ΔΕφ ΘΕσ 1161/2014: Δεν αντίκειται στο Συντ. και την ΕΣΔΑ ο περιορισμός της ευθύνης του Επικουρικού Κεφαλαίου για χρηματική ικανοποίηση, όπως αυτός ορίσθηκε με τον ν. 4092/2012.
Η ένδικη αγωγή, κατά το μέρος αυτής που στρέφεται σε βάρος του δευτέρου εναγομένου νομικού προσώπου, με την επωνυμία «Επικουρικό Κεφάλαιο», όσον αφορά, ειδικότερα, την αναγνώριση της εις ολόκληρον υποχρέωσής του για την καταβολή της αιτούμενης χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, ενός εκάστου των εναγόντων, είναι νόμιμη, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 2, 10 και 19 §§ 1 εδ. β ́ και 2 εδ. α ́ του ν. 489/1976, όπως κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 237/1986 και όπως οι εν λόγω διατάξεις ισχύουν πλέον, μετά την εφαρμογή του ν. 4092/2012 (ΦΕΚ Α 220/8.11.2012), μόνο μέχρι του ποσού των 6.000 ευρώ για κάθε ενάγοντα-δικαιούχο, αντίστοιχα και απορριπτέα, ως νόμω αβάσιμη, ως προς το υπόλοιπο αιτούμενο ποσό για τον καθένα τους, αντίστοιχα, καθόσον ο με τη συγκεκριμένη ρύθμιση θεσπισθείς περιορισμός της ευθύνης του Επικουρικού Κεφαλαίου (που έχει αναδρομική ισχύ) καταλαμβάνει και τις ήδη γεννημένες αξιώσεις κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου, εκτός απ’ αυτές που έως το χρόνο έναρξης της εφαρμογής του (ήτοι, έως την έναρξη της τυπικής ισχύος του ν. 4092/2012), είχαν επιδικασθεί με οριστική δικαστική απόφαση, περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω (άρθρο τέταρτο § γ ́ του ν. 4092/2012), αφού η παρούσα υπόθεση συζητήθηκε πρωτοδίκως, στις 13.12.2012, μετά την ισχύ του ως άνω νόμου, δοθέντος ότι η ανωτέρω ρύθμιση δεν είναι αντισυνταγματική (ενόψει του γενικού και αντι- κειμενικού χαρακτήρα του εν λόγω περιορισμού, της ύπαρξης σκοπού δημόσιου συμφέροντος, προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του Επικουρικού Κεφαλαίου, που επιτελεί λειτουργία δημόσιου συμφέροντος και οιονεί κοινωνικής ασφάλισης, ώστε να μην αναγκάζεται το κράτος να παρεμβαίνει παρέχοντας την αναγκαία ρευστότητα και της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας), ούτε αντίκειται στα άρθρα 6 § 1 της ΕΣΔΑ και 1 § 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, όπως και στη Δεύτερη Οδηγία του Συμβουλίου της 30.12.1983 (84/5/ΕΟΚ), σε συνδυασμό με άρθρα 3 και 10 της Οδηγίας 2009/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (όπως ήδη κρίθηκε από το παρόν δικαστήριο, με βάση προγενέστερες αποφάσεις του με διαφορετική σύνθεση, βλ. ΕφΘεσ 2648/2013, ΕφΘεσ 406/2014 αδημοσίευτες, όπως και ΕφΠειρ 286/2013 αδημοσίευτη, βλ. σχετικά και Αθ. Κρητικό, Το Επικουρικό Κεφάλαιο υπό το φως των διατάξεων του πρόσφατου ν. 4092/2012, Μελέτη, ΕπΣυγκΔ 2012/482 επ., Ιωάννη Ρόκα, Περιορισμοί των παροχών του Επικουρικού Κεφαλαίου του ν. 489/1976 και ιδιαίτερα αυτών του ν. 4092/2012 και οι δεσμεύσεις του νομοθέτη από το Διεθνές & Ενωσιακό Δίκαιο, ΕΕμπΔ ΞΔ/1ο τεύχος 2013, την από 14.12.2012 γνωμοδότηση του καθηγητή του συνταγματικού δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Φίλιππου Σπυρόπουλου και την από 11.12.2012 γνωμοδότηση των Ξενοφώντος Κοντιάδη, καθηγητή του δημοσίου δικαίου του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και επιστημονικού Διευθυντή του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου και Ακρίτα Καϊδατζή, Λέκτορα της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ). Επομένως, ενόψει των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε αντίθετα, θεωρώντας τη ένδικη αγωγή, νόμιμη, ως προς ολόκληρο το αιτούμενο από κάθε ενάγοντα χρηματικό ποσό για τη χρηματική ικανοποίηση της ψυχικής οδύνης που υπέστη από το θάνατο του προρρηθέντος θύματος (κι όχι μόνον έως το ποσό των 6.000 ευρώ για κάθε δικαιούχο-ενάγοντα), εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προρρηθείσες νομικές διατάξεις στην προκειμένη περίπτωση, όπως βάσιμα υποστηρίζει το εναγόμενο και ήδη εκκαλούν Επικουρικό Κεφάλαιο, με το συναφή λόγο της κρινόμενης έφεσής του. Κατά συνέπεια, με βάση αυτά τα δεδομένα, πρέπει, κατά μερική παραδοχή (για το λόγο αυτό) της έφεσής του, ως ουσία βάσιμης, αφού εξαφανισθεί (μερικά) η απόφαση (άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ), ως προς το συγκεκριμένο κεφάλαιό της, να κρατηθεί και να δικασθεί από το παρόν Δικαστήριο η ένδικη αγωγή, ως προς το κατά τα άνω, αντίστοιχο, μέρος της, όσον αφορά το εναγόμενο Επικουρικό Κεφάλαιο, η οποία (αγωγή) πρέπει να απορριφθεί, ως μη νόμιμη.