ΔΠρΛαμ 293/2016: Το Δικαστήριο αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης επί της προσφυγής και διατυπώνει προς το Συμβούλιο της Επικρατείας τα εξής προδικαστικά ερωτήματα: α) