα. Μετά τη συζήτηση της αγωγής (20-3-
2013) και την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης (19-8-2013 ) ο ανήλικος ……………… είναι μαθητής της Α΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Τα δύο ανήλικα τέκνα δεν έχουν περιουσία και εισοδήματα και φυσικά, λόγω της ηλικίας τους, δεν μπορούν να εργαστούν. Συνεπώς, δεν μπορούν να διατραφούν μόνα τους και δικαιούνται, κατ` αρχήν, να αξιώσουν διατροφή από τον εναγόμενο πατέρα τους, χωρίς να είναι υποχρεωμένα να στραφούν και κατά των δύο γονέων τους (βλ. ΑΠ 687/2004, ΕφΘεσ. 683/2004 Αρμ. 2005-1583). Η ενάγουσα μητέρα των ανηλίκων τέκνων είναι ιδιωτική υπάλληλος. Για τον μετά το χρόνο της έκδοσης της εκκαλουμένης απόφασης και πιο συγκεκριμένα για το έτος 2014 οι μικτές μηνιαίες αποδοχές της ανέρχονται στο ποσό των 2.072,86 ευρώ, όπως προκύπτει από τον με ημερομηνία 6-5-2014 λογαριασμό ασφαλισμένου του ΙΚΑ, οι δε καθαρές μηνιαίες αποδοχές της ανέρχονται στο ποσό των 1.393,36 ευρώ, όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 18-10-2013 απόδειξη πληρωμής της ενάγουσας, η οποία εκδόθηκε από την εργοδότρια εταιρεία αυτής, δηλαδή την «……………………. A.E». Άλλα εισοδήματα καθώς και άλλη προσοδοφόρα περιουσία δεν έχει αυτή. Διαμένει σε ιδιόκτητη οικία και βαρύνεται μόνο με τις λειτουργικές δαπάνες αυτής. Η ενάγουσα έχει προβεί σε ιδιωτική ιατρική και νοσοκομειακή
ασφάλιση των δύο ανηλίκων τέκνων της και καταβάλει τα ετήσια ασφάλιστρα, όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 8-4-2014 βεβαίωση της εργοδότριας εταιρείας της, («………………….. A.E»), η οποία κατέβαλε στην βρετανική ασφαλιστική εταιρεία «………………………» τα ασφάλιστρα του έτους 2013 για λογαριασμό της ενάγουσας από τη μισθοδοσία αυτής. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος είναι ιδιωτικός υπάλληλος και οι τακτικές μικτές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 1.900 ευρώ, όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 11-3-2013 βεβαίωση εργασίας της εργοδότριας εταιρείας αυτού με την επωνυμία …………………………. ΑΕΒΕ. Οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές του εναγομένου ανέρχονται στο ποσό των 1.350 ευρώ, όπως ο ίδιος συνομολογεί, (βλ. δεύτερη σελίδα του πέμπτου φύλλου της ένδικης έφεσής του). Έχει τελέσει δεύτερο γάμο, από τον οποίο απέκτησε το έτος 2013, μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ένα άρρεν τέκνο, η δε δεύτερη σύζυγός του είναι άνεργη. Αυτός διαμένει με τη νέα οικογένειά του σε μισθωμένη οικία στη Χαλκίδα και καταβάλει από τις 7-5-2013 και εφεξής μηνιαίο μίσθωμα 350 ευρώ, αντί 430 ευρώ που κατέβαλε προγενέστερα, δηλαδή το έτος 2011 έως το έτος 2013, όπως προκύπτει από το με ημερομηνία κατάρτισης 4-8-2011 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ακινήτου στη Μεταμόρφωση Αττικής. Αυτός συμβάλει στη διατροφή της δεύτερης συζύγου του και του ανηλίκου τέκνου τους. Για την αποπληρωμή υπολοίπου πιστωτικής κάρτας της τράπεζας ………………., ύψους αυτού, (υπολοίπου), 2.980,04 ο εναγόμενος βαρύνεται με ελάχιστη μηνιαία καταβολή 55 ευρώ και για την εξόφληση δανείου από το Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος βαρύνεται με μηνιαία τοκοχρεωλυτική δόση 60,84 ευρώ, χωρίς όμως τα ποσά αυτά να αφαιρούνται από το εισόδημα του, αλλά συνεκτιμώνται ως βιοτική ανάγκη του.
Άλλη προσοδοφόρα περιουσία αυτός δεν έχει. Επιβαρύνεται επίσης με κοινόχρηστες δαπάνες (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ύδρευσης, πετρελαίου θέρμανσης, καθαριότητας) της μισθωμένης οικίας, στην οποία διαμένει με τη νέα οικογένειά του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ανήλικος γιος των διαδίκων, ……………., αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας, το οποίο αφορά τη λεπτή κινητικότητα και τον οπτικοκινητικό συντονισμό με κάποιες δυσκολίες στη γραφή και στη διαχείριση γραπτών ερεθισμάτων, εξαιτίας του σοβαρού οφθαλμολογικού προβλήματός του (συγγενής νυσταγμός), αιτία για την οποία πρέπει να υποβάλλεται σε εργοθεραπεία, η κάθε συνεδρία της οποίας αποτιμάται σε εβδομήντα (70) ευρώ, όπως προκύπτει από σχετικές αποδείξεις της κλινικής ψυχολόγου ……………………… Ο ανωτέρω ανήλικος λόγω των προαναφερθέντων προβλημάτων υγείας παρακολουθεί ενισχυτική εξωσχολική διδασκαλία, αιτία για την οποία απαιτείται το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις του σχετικού κέντρου μάθησης στον Πειραιά, (ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ – «…………….»). Επίσης τόσο ο ανωτέρω ανήλικος όσο και η ανήλικη (αμφιθαλής) αδερφή του, ……………………., παρουσιάζουν ψυχολογικά προβλήματα, εξαιτίας του διαζυγίου των γονέων τους και για το λόγο αυτό έχουν ανάγκη υποστηρικτικής ψυχολογικής θεραπείας, όπως προκύπτει από τις δύο ιατρικές γνωματεύσεις, (μία για κάθε ανήλικο τέκνο) του ιατρού του Κέντρου Κλασσικής Ομοιοπαθητικής (………………….. Ο.Ε), ……………………… Κάθε συνεδρία κοστίζει εξήντα (60) ευρώ για κάθε ανήλικο, όπως προκύπτει από σχετικές αποδείξεις ανωτέρω κέντρου ομοιοπαθητικής. Η ανήλικη ………………….. φυλάσσεται σε ιδιωτικό παιδικό σταθμό, προδήλως τις ώρες εργασίας της μητέρας της, αιτία για την οποία η τελευταία καταβάλει το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως. Η δυνατότητα τοποθέτησης της ανωτέρω ανήλικης σε δημόσιο παιδικό σταθμό δεν προκύπτει για το μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης χρόνο, δεδομένου, ότι από τα προσκομιζόμενα με την επιμέλεια του εναγομένου, έγγραφα προκύπτει ότι αυτή η δυνατότητα υφίστατο κατά το έτος 2011, ενώ δεν προκύπτει ότι υφίσταται για το εντεύθεν χρονικό διάστημα και ειδικότερα για το διάστημα μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης. Η ενάγουσα καταβάλει για μαθήματα Αγγλικών των δύο ανηλίκων τέκνων το ποσό των πενήντα (50) ευρώ και για τα δύο ανήλικα τέκνα, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις της καθηγήτριας ξένων γλωσσών ……………………………. Και κατά τα επόμενα έτη της ένδικης περιόδου θα δαπανά τουλάχιστον τα ίδια ποσά για μαθήματα ξένης γλώσσας. Οι υπόλοιπες δαπάνες της ενάγουσας, σύμφωνα με τα παραπάνω, για την εκπαίδευση, διατροφή, ένδυση και ψυχαγωγία των ανηλίκων είναι οι συνηθισμένες τέκνων ίδιας ηλικίας με αυτά, καθόσον η ενάγουσα δεν επικαλείται με πειστικότητα, ούτε άλλωστε προκύπτει, επί πλέον ιδιαίτερες δαπάνες. Με βάση τις παραπάνω αναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων γονέων των ανηλίκων τέκνων και τις εν γένει περιστάσεις η κατά μήνα διατροφή τους, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας (αρθρ. 