ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ/ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ –
ΟΛΑ ΟΣΑ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΠΡΙΝ Ή ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

Δύο σύζυγοι κατά τη διάρκεια του γάμου τους, αναφορικά με τις περιουσιακές τους σχέσεις, μπορούν να επιλέξουν μεταξύ δύο διαφορετικών συστημάτων : της περιουσιακής αυτοτέλειας ή της κοινοκτημοσύνης.
Στην περίπτωση της κοινοκτημοσύνης οι σύζυγοι αποφασίζουν ότι τα αποκτηθέντα κατά τη διάρκεια του γάμου περιουσιακά τους στοιχεία θα είναι κοινά κατά ίσα μέρη, χωρίς όμως να δικαιούται να διαθέσει ο καθένας τους το ιδανικό του μερίδιο.
Στην περίπτωση της περιουσιακής αυτοτέλειας, με την τέλεση του γάμου, ο καθένας από τους συζύγους διατηρεί τα περιουσιακά στοιχεία που είχε πριν από το γάμο και αυτά που αποκτά κατά τη διάρκειά του. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις παρατηρείται η επαύξηση της περιουσίας του ενός συζύγου μέσα στο γάμο να οφείλεται και στην συμβολή του άλλου συζύγου. Στο σημείο αυτό κάμπτεται η αρχή της περιουσιακής αυτοτέλειας κατ’ επιλογήν του νομοθέτη, ο οποίος μεριμνά πάντοτε για τη δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση των συζύγων.
Για το λόγο αυτό, ο σύζυγος που συνεισέφερε καθοριστικά στην περιουσιακή αύξηση του άλλου συζύγου, χρήζει ιδιαίτερης νομικής προστασίας, όταν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί, προστασία που εξασφαλίζεται μέσω της θεσμοθετημένης αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα (άρθρο 1400 ΑΚ).
Ο σύζυγος, δηλαδή, είτε είναι άνδρας είτε γυναίκα, μπορεί να διεκδικήσει δικαστικά, με σχετική αγωγή, την απόδοση του μεριδίου του από την περιουσιακή αύξηση του άλλου συζύγου, που συντελέστηκε κατά τη διάρκεια του γάμου και μάλιστα εξαιτίας της δικής του/της σημαντικής συμβολής.

Η αγωγή συμμετοχής στα αποκτήματα του γάμου προβλέπεται και ρυθμίζεται στα άρθρα 1400-1401 του Αστικού Κώδικα και ασκείται εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:

Α) Λύση ή ακύρωση του γάμου με αμετάκλητη απόφαση ή συμπλήρωση τριετούς διάστασης των συζύγων. Η αξίωση γεννιέται από τη στιγμή που θα δημοσιευθεί η αμετάκλητη δικαστική απόφαση του διαζυγίου ή της ακύρωσης του γάμου ή όταν συμπληρωθεί η τριετής διάσταση. Επίσης, η λύση του γάμου επέρχεται και με το θάνατο του συζύγου, του οποίου η περιουσία παρουσίασε αξιόλογη αύξηση με την συνδρομή του άλλου συζύγου. Σημειωτέον ότι και μετά τη λύση του συμφώνου συμβίωσης, μπορεί να ασκηθεί η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, όχι όμως και στην περίπτωση που δεν έχει υπογραφεί σύμφωνο (ελεύθερη συμβίωση).
Β) Αύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου κατά την διάρκεια του γάμου. Ως αύξηση νοείται όχι μια συγκεκριμένη κτήση, αλλά οποιαδήποτε οικονομική ωφέλεια, που αφορά το σύνολο της περιουσιακής κατάστασης του συζύγου. Επέρχεται με την απόκτηση κυριότητας ή άλλου εμπράγματου δικαιώματος, νομής ή κατοχής πράγματος ή και απαίτησης. Ουσιαστικά, πρόκειται για την σύγκριση της περιουσιακής κατάστασης του υπόχρεου συζύγου μεταξύ δύο διαφορετικών χρονικών στιγμών: κατά την τέλεση του γάμου (αρχική περιουσία) και κατά τη γέννηση της αξίωσης (τελική περιουσία). Άρα, για να διαπιστωθεί η περιουσιακή αύξηση θα αφαιρεθεί η αρχική από την τελική περιουσία και το υπόλοιπο θα αποτελεί την αύξηση («απόκτημα»). Οι διάφορες περιουσιακές διακυμάνσεις, ενόσω διαρκεί ο γάμος, είναι νομικά αδιάφορες, αφού μόνο τα δύο ανωτέρω χρονικά σημεία παίζουν καίριο ρόλο στον προσδιορισμό της αύξησης.
Όσον αφορά στην αρχική περιουσία, αυτή πρέπει να υπολογίζεται με βάση τις σχετικές ανατιμήσεις ειδών και άλλων τυχόν μεταβολών. Ως προς τον χρόνο όμως υπολογισμού της τελικής περιουσίας, κρίσιμος χρόνος θεωρείται στην περίπτωση που ο γάμος λύθηκε ή ακυρώθηκε με δικαστική απόφαση ο χρόνος που αυτή έγινε αμετάκλητη. Στην περίπτωση της τριετούς διάστασης, κρίσιμος χρόνος είναι ο χρόνος άσκησης της αγωγής περί συμμετοχής στα αποκτήματα. Για την αναγωγή σε χρήμα της περιουσίας (αρχικής-τελικής), για την εξεύρεση δηλαδή της αξίας της σε χρήμα, κρίσιμος είναι ο χρόνος της έγερσης της αγωγής.
Παράλληλα, στην περίπτωση αύξησης των περιουσιών και των δύο συζύγων, εντός του γάμου, είναι δυνατόν, εάν πληρούνται όλοι οι νόμιμοι όροι, να γεννηθούν δύο αμοιβαίες αξιώσεις συμμετοχής σε αποκτήματα, που δεν αποκλείεται να υπόκεινται σε συμψηφισμό. Προέχει να υπολογιστεί η βοήθεια του κάθε συζύγου στην επαύξηση της τελικής περιουσίας του άλλου συζύγου, ενώ αν ο ένας σύζυγος ζημιώσει τον άλλο, αυτό συνυπολογίζεται μόνο για τον προσδιορισμό της τελικής περιουσίας.
Πρέπει να επισημανθεί ότι στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων ΔΕΝ υπολογίζεται, κατά ρητή νομοθετική επιταγή, ό,τι απέκτησαν κατά τη διάρκεια του γάμου από δωρεά, κληρονομιά ή κληροδοσία ή από διάθεση των αποκτημάτων από τις αιτίες αυτές. Δεν νοείται ακόμη συμβολή του άλλου συζύγου σε περίπτωση γονικής παροχής, ούτε σε περίπτωση κερδών από τύχη (παίγνια, στοιχήματα, λαχεία). Εξάλλου, αυτονόητο θεωρείται ότι εάν υπάρχει μείωση της περιουσίας, δεν έχουμε γέννηση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα.
Γ) Συμβολή στην αύξηση. Ο δικαιούχος στα αποκτήματα σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιοδήποτε τρόπο στην αύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου, μπορεί να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης, το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Μάλιστα, ακόμα και αν το περιουσιακό αντικείμενο, στην απόκτηση του οποίου συνέβαλε και ο άλλος σύζυγος, έχει εκποιηθεί και στη θέση του υπάρχει κάποιο άλλο, ο δικαιούχος μπορεί να αξιώσει το υποκατάστατο αυτό (του αρχικού αποκτήματος). Τεκμαίρεται δε ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή. Το νόμιμο τεκμήριο αυτό είναι μαχητό, δηλαδή μπορεί να ανατραπεί, εφόσον ο υπόχρεος σύζυγος αντιτάξει ενώπιον του δικαστή ότι ο άλλος σύζυγος δεν συνέβαλε καθόλου ή πάντως συνέβαλε λιγότερο, στην επαύξηση της περιουσίας του, από όσο αυτός ισχυρίζεται.
Το είδος της συμβολής μπορεί να αναφέρεται σε οποιαδήποτε υλική παροχή, αρκεί να μην εμπίπτει στις υποχρεώσεις συνεισφοράς στις οικογενειακές ανάγκες. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις συμβολής είναι ιδίως: η παροχή κεφαλαίων οποιασδήποτε μορφής, η παροχή εργασίας/υπηρεσιών από τον έναν σύζυγό στον άλλο στα πλαίσια του επαγγέλματος του δεύτερου, καθώς και η παροχή υπηρεσιών, αποτιμητών σε χρήμα, για την επιμέλεια και την ανατροφή των τέκνων όπως επίσης και την καθημερινή φροντίδα του σπιτιού, στο μέτρο που, όπως ήδη αναφέρθηκε, αυτή δεν εντάσσεται στην υποχρέωση συμβολής στις οικογενειακές ανάγκες. Η συμβολή που λαμβάνεται υπόψη είναι η εκούσια («ένεκα ελευθεριότητας»), αυτή που δεν αποτελούσε υποχρέωση προσφοράς μεταξύ των συζύγων.
Δ) Αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμβολής και της αύξησης της περιουσίας του άλλου συζύγου. Απαραίτητη προϋπόθεση για την γέννηση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα είναι η συμβολή του ενός συζύγου να οδήγησε, να επέφερε το αποτέλεσμα της περιουσιακής αύξησης του άλλου συζύγου. Η συμβολή ως αιτία να προκάλεσε την αύξηση.
Ε) Μη επιλογή του συστήματος κοινοκτημοσύνης. Πρόκειται για την μοναδική αρνητική προϋπόθεση που θέτει ο νόμος για τη γέννηση της αξίωσης. Οι σύζυγοι, εάν έχουν επιλέξει με σύμβαση, πριν ή κατά τη διάρκεια του γάμου, να ρυθμίσουν την περιουσιακή τους κατάσταση, συνεπεία του γάμου, τότε δεν μπορεί να ασκηθεί η αξίωση του άρθρου 1400 ΑΚ. Τότε μόνο η αξίωση αυτή μπορεί να γεννηθεί και συνεπώς να ασκηθεί, εφόσον υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία που οι σύζυγοι δεν ενέταξαν στην κοινή τους περιουσία μετά το γάμο.