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), προσδιορίζεται στα ποσά των 600 ευρώ, για τον …………. και των 400 ευρώ, για τη …………………… Τα ποσά αυτά είναι ανάλογα με τις ως άνω συγκεκριμένες ανάγκες τους, όπως αυτές προκύπτουν από την κοινή πείρα και τις συνθήκες ζωής τους (αρθ. 1493 του ΑΚ) που αναφέρθηκαν παραπάνω και ανταποκρίνονται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή, συντήρηση και την εν γένει εκπαίδευση τους (αρθ. 1493 εδ. β΄ του ΑΚ). Στα ποσά αυτά συνυπολογίζεται και η προσωπική εργασία που προσφέρει η ενάγουσα μητέρα τους για την περιποίηση και φροντίδα αυτών, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα. Με τη διατροφή των δύο ανηλίκων τέκνων βαρύνονται και οι δύο γονείς τους, ο καθένας ανάλογα με τις ως άνω δυνάμεις τους (εισοδήματα ή περιουσία και υποχρεώσεις τους), κατά τη βάσιμη ουσιαστικά κατά ένα μέρος ένσταση συνεισφοράς στη διατροφή τους και της ενάγουσας (αρθρ. 1389, 1390, 1485 επ., και 1489 εδ. β΄ του ΑΚ), όπως παραδεκτά πρότεινε πρωτόδικα ο εναγόμενος (αρθρ. 262 παρ. 1, 591 παρ. 1γ΄ του ΚΠολΔ) και σε κάθε περίπτωση επαναφέρει ή και προτείνει τώρα προς απόκρουση της εφέσεως της ενάγουσας (αρθρ. 527 αριθ. 1 του ΚΠολΔ). Για τον προσδιορισμό της αναλογίας που βαρύνει τον εναγόμενο πρέπει να γίνει αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας κάθε γονέα στο σύνολο των εισοδημάτων τους, τα οποία, στην προκειμένη περίπτωση είναι όμοια, αφού και οι δύο διάδικοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, λαμβάνοντας ίσο (καθ΄ύψος) (καθαρό) μηνιαίο μισθό, τα δε ακίνητα περιουσιακά στοιχεία τους είναι απρόσοδα, δεδομένου ότι ο εναγόμενος έχει παραχωρήσει άνευ ανταλλάγματος τη χρήση δύο ακινήτων και συγκεκριμένα διαμερισμάτων στη μητέρα και στον αδερφό του, η δε ενάγουσα δεν διαθέτει ακίνητη περιουσία, εκτός από την ιδιόκτητη οικία, στην οποία κατοικεί με τα τέκνα της. Έτσι, σύμφωνα με τα παραπάνω η αναλογία που βαρύνει τον μεν εναγόμενο ανέρχεται στο ήμισυ της συνολικώς απαιτούμενης για κάθε ανήλικο τέκνο του, και συγκεκριμένα στο ποσό των 300 ευρώ, για τον ανήλικο ………… και των 200 ευρώ, για τη …………………….., τη δε ενάγουσα βαρύνει το υπόλοιπο μισό του συνολικώς αναγκαίου ποσού διατροφής κάθε τέκνου, δηλαδή αυτή βαρύνεται με τα (υπόλοιπα) ποσά των 300 ευρώ και 200 ευρώ, αντίστοιχα. Η ενάγουσα τα πιο πάνω ποσά τα καλύπτει εκτός από τα εισοδήματά της από την εργασία της και με τις προσωπικές υπηρεσίες της. Ο εναγόμενος μπορεί να καταβάλει τα ως άνω ποσά, χωρίς να διακινδυνεύει η δική του διατροφή, ούτε η συνεισφορά στη διατροφή της δεύτερης συζύγου του και του αποκτηθέντος με την τελευταία τέκνου του. Γι` αυτό και η ένσταση του εναγομένου (για διακινδύνευση της δικής του διατροφής), που είναι νόμιμη, γιατί επικαλείται ότι τα τέκνα του μπορούν να στραφούν εναντίον της υπόχρεης μητέρας τους (αρθρ. 1487 εδ. β΄ του ΑΚ), όπως παραδεκτά πρότεινε πρωτόδικα ο εναγόμενος ,την οποία παραδεκτά προτείνει προς απόκρουση της εφέσεως της ενάγουσας (αρθρ. 527 αριθμ. 1 του ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατά συνέπεια η εκκαλούμενη απόφαση που δέχθηκε τα ίδια και έστω με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, ιδίως ως προς το συνολικώς για κάθε ανήλικο τέκνο απαιτούμενη διατροφή, επιδίκασε τα ίδια ποσά ως συμμετοχή του εναγομένου στη διατροφή των ανηλίκων, ορθά εφάρμοσε το νόμο και σωστά εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνεπώς, μετά την παράθεση των ορθών αιτιολογιών χωρίς εξαφάνιση της εκκαλούμενης (αρθρ. 534 του ΚΠολΔ), πρέπει οι αντίθετοι λόγοι της έφεσης της ενάγουσας, αλλά και του εναγομένου, με τους οποίους παραπονούνται για το ως άνω ύψος των ποσών διατροφής των ανηλίκων που επιδικάστηκαν, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Κατά συνέπεια τούτων και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος για έρευνα πρέπει και οι δύο εφέσεις να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες στο σύνολό τους. Τέλος, ο εκκαλών κάθε έφεσης πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του αντίστοιχου εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά το νόμιμο σχετικό αίτημα τους (αρθρ. 106, 176, 183, 191 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις δύο εφέσεις, δηλαδή την από 21-10-2013 (αριθμ. εκθ. 1169/2013) της ενάγουσας και την από 30-9-2013 (αριθμ. εκθ. 1073/2013) του εναγομένου κατά της υπ` αριθ. 4496/2013 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά τις εφέσεις.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ΄ουσία τις εφέσεις.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα κάθε έφεσης στα δικαστικά έξοδα του αντίστοιχου εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού, τα οποία, για κάθε έφεση, ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 15 Σεπτεμβρίου 2014, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ»
———————————————–
Β. ΑΠΟΦΑΣΗ 9781/2015 ΜΠΡ ΑΘ (ΑΣΦ)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Ασφαλιστικά μέτρα. Ανάκληση ή μεταρρύθμιση απόφασης. Προϋποθέσεις. Δεν απαιτείται συνδρομή κινδύνου. Μεταβολή πραγμάτων. Έννοια. Περιπτωσιολογία. Απόφαση προσωρινής διατροφής και επικοινωνίας με ανήλικο τέκνο. Μεταβολή των αναγκών του τέκνου (νέα δαπάνη για εγγραφή σε βρεφονηπιακό σταθμό). Επιπτώσεις στον ψυχισμό του τέκνου νηπιακής ηλικίας εξ αιτίας της απομάκρυνσης από το περιβάλλον της μητέρας. Μεταβολή της χρονικής διάρκεια της επικοινωνίας με τον πατέρα και της διανυκτέρευσης στην οικία του. Μεταρρυθμίζει την απόφαση. Δικονομικά θέματα. Η μη αναγραφή στην επικεφαλίδα του δικογράφου ότι η αιτούσα μητέρα ενεργεί για λογαριασμό του τέκνου δεν επιφέρει ακυρότητα εφόσον προκύπτει η δικονομική της θέση από το περιεχόμενο του δικογράφου. Ένορκες βεβαιώσεις σε δίκη ασφαλιστικών μέτρων. Λαμβάνονται υπόψη και ακόμη και ελήφθησαν χωρίς κλήτευση του αντιδίκου.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: «ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 9781/2015
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23-11-2015, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει :
…
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 695 ΚΠολΔ η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων έχει προσωρινή ισχύ που δεσμεύει το Δικαστήριο μέχρι την, κατά τα άρθρα 696 – 698 ΚΠολΔ, ανάκληση ή μεταρρύθμισή της. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 696 παρ. 3 ΚΠολΔ «Το δικαστήριο που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα, έως την συζήτηση της αγωγής που αφορά την κύρια υπόθεση, έχει δικαίωμα, με αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, να μεταρρυθμίσει ή να ανακαλέσει ολικά ή εν μέρει την απόφασή του, εφόσον επήλθε μεταβολή των πραγμάτων που δικαιολογεί την ανάκληση ή τη μεταρρύθμισή της». Η ανάκληση ή μεταρρύθμιση της αποφάσεως που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα συνιστά αντιστάθμισμα για την απαγόρευση αοκήσεως ενδίκων μέσων (άρθρο 699 εδ. α’ ΚΠολΔ). Αντικείμενο δε της σχετικής αιτήσεως είναι η νομιμότητα της εξακολουθήσεως της ισχύος του ασφαλιστικού μέτρου που είχε διαταχθεί (ΜΠΑθ 17182/1997 ΕλλΔνη 41. 204, Κράνης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα ΕρμΚΠολΔ στο άρθρο 695 αριθμ. 1 σελ. 1363). Ο εν λόγω κανόνας καλύπτει όλες τις περιπτώσεις ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως (ΟλΑΠ 497/1978 ΝοΒ 1978. 668). Δηλαδή, η μεταβολή των συνθηκών υπό την έννοια του άρθρου 696 αριθμ. 3 ΚΠολΔ αποτελεί λόγο κάμψεως του προσωρινού δεδικασμένου και αναλόγως δικαιολογεί είτε αίτηση ανακλήσεως ή μεταρρυθμίσεως της αποφάσεως που διέταξε ασφαλιστικά μέτρα, είτε νέα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, όταν η αρχική απόφαση είναι απορριπτική (ΜΠΚερκ 254/2004 ΙονΕπιθ 2004. 213, ΜΠΑθ 9723/1987 ΕλλΔνη 29. 961). Ως μεταβολή πραγμάτων νοείται η μεταβολή των δεδομένων στα οποία στηρίχθηκε η απόφαση, δηλαδή η ύπαρξη νέων πραγματικών περιστατικών τα οποία έλαβαν χώρα μετά τη συζήτηση της υπόθεσης και τα οποία δεν μπορούσαν να τεθούν υπόψη του δικαστηρίου ή και προϋφιστάμενα της απόφασης περιστατικά, τα οποία αποκαλύφθηκαν τώρα και τα οποία αν είχαν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου θα εμφάνιζαν εντελώς διαφορετική πραγματική κατάσταση και θα το οδηγούσαν σε εντελώς διαφορετική κρίση για το ληπτέο ασφαλιστικό μέτρο. Κατά την αληθινή έννοια του άνω όρου δεν θεωρούνται νέα στοιχεία, γιατί δεν συνιστούν μεταβολή πραγμάτων που να δικαιολογούν την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της απόφασης : 1) οι πραγματικές πλημμέλειες αυτής, δηλαδή η κακή εκτίμηση των αποδείξεων που τέθηκαν υπόψη του, 2) η προσαγωγή κατά τη συζήτηση της αίτησης ανάκλησης το πρώτον νέων αποδεικτικών μέσων λ.χ. μαρτύρων κ.λ.π. για πραγματικά περιστατικά που προϋπήρχαν της ενώπιον του δικαστή εκδίκασης της αίτησης, εκτός της περίπτωσης γνώσης των πραγμάτων μετά την έκδοση της απόφασης και μη προσκομιδή από δικαιολογημένη αιτία, 3) οι νομικές πλημμέλειες της απόφασης, δηλαδή τα νομικά σφάλματα περί την ερμηνεία και εφαρμογή τον νόμων, καθόσον στην περίπτωση αυτή η επιδιώκουσα την ανάκληση της απόφασης αίτηση θα επείχε θέση ενδίκου μέσου (έφεσης), το οποίο με θετική του διάταξη απαγορεύει ο ΚΠολΔ (άρθρο 699) και συνεπώς με την παραδοχή μιας τέτοιας αίτησης θα επερχόταν αναδίκαση της υπόθεσης (Βαθρακοκοίλη ο.π, αρθ, 696, αριθ. 7) Η παραπάνω διάταξη του άρθρου 696 παρ. 3 του ΚΠολΔ έχει εφαρμογή και στην περίπτωση αποφάσεως, που έχει επιδικάσει προσωρινά, ασφαλιστικό μέτρο, κατά την οικεία διαδικασία, χρηματική απαίτηση διατροφής (βλ. Τζίφρα, Ασφ.μέτρα, έκδ. δ`, 1985, σελ. 257) και μεταβολή πραγμάτων που να δικαιολογούν την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της απόφασης επιδίκασης διατροφής μπορεί να συνιστά και η μείωση των αποδοχών του προς διατροφή υποχρέου (ΜονΠρΘεσ 5799/2010 δημ. ΤΝΠΔΣΑ), αρκεί να είναι πραγματική και να μην οφείλεται σε δόλο του ίδιου (ΜΠΘεσ 1176/2009 6ημ. ΤΝΠΔΣΑ). Τα νέα αυτά στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνονται στο δικόγραφο της ανακλητικής αίτησης και όχι να γίνεται επίκληση αυτών για πρώτη φορά κατά τη συζήτηση του ασφαλιστικού μέτρου ή με το σημείωμα (ΕφΑθ 4862/1985 ΕλλΔνη 25.1181, Β.Βαθρακοκοίλη, αρθρ. 696 αρ. 6, 8, 56). Σημειώνεται ότι για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποφάσεως, κατά την γνώμη που το παρόν Δικαστήριο προκρίνει ως ορθότερη, δεν απαιτείται επίκληση και πιθανολόγηση της συνδρομής επικειμένου κινδύνου ή επείγουσας περιπτώσεως, καθώς αυτή απαιτείται κατ’ άρθρο 682 παρ. 1 ΚΠολΔ, μόνον όταν ζητείται να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα και όχι όταν ζητείται η ανάκληση αυτών, για την οποία ο νόμος θέτει άλλες προϋποθέσεις (ΜΠΘεσ 10695/2015 Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτούσα, με την υπό κρίση αίτησή της, όπως παραδεκτά συμπληρώθηκε με το έγγραφο σημείωμά της, ισχυρίζεται ότι εκδόθηκε η υπ` αρ. 229/2015 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία, της ανατέθηκε προσωρινώς η επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου που απέκτησε από τον γάμο της με τον καθ` ου, υποχρεώθηκε ο καθ’ ου να της προκαταβάλλει προσωρινώς ως διατροφή του τέκνου τους το ποσό των 500 ευρώ την πρώτη ημέρα κάθε μήνα για το