Νομικά χαρακτηριστικά της αξίωσης και παραγραφή:
Η φύση της αξίωσης είναι ενοχική, αντικείμενο της οποίας είναι η χρηματική αποτίμηση της περιουσιακής αύξησης του υπόχρεου συζύγου, οφειλόμενη/προερχόμενη από την συμβολή του δικαιούχου συζύγου (θέμα απόδειξης). Σκοπός νομοθέτη: η προστασία του οικονομικά ασθενέστερου δικαιούχου συζύγου.
Στηρίζεται σε διατάξεις αναγκαστικού δικαίου. Κατά συνέπεια, τυχόν παραίτηση του δικαιούχου πριν τη γέννηση της σχετικής αξίωσης απαγορεύεται εκ του νόμου και είναι άκυρη. Μετά τη γέννηση της αξίωσης, τυχόν παραίτηση είναι έγκυρη. Κατ’ εξαίρεση, εάν υπάρχει άτυπη συμφωνία μεταξύ συζύγων, πριν τη γέννηση της αξίωσης, για παραίτηση, ακόμη και στα πλαίσια συμβατικού διακανονισμού περιουσιακών συνεπειών ενόψει συναινετικού διαζυγίου, αυτή είναι ισχυρή. Βέβαια, η όποια συμφωνία τους για τα αποκτήματα, τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της λύσης του γάμου μέσω του συναινετικού διαζυγίου. Αν ο γάμος δεν λυθεί συναινετικά, κάθε συμφωνία παραίτησης από την αξίωση εξαλείφεται αναδρομικά. Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμος όρος ισχύος αυτής της παραίτησης είναι να μην συντρέχουν οι γενικοί λόγοι ακυρότητας της βούλησης (πλάνη, απάτη, απειλή).
Είναι προσωποπαγής αξίωση, δηλαδή γεννιέται αποκλειστικά στο πρόσωπο του δικαιούχου συζύγου και αποσβήνεται με το θάνατό του.
Οι κληρονόμοι του δικαιούχου δεν νομιμοποιούνται να την ασκήσουν (ακληρονόμητη αξίωση). Αντίστοιχα, η υποχρέωση του θανόντος υπόχρεου να αποδώσει το μερίδιο από την αύξηση στον δικαιούχο κληρονομείται και οι κληρονόμοι, ο καθένας κατ’ αναλογία της κληρονομικής τους μερίδας, μπορούν να εναχθούν από το δικαιούχο.
Είναι ανεκχώρητη και ανεπίδεκτη ενεχύρασης ή επικαρπίας. Κατ’ εξαίρεση δεν ισχύει το ανεκχώρητο και ακληρονόμητο, εάν έχει ήδη γεννηθεί η αξίωση (περίπτωση λύσης γάμου ή ακύρωσής του ή τριετής διάσταση) και έχει αναγνωρισθεί συμβατικά ή έχει επιδοθεί αγωγή στον υπόχρεο.
Παραγραφή: η αξίωση παραγράφεται δύο χρόνια μετά την αμετάκλητη λύση ή την ακύρωση του γάμου, σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 1401 ΑΚ. Στην περίπτωση της τριετούς διαστάσεως, η παραγραφή αρχίζει από τη στιγμή που η αξίωση γεννιέται και είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξή της (251 ΑΚ), δηλαδή από τη συμπλήρωση τριετίας στη διάσταση των συζύγων. Αν η διετής προθεσμία παρέλθει άπρακτη, τότε το σχετικό δικαίωμα άσκησης της αγωγής αποσβένεται.