χρονικό διάστημα από την επίδοση της αιτήσεως και εφεξής με το νόμιμο τόκο από της καθυστερήσεως καταβολής κάθε μηνιαίας δόσεως μέχρι την εξόφληση και ρυθμίσθηκε η άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του καθ` ου με το τέκνο τους. Ότι με την υπ’ αρ. 5001/2015 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ανακλήθηκε εν μέρει η υπ’ αρ. 229/2015 απόφασή του και δη α) ως προς τη διάταξη περί υποχρεώσεως του καθ’ ου να καταβάλλει στην αιτούσα προσωρινή διατροφή για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους ύψους 350 μηνιαίως, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας από τον καθ’ ου κύριας αγωγής (αρ. κατ. 14613/284/2015) και β) ως προς τη διάταξη που αφορά στην επικοινωνία του καθ’ ου με το ανήλικο τέκνο τους. Ότι, έκτοτε επήλθε μεταβολή των πραγμάτων που δικαιολογεί την μεταρρύθμιση της υπ’ αρ. 5001/2015 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου ως την περί διατροφής υποχρέωση του καθ’ ου και την επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο τους, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα λεπτομερώς στο δικόγραφο. Με βάση αυτό το ιστορικό η αιτούσα ζητεί να μεταρρυθμιστεί η υπ’ αρ. 5001/2015 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ως προς την υποχρέωση διατροφής του καθ’ ου και τη ρύθμιση της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο τους. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί ο καθ` ου στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Η αίτηση αυτή, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται για να δικαστεί από το Δικαστήριο αυτό, που διέταξε το υπό μεταρρύθμιση ασφαλιστικό μέτρο, με την προκειμένη διαδικασία των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ. Είναι δε επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένου ως αβάσιμου του σχετικού αντίθετου ισχυρισμού του καθ’ ου και νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 696 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Σημειωτέον ότι από το όλο περιεχόμενο και αιτητικό του υπό κρίση δικογράφου σαφώς προκύπτει ότι οι σε αυτό σωρευόμενες αιτήσεις περί μεταρρυθμίσεως της υπ’ αρ. 5001/2015 αποφάσεως του παρόντος Δικαστηρίου ως προς την υποχρέωση διατροφής του καθ’ ου και τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας έχουν ασκηθεί από την τελευταία (αιτούσα) υπό την ιδιότητά της ως ασκούσης προσωρινώς την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου τους, νομιμοποιούμενης έτσι ενεργητικώς στην άσκησή τους, παρά το ότι στην επικεφαλίδα του δικογράφου δεν αναγράφεται ότι αυτή ενεργεί για λογαριασμό του τέκνου, καθόσον γίνεται δεκτό ότι δεν είναι άκυρο το δικόγραφο εκ του ότι δεν αναγράφονται στην επικεφαλίδα του τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει η διαδικαστική θέση κάθε διαδίκου, αρκεί αυτά να προκύπτουν από το όλο περιεχόμενο του δικογράφου (ΕφΑθ 11687/1995 ΕλλΔικ 37/1116, ΕφΑθ 1527/1992 ΕλλΔικ 35/435, ΕφΑθ 11675/1986 ΕλλΔικ 28/1336, ΜΠΠατρ 158/2015, ΜΠρΡοδ 2076/2009 ΝΟΜΟΣ, Βαθρακοκοίλης, ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 118, § 50, σελ. 741), απορριπτομένου συνεπώς ως αβάσιμου του σχετικού αντίθετου ισχυρισμού του καθ’ ου. Περαιτέρω παραδεκτώς, χωρίς την τήρηση προδικασίας, με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του που καταχωρήθηκε από τον Δικαστή στο δικόγραφο της αίτησης, επαναλαμβάνεται δε στο κατατεθέν έγγραφο σημείωμά του, άσκησε ο καθ’ ου η αίτηση ανταίτηση (Π. Τζίφρα Ασφαλιστικά Μέτρα”, έκδοση Δ, 1985, σελ. 33, Κ. Γεωργίου “Ασφαλιστικά Μέτρα”, έκδοση Β, αριθ. 16, 17 και 19, I. Χαμηλοθώρη, “Ασφαλιστικά Μέτρα”, 2010, §§ 157 – 159, σελ. 42), με την οποία ζητεί να ρυθμισθεί προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του με το τέκνο του κατά τον αναφερόμενο σε αυτήν τρόπο. Η ανταίτηση είναι ορισμένη, απορριπτομένου του αντίθετου σχετικού ισχυρισμού της αιτούσας. Είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1510, 1514, 1520 ΑΚ, 176, 682 παρ. 1 και 735 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η ανταίτηση, αφού συνεκδικασθεί με την κύρια αίτηση, αφενός λόγω της φανερής μεταξύ τους συνάφειας (άρθρο 31 § 3 ΚΠολΔ), αφετέρου επειδή αμφότερες υπάγονται στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, με τη δε συνεκδίκασή τους επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ), να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης ………………….. και ………………… , που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, μεταξύ των οποίων και η δοθείσα α) ενώπιον της Συμβολαιογράφου Λάρισας ………………… υπ’ αρ. …./19-10-2015 ένορκη βεβαίωση του ……… , β) ενώπιον της συμβολαιογράφου….. υπ’ αρ. …../24-11-2015 ένορκη βεβαίωση της …… και γ) ενώπιον της συμβολαιογράφου Πατρών ……………. υπ’ αρ. …./2-10-2015 ένορκη βεβαίωση της …………. , οι οποίες νομίμως λαμβάνονται υπόψη, παρά το ότι λήφθηκαν με επιμέλεια του καθ’ ου χωρίς κλήτευση της αιτούσας [αφού, κατά την άποψη που το Δικαστήριο αυτό ακολουθεί ως ορθότερη, σε υποθέσεις που δικάζονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, παραδεκτώς λαμβάνονται υπόψη και ένορκες βεβαιώσεις που έχουν ληφθεί χωρίς προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου (ΑΠ 221/1993 ΕΕΔ 53/343, ΑΠ 1515/1991 ΕλλΔικ 33/1544, ΑΠ 1435/1991 ΕλλΔικ 34/58, ΑΠ 739/1988 ΕΕΝ 1989/384, ΑΠ 6459/1987 ΑΝ 38/785, ΕφΘρακ 223/1999 Δ 31/-105, ΜΠρΑθ 4946/2007 ΕλλΔικ 49/302, Τζίφρας, “Ασφαλιστικά Μέτρα”, έκδοση τέταρτη, σελ. 53)], προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στα πλαίσια άλλων δικών μεταξύ των ιδίων διαδίκων), επομένως θα εκτιμηθούν ως απλά έγγραφα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων καθόσον δεν συνιστούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο (ΑΠ 134/2012 Νόμος), γενομένης, για το λόγο αυτό, ως εκ περισσού ειδικής μνείας τους στην παρούσα απόφαση (ΑΠ 411/2012 ΧρΙΔ 2012/613), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), πιθανολογήθηκαν, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να λάβει υπόψη του, κατά την προκειμένη διαδικασία και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (αρθρ. 690 παρ. 1, 691 παρ. 1 και 347 ΚΠολΔ), τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Από τον γάμο της αιτούσας με τον καθ’ ου, που έγινε στις 22-8-2009, σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, γεννήθηκε στις 6-11-2013 ένα άρρεν τέκνο που δεν έχει ακόμα βαπτισθεί. Στην πορεία της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων δημιουργήθηκαν προβλήματα και συγκρούσεις και τον Ιούνιο του 2014 η αιτούσα αποχώρησε από τη συζυγική οικία στο Ν. Ηράκλειο Αττικής με το ανήλικο τέκνο της και εγκαταστάθηκε αρχικά στην οικία της αδελφής της στο Ζούμπερι Αττικής, ενώ από το Σεπτέμβριο του 2014 διαμένει με τους γονείς της στη Λάρισα. Με την υπ’ αρ. 229/2015 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, δικάζοντος κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, που εκδόθηκε κατόπιν αντίθετων αιτήσεων των διαδίκων, ανατέθηκε στην αιτούσα η προσωρινή επιμέλεια του ως άνω ανηλίκου, ορίστηκε το ποσό της προσωρινής διατροφής που υποχρεούται ο καθ’ ου να καταβάλλει στην αιτούσα για λογαριασμό του ως άνω ανηλίκου τέκνου σε 500 ευρώ μηνιαίως και ρυθμίσθηκε το δικαίωμα επικοινωνίας του καθ’ ου με το ανήλικο με τον τρόπο που ειδικότερα προσδιορίζεται. Εχει δε ασκηθεί και σχετική τακτική αγωγή από τον καθ’ ου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 14613/284/2015 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (ειδική διαδικασία των άρθρων 681Β επ. ΚΠολΔ), για την οποία έχει ορισθεί δικάσιμος η 10η-10-2016. Με την υπ’ αρ. 5001/2015 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ανακλήθηκε εν μέρει η υπ’ αρ. 229/2015 απόφασή του και δη α) ως προς τη διάταξη περί υποχρεώσεως του καθ’ ου να καταβάλλει στην αιτούσα προσωρινή διατροφή για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους ύψους 350 μηνιαίως, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας από τον καθ’ ου κύριας αγωγής (αρ. κατ. 14613/284/2015) και β) ως προς τη διάταξη που αφορά στην επικοινωνία του καθ’ ου με το ανήλικο τέκνο τους. Επίσης πρέπει να τονισθεί ότι αιτούσα στις 12-2-2014 διορίσθηκε ως Ειρηνοδίκης στο Ειρηνοδικείο Μυρτουντίων της Περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αμαλιάδας και επέστρεψε στα καθήκοντά της ως δόκιμη Ειρηνοδίκης, από την άδεια ανατροφής, στις 17-11-2014. Έκτοτε αναγκάζεται να μεταβαίνει από την κατοικία της στη Λάρισα και να διαμένει για μερικές ημέρες την εβδομάδα στην Αμαλιάδα. Από το Μάρτιο του 2015 πιθανολογήθηκε ότι η διανυκτέρευσή της στην Αμαλιάδα περιορίσθηκε στις δύο με τρεις ημέρες το μήνα. Έτσι, η τελευταία διαμένει το μεγαλύτερο μέρος του μήνα στη Λάρισα , όπου επικουρείται από τους γονείς της στην ανατροφή του τέκνου της, οι οποίοι (γονείς) τη βοηθούν σημαντικά στην αντιμετώπιση των καθημερινών αναγκών της καθώς και από μία παιδαγωγό που τελεί υπό τη συνεχή επίβλεψη των τελευταίων. Το ανήλικο λόγω της βρεφικής ηλικίας του έχει αναπτύξει ιδιαίτερο σύνδεσμο με την αιτούσα και τους γονείς της. Περαιτέρω, αυτό (ανήλικο) είναι προφανές ότι δεν μπορεί να εξασφαλίσει μόνο του τη διατροφή του και την κάλυψη των ατομικών του αναγκών επειδή δεν έχει εισοδήματα από προσωπική περιουσία. Επομένως, υπόχρεοι για τη διατροφή του είναι σύμφωνα με το νόμο οι δύο γονείς του ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνάμεις. Οπως προεκτέθηκε, το ανήλικο διαμένει μαζί με την αιτούσα στην ιδιόκτητη οικία των γονέων της στη Λάρισα και συνεπώς απαλλάσσεται των δαπανών στεγάσεως, επιβαρύνεται όμως με όλες τις λειτουργικές δαπάνες της οικίας αυτής (θέρμανση, κατανάλωση νερού και ηλεκτρικού ρεύματος). Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι από το Σεπτέμβριο του 2015 η αιτούσα υποχρεώθηκε να εγγράψει το ανήλικο τέκνο της στο βρεφονηπιακό σταθμό «………………..», στον οποίο θα καταβάλλει κάθε μήνα το ποσό των 260 ευρώ (δίδακτρα και διατροφή). Οι εγγραφές για τη σχολική χρονικά 2015 – 2016 ορίσθηκαν, σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας, από 1-6 έως 15-6-2015, έως δε και τις 10 Μαρτίου 2015, οπότε συζητήθηκε η από 4-2-2015 (αρ. κατ. 14573/1650/2015) αίτηση του καθ’ ου (επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αρ. 5001/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου), δεν υπήρχε η δυνατότητα εγγραφής του ως άνω τέκνου στο βρεφονηπιακό σταθμό, ούτε είχε προκύψει και η αναγκαιότητα εγγραφής του. Η εν λόγω εγγραφή κατέστη «υποχρεωτική» περί τα τέλη Ιουνίου 2015, οπότε η αιτούσα πληροφορήθηκε ότι δεν έγινε δεκτή η αίτηση που είχε υποβάλει προκειμένου να μετατεθεί στη Λάρισα και ως εκ τούτου θα ήταν αναγκασμένη να υπηρετεί ως Ειρηνοδίκης στο Ειρηνοδικείο Μυρτουντίων της Περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αμαλιάδας και το νέο δικαστικό έτος 2015 – 2016 . Κατά τα λοιπά οι υπόλοιπες δαπάνες διατροφής και συντήρησής του είναι οι συνήθεις ανηλίκων της αντίστοιχης ηλικίας, της αυτής από απόψεως οικονομικών δυνατοτήτων των γονέων τους καταστάσεως. Ο καθ’ ου πατέρας του είναι ηλεκτρολόγος – μηχανολόγος μηχανικός και εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος στην εταιρεία κινητής τηλεφωνίας ………….. . Από την εργασία του αυτή αποκομίζει σταθερά εισοδήματα ανερχόμενα στο ποσό των 7.420 ευρώ κατά μέσον όρο μηνιαίως, συμπεριλαμβανομένων σε αυτό των ποσών πρόσθετης παροχής σε χρήμα (bonus) που λαμβάνει ανάλογα με την εκπλήρωση των στόχων, όχι όμως σε σταθερή και μόνιμη βάση αλλά μόνον ανάλογα με τις εκάστοτε συντρέχουσες περιστάσεις. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το υπ’ αρ. πρωτ. …../20-10-2015 πιστοποιητικό της Δ.Ο.Υ. Ηρακλείου Αττικής, ο καθ’ ου δήλωσε για το τελευταίο φορολογικό έτος 2014 εισοδήματα ύψους 89.039,70 ευρώ από μισθωτές υπηρεσίες.