Συμπληρωματική προστασία δικαιούχου συζύγου, εκτός του 1400 ΑΚ. :

Ο σύζυγος που συνέβαλε στην περιουσιακή αύξηση του άλλου συζύγου δεν μένει απροστάτευτος, μέχρι να γεννηθεί το σχετικό του δικαίωμα. Με δεδομένο ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος ο υπόχρεος σύζυγος να προβεί σε εικονικές διαθέσεις σε τρίτους των περιουσιακών του στοιχείων, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η απόδοση του μεριδίου από την αύξηση στο δικαιούχο σύζυγο, ο νόμος παρέχει τις ακόλουθες δυνατότητες για να εξασφαλίσει τα δικαιώματά του:

α) Αυτοτελής ενοχική αξίωση παροχής ασφάλειας: Η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 1402 ΑΚ. Η μορφή προστασίας αυτή παρέχεται, εφόσον δεν έχει εγγραφεί υποθήκη στα ακίνητα του υπόχρεου συζύγου. Μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε από τους διαδίκους που ήγειραν αγωγή διαζυγίου, ή ακύρωσης του γάμου, ή αγωγής του άρθρου 1400 ΑΚ ή μετά την πάροδο τριετούς διάστασης. Η άσκησή της υποδηλώνει ότι οι σχέσεις των συζύγων έχουν πλέον διαρραγεί (ήδη αυτό συνάγεται από την άσκηση των ανωτέρω αγωγών) σε τέτοιο βαθμό ώστε υπάρχει βάσιμος φόβος ότι κινδυνεύει να μην ικανοποιηθεί η αξίωση του 1400 ΑΚ, εξ αιτίας δόλιας συμπεριφοράς του υπόχρεου συζύγου, ή των κληρονόμων του.
β) Ασφαλιστικά μέτρα: Περαιτέρω, εάν συντρέχει επείγουσα περίπτωση να διασφαλιστεί άμεσα το δικαίωμα προσδοκίας του μελλοντικού δικαιούχου της αξίωσης του 1400 ΑΚ (επειδή η εκδίκαση της αυτοτελούς αξίωσης είναι χρονοβόρα), μπορούν να του χορηγηθούν ασφαλιστικά μέτρα με σχετική αίτησή του για την προστασία της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι τα ασφαλιστικά μέτρα έχουν περιορισμένη χρονική ισχύ και εν προκειμένω χορηγούνται μόνο για την ύπαρξη επικείμενου κινδύνου, κατά την γενική διάταξη του άρθρου 682 ΚΠολΔ. Ως προς το είδος και τη φύση της ασφάλειας, αυτά καθορίζονται από το δικαστήριο.
γ) Εμπράγματη εξασφάλιση της εγγραφής υποθήκης: Στα ακίνητα του υπόχρεου συζύγου με βάση τον τίτλο εκ του νόμου (1262 περ. 4 ΑΚ), η οποία υποθήκη μπορεί να εγγραφεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια του γάμου, δηλαδή και πριν από τη γέννηση της αξίωσης του άρθρου 1400 ΑΚ. Η υποθήκη μάλιστα δύναται να εγγραφεί και για μέλλουσα ή υπό αίρεση απαίτηση, κατά ρητή επιταγή του νόμου. Η παροχή ασφάλειας του άρθρου 1402 ΑΚ δεν τυγχάνει εφαρμογής εδώ.
δ) Αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού (904 ΑΚ). Ο δικαιούχος σύζυγος ζητά την απόδοση της περιουσιακής ωφέλειας, που οφείλεται στη συμβολή του. Μπορεί να ασκηθεί κι όταν δεν έχει ακόμη γεννηθεί η αξίωση του 1400 ΑΚ. Μετά όμως την διετή παραγραφή της αξίωσης του 1400 ΑΚ, ο δικαιούχος δεν μπορεί να απαιτήσει τον πλουτισμό αυτό.

Το παρόν άρθρο συντάχθηκε με την επιστημονική συνδρομή της δικηγόρου παρ’ Εφέταις, Ειρήνης Χρ. Καψάλη και της ασκούμενης δικηγόρου, Αικατερίνης Γιοβάνη.

Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε μαζί μας στα τηλ. 2310-225738.