Επίσης, διαθέτει 4.250 μετοχές της εταιρείας ………. , ενώ από την πώληση άλλων 4.000 μετοχών τον Ιούνιο του 2014 εισέπραξε το ποσό των 48.200 ευρώ και έχει το ποσό των 60.000 ευρώ περίπου σε τραπεζικές καταθέσεις. Επιπλέον, έχει στην ιδιοκτησία του το δικαίωμα υψούν σε μία μονοκατοικία στη θέση…. στη Ζαχάρω. Άλλα εισοδήματα από προσωπική ακίνητη ή άλλη προσοδοφόρο περιουσία αυτός δεν απολαμβάνει. Μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής του διαμένει σε μισθωμένο επ’ ονόματί του διαμέρισμα στο Νέο Ηράκλειο, που βρίσκεται στην οδό …………. αρ. . , για το οποίο καταβάλλει ως μηνιαίο μίσθωμα το ποσό των 400 ευρώ και επιπλέον βαρύνεται με τις κοινόχρηστες δαπάνες που αναλογούν σε αυτό. Δηλαδή, ο ανωτέρω καθ’ ου, πλέον των υποχρεώσεών του απέναντι στο ανήλικο τέκνο του από τον γάμο του με την αιτούσα, δεν έχει άλλες πρόσθετες διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα ούτε αντιμετωπίζει άλλες ιδιαίτερες δαπάνες, πλην των συνήθων για τη διατροφή και συντήρησή του, ούτε αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, ενώ η δαπάνη των ασφαλίστρων για την ασφάλεια υγείας του στην ασφαλιστική εταιρεία «…………..» καταβάλλεται από την ως άνω εργοδότριά του. Από το άλλο μέρος η αιτούσα εργάζεται, όπως αναφέρθηκε, ως Ειρηνοδίκης στο Ειρηνοδικείο Μυρτουντίων αποκομίζουσα το ποσό των 1.886,34 ευρώ μηνιαίως . Διαμένει με το άνω ανήλικο τέκνο της στην ιδιόκτητη ως άνω οικία των γονέων της στη Λάρισα και συνεπώς δεν βαρύνεται προς το παρόν με δαπάνες στεγάσεως αλλά με τα αυξημένα ως εκ της εκεί διαμονής της λειτουργικά έξοδα αυτής, όπως έξοδα θέρμανσης, κοινοχρήστων, κατανάλωσης νερού και ηλεκτρικού ρεύματος κ.λπ.. Επιπλέον, έχει στην κυριότητά της ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 261,07 τ.μ. στα Νέα Ηπειρώτικα Λάρισας και ένα ιδιωτικής χρήσεως επιβατηγό αυτοκίνητο μάρκας…, 1364 cc. Δεν αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας ούτε έχει διατροφικές υποχρεώσεις προς τρίτα πρόσωπα, πλην του ανηλίκου τέκνου της. Οι μηνιαίες οικονομικές δυνάμεις της υπολογίζονται στο ποσό των 2.100 ευρώ κατά μέσον όρο, αν ληφθεί υπόψη η χρηματική αποτίμηση των υπηρεσιών που παρέχει στο ανήλικο για την ανατροφή, περιποίηση και στέγασή του, η οποία προσδιορίζεται σε 200 ευρώ περίπου και τα μηνιαία εισοδήματά της που ανέρχονται στο παραπάνω ποσό. Άλλα εισοδήματα από προσωπική ακίνητη ή κινητή περιουσία ούτε αυτή απολαμβάνει. Έτσι, ανάλογα με τις δυνάμεις της αυτές ενέχεται και αυτή στη διατροφή του ανηλίκου τέκνου της. Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων λαμβανομένων υπόψη των συνολικών διατροφικών αναγκών του ανηλίκου τέκνου τους, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του, με συνεκτίμηση και των συνθηκών ζωής και των δυνάμεων των γονέων του, από τις οποίες αυτές συμπροσδιορίζεται, η απαιτούμενη ανάλογη γι’ αυτό διατροφή ανέρχεται στο ποσό των 800 ευρώ, στο οποίο συνυπολογίζεται και η δαπάνη παροχής στέγης, ηλεκτροφωτισμού, ύδρευσης, θέρμανσης, φοίτησης στο βρεφονηπιακό σταθμό και η παροχή προσωπικής εργασίας και οι φροντίδες της μητέρας του. Με το ποσό αυτό μπορούν να καλυφθούν όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και την ανατροφή του, ώστε να εξασφαλισθεί ένα επίπεδο διαβίωσής ανταποκρινόμενο προς το επίπεδο ζωής των γονέων του. Περαιτέρω, το Δικαστήριο από την εκτίμηση και σύγκριση των δυνάμεών τους σχηματίζει την κρίση ότι ο καθ’ ου βαρύνεται με μέρος της συνολικής διατροφής που απαιτείται γι’ αυτό (ανήλικο) και δη με το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως, στο οποίο ανέρχεται η συμμετοχή του στη διατροφή του, ενώ με το υπόλοιπο ποσό βαρύνεται η μητέρα του (αιτούσα) με την παροχή των προσωπικών της υπηρεσιών αλλά και με την ανάλωση μέρους των εισοδημάτων της, ως έχουσα κατά νόμο συντρέχουσα και ανάλογη των οικονομικών και εν γένει δυνατοτήτων της υποχρέωση διατροφής του, γενομένης δεκτής κατά ένα μέρος ως βάσιμης και από ουσιαστική άποψη της ενστάσεως συνεισφοράς που πρότεινε ο καθ’ ου. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι μέχρι την έκδοση της υπ’ αρ. 5001/2015 αποφάσεως του παρόντος Δικαστηρίου το ανήλικο δεν είχε διανυκτερεύσει ποτέ με τον καθ’ ου κατά την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του τελευταίου. Έτσι, το τέκνο δεν είχε εξοικειωθεί μαζί του, λαμβανομένου υπόψη ότι η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων διασπάστηκε όταν το ανήλικο ήταν μόλις 7 μηνών. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι, όπως κατέθεσε μετά λόγου γνώσεως και η μάρτυρας απόδειξης ………. , από τις αρχές του καλοκαιριού του 2015 λόγω της απομάκρυνσής του από την αιτούσα για τρία πλέον Σαββατοκύριακα κάθε μήνα, αλλά και της αδικαιολόγητης αρνήσεως του καθ’ ου να επιτρέπει την καθ’ οιονδήποτε τρόπο επικοινωνία του παιδιού του με τη μητέρα του κατά τα χρονικά αυτά διαστήματα, το ανήλικο εμφάνισε συμπτώματα ψυχολογικής διαταραχής. Η αιτούσα βλέποντας την αλλαγή στη συμπεριφορά του παιδιού, τον Ιούλιο του 2015 απευθύνθηκε σε ψυχολόγο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας. Η επιληφθείσα ψυχολόγος ………………… διέγνωσε ότι τα συμπτώματα αυτά που εμφανίζει το ως άνω τέκνο οφείλονται αποκλειστικά στα αισθήματα ανασφάλειας που έχει όταν απομακρύνεται από το σταθερό του περιβάλλον τόσες πολλές ώρες, ως και στο θυμό που νοιώθει έναντι της μητέρας του πιστεύοντας ότι το έχει εγκαταλείψει (βλ . την από 27-7-2015 βεβαίωση παροχής συμβουλευτικής συνεδρίας της ανωτέρω ψυχολόγου του Γ.Ν. Λάρισας). Επιπλέον, πιθανολογήθηκε ότι η βεβαρημένη ψυχολογία του ανηλίκου επιδεινώθηκε τον Αύγουστο του 2015, οπότε στερήθηκε για πρώτη φορά την παρουσία της αιτούσας για 15 συνεχείς ημέρες. Και πάλι ο καθ’ ου, παρά τις παρακλήσεις της αιτούσας, δεν της επέτρεψε να μιλήσει τηλεφωνικά με τον γιο της κατά το ως άνω χρονικό διάστημα. Η αιτούσα μετά τις θερινές διακοπές του ανηλίκου απευθύνθηκε στο Δημόσιο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Λάρισας. Οπως κατέθεσε η μάρτυρας απόδειξης ………… , η πρώτη συνάντηση έλαβε χώρα στις 25-9-2015 και επακολούθησε δεύτερη τις 30-10-2015 λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης του τέκνου. Η επιληφθείσα παιδοψυχίατρος …………. από το ιστορικό που της εκτέθηκε και την προσωπική της επαφή με το παιδί, διαπίστωσε ότι η επί 15νθήμερο συνεχής διαμονή του ανηλίκου με τον καθ’ ου, χωρίς την οπτική επαφή με τη μητέρα του σε συνδυασμό και με την άρνηση του πατέρα του να του επιτρέψει να ακούσει έστω την αιτούσα στο τηλέφωνο, του δημιούργησε θυμό προς την τελευταία καθώς εισέπραξε την απουσία της ως έλλειψη αγάπης και ενδιαφέροντος. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η αιτούσα λόγω της ρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας με την υπό ανάκληση απόφαση και της υπ’ αρ. 16/2015 αποφάσεως της Ολομέλειας του Πρωτοδικείου Αμαλιάδας, με την οποία ορίσθηκε να υπηρετήσει στο Α΄ Τμήμα Διακοπών και δη για το διάστημα από 1-7-2015 έως και 19-7-2015 δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει διακοπές με το παιδί της. Παρά ταύτα πιθανολογείται ότι ο καθ’ ου τρέφει αισθήματα αγάπης και στοργής για το ως άνω τέκνο, με το οποίο η επικοινωνία είναι αναγκαίο να ρυθμιστεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μην αποκοπούν οι μεταξύ τους δεσμοί, γεγονός που θα έχει δυσμενή επίδραση στην ψυχοσωματική του ανάπτυξη. Κατά συνέπεια, η επικοινωνία του καθ’ ου με το ανήλικο τέκνο πρέπει να συνεχισθεί στο μέτρο που κρίνεται απαραίτητη για την ομαλή ανάπτυξή του με δεδομένη την αναγκαιότητα της καλής σχέσης που πρέπει να έχουν μεταξύ τους, διότι στην αντίθετη περίπτωση ο παντελής αποχωρισμός του από την πατρική επαφή θα έχει επιπτώσεις στην ψυχοσωματική του κατάσταση. Για τον καθορισμό του δικαιώματος επικοινωνίας του καθ’ ου με αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη η βρεφική του ηλικία (2 ετών), η οποία δεν του επιτρέπει προς το παρόν την πλήρη απομάκρυνσή του από τη μητέρα του (αιτούσα) για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ετσι, είναι ανάγκη με βάση την υφιστάμενη κατάσταση να καθορισθεί η επικοινωνία του πατέρα του με αυτό ως εξής : α) κάθε πρώτο και τρίτο Σαββατοκύριακο κάθε μήνα από 10:00 του Σαββάτου μέχρι 18:00 το απόγευμα της ίδιας ημέρας και από 10:00 το πρωί της Κυριακής έως τις 18:00 το απόγευμα της ίδιας ημέρας, β) κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, κατά το έτος 2015 μόνον από 10:00 της 29ης Δεκεμβρίου έως ώρα 10:00 της 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους και εν συνεχεία κατά τα έτη με ζυγό αριθμό από 10:00 της 23ης Δεκεμβρίου έως ώρα 10:00 της 26ης Δεκεμβρίου και κατά τα έτη με μονό αριθμό από ώρα 10:00 της 29ης Δεκεμβρίου έως ώρα 10:00 της 1ης Ιανουαρίου του επόμενου έτους , γ) κατά τις εορτές του Πάσχα, κατά το έτος 2016 μόνον από ώρα 10:00 της Μεγάλης Τετάρτης έως ώρα 10:00 της Μεγάλης Παρασκευής και εν συνεχεία κατά τα έτη με μονό αριθμό από ώρα 10:00 του Σαββάτου του Λαζάρου έως ώρα 10:00 της Μεγάλης Τρίτης και κατά τα έτη με ζυγό αριθμό από ώρα 10:00 της Τρίτης της Διακαινησίμου έως ώρα 10:00 της Πέμπτης της Διακαινησίμου και δ) κατά τις καλοκαιρινές διακοπές και δη κατά τα έτη με ζυγό αριθμό για έξι (6) συνεχόμενες ημέρες κατά τον μήνα Ιούλιο, ήτοι από 10:00 της 1ης Ιουλίου έως ώρα 18:00 της 6ης Ιουλίου και κατά τα έτη με μονό αριθμό για έξι (6) συνεχόμενες ημέρες κατά τον μήνα Αύγουστο, ήτοι από 10:00 της 1ης Αυγούστου έως ώρα 18:00 της 6ης Αυγούστου. Ο καθ’ ου θα παραλαμβάνει το τέκνο από το σπίτι της αιτούσας στη Λάρισα από την ίδια την αιτούσα και σε περίπτωση απουσίας της από τον πατέρα ή τη μητέρα της, όπου και θα το παραδίδει. Η αιτούσα κατά τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας οφείλει να διευκολύνει την καθημερινή τηλεφωνική επικοινωνία του αιτούντος με το ανήλικο ή την επικοινωνία αυτού μέσω προγραμμάτων λογισμικού (skype). Αυτονόητο είναι ότι η επικοινωνία θα πραγματοποιείται κατά τον παραπάνω τρόπο, διότι πιθανολογείται ότι δεν θα θέσει σε κίνδυνο την ομαλή ανατροφή του τέκνου, λαμβάνοντας όμως πάντοτε υπόψη ο καθ’ ου κατά την άσκηση του άνω δικαιώματός του τις ανάγκες του ενόψει της βρεφικής του ηλικίας, οι οποίες πρέπει να συνεκτιμώνται από τον καθ’ ου κατά την άσκηση του εν λόγω δικαιώματός του. Με βάση αυτά που εκτέθηκαν, συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση η κατά το άρθρο 696 παρ. 3 του ΚΠολΔ δικαιολογούσα τη μεταρρύθμιση της πιο πάνω αποφάσεως μεταβολή των συνθηκών, ήτοι η μεταβολή εκείνη που αναφέρεται σε κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου τούτου και τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση επί της κριθείσας διαφοράς και οδηγούν σε κρίση αντίθετη προς τη νομιμότητα εξακολουθήσεως του ληφθέντος ασφαλιστικού μέτρου της προσωρινής διατροφής και της επικοινωνίας του καθ’ ου με τον ανήλικο γιο του ως προς την χρονική της διάρκεια και ειδικότερα ως προς την διανυκτέρευση, αφού εάν τα περιστατικά αυτά εάν είχαν τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου, που εξέδωσε την προαναφερόμενη υπ’ αρ. 5001/2015 απόφαση, θα εμφάνιζαν διαφορετική πραγματική κατάσταση και θα απέληγαν σε διαφορετική κρίση για την επικοινωνία με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου, καθώς ως προς το θέμα αυτό η συμφωνία των διαδίκων δεν είναι δεσμευτική. Στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο οδηγήθηκε στην ως άνω κρίση, χωρίς να προηγηθεί επικοινωνία αυτού με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, καθώς αυτό λόγω της νηπιακής του ηλικίας στερείται της απαιτούμενης ωριμότητας για τον σχηματισμό προσωπικής κρίσης. Σημειωτέον δε ότι για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποφάσεως, κατά την γνώμη που το παρόν Δικαστήριο προκρίνει ως ορθότερη, δεν απαιτείται επίκληση και πιθανολόγηση της συνδρομής επικειμένου κινδύνου ή επείγουσας περιπτώσεως, καθώς αυτή απαιτείται κατ’ άρθρο 682 παρ. 1 ΚΠολΔ, μόνον όταν ζητείται να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα και όχι όταν ζητείται η ανάκληση αυτών, για την οποία ο νόμος θέτει άλλες προϋποθέσεις (ΜΠΘεσ 10695/2015 Νόμος), απορριπτομένου επομένως ως αβάσιμου του σχετικού αντίθετου ισχυρισμού του καθ’ ου. Κατ` ακολουθία όλων των πιο πάνω εκτεθέντων, πρέπει να μεταρρυθμισθεί η παραπάνω απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ως προς τη διάταξή της για την προσωρινή διατροφή και την επικοινωνία του καθ’ ου με το ανήλικο τέκνο του κατά τα κατωτέρω οριζόμενα. Κατόπιν όλων αυτών, πρέπει αφενός μεν να απορριφθεί ως αβάσιμη από ουσιαστική άποψη η προφορικώς στο ακροατήριο ασκηθείσα ανταίτηση, αφετέρου δε να γίνει εν μέρει δεκτή η υπό κρίση αίτηση ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να μεταρρυθμισθεί η υπ` αριθμόν 5001/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου ως προς τις ανωτέρω διατάξεις της κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της μεταξύ τους σχέσεως ως συζύγων (άρθρο 179 ΚΠολΔ, ΜΠΘεσ 10695/2015 Νόμος)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, την αίτηση και την ασκηθείσα προφορικώς στο ακροατήριο ανταίτηση.
Απορρίπτει την ανταίτηση καθώς και ό,τι κρίθηκε στο σκεπτικό ως απορριπτέο.
Δέχεται εν μέρει την αίτηση.
Μεταρρυθμίζει την υπ’ αρ. 5001/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, α) ως προς τη διάταξή περί υποχρεώσεως του καθ’ ου να καταβάλλει προσωρινή διατροφή στην αιτούσα, για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της, την οποία προσδιορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ μηνιαίως, μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της ασκηθείσας από τον καθ’ ου κύριας αγωγής (υπ’ αρ. έκθεσης κατάθεσης 14613/284/2015) και β) ως προς τη διάταξη καθορισμού του δικαιώματος επικοινωνίας του καθ’ ου με το ανήλικο τέκνο του που την ορίζει ως εξής : α) κάθε πρώτο και τρίτο Σαββατοκύριακο κάθε μήνα από 10:00 του Σαββάτου μέχρι 18:00 το απόγευμα της ίδιας ημέρας και από 10:00 το πρωί της Κυριακής έως τις 18:00 το απόγευμα της ίδιας ημέρας, β) κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, κατά το έτος 2015 μόνον από 10:00 της 29ης Δεκεμβρίου έως ώρα 10:00 της 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους και εν συνεχεία κατά τα έτη με ζυγό αριθμό από 10:00 της 23ης Δεκεμβρίου έως ώρα 10:00 της 26ης Δεκεμβρίου και κατά τα έτη με μονό αριθμό από ώρα 10:00 της 29ης Δεκεμβρίου έως ώρα 10:00 της 1ης Ιανουαρίου του επόμενου έτους, γ) κατά τις εορτές του Πάσχα, κατά το έτος 2016 μόνον από ώρα 10:00 της Μεγάλης Τετάρτης έως ώρα 10:00 της Μεγάλης Παρασκευής και εν συνεχεία κατά τα έτη με μονό αριθμό από ώρα 10:00 του Σαββάτου του Λαζάρου έως ώρα 10:00 της Μεγάλης Τρίτης και κατά τα έτη με ζυγό αριθμό από ώρα 10:00 της Τρίτης της Διακαινησίμου έως ώρα 10:00 της Πέμπτης της Διακαινησίμου και δ) κατά τις καλοκαιρινές διακοπές και δη κατά τα έτη με ζυγό αριθμό για έξι (6) συνεχόμενες ημέρες κατά τον μήνα Ιούλιο, ήτοι από 10:00 της 1ης Ιουλίου έως ώρα 18:00 της 6ης Ιουλίου και κατά τα έτη με μονό αριθμό για έξι (6) συνεχόμενες ημέρες κατά τον μήνα Αύγουστο, ήτοι από 10:00 της 1ης Αυγούστου έως ώρα 18:00 της 6ης Αυγούστου. Ο καθ’ ου θα παραλαμβάνει το τέκνο από το σπίτι της αιτούσας στη Λάρισα από την ίδια την αιτούσα και σε περίπτωση απουσίας της από τον πατέρα ή τη μητέρα της, όπου και θα το παραδίδει. Η αιτούσα κατά τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας οφείλει να διευκολύνει την καθημερινή τηλεφωνική επικοινωνία του αιτούντος με το ανήλικο ή την επικοινωνία αυτού μέσω προγραμμάτων λογισμικού (skype).
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα την 1η-12-2015, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ»
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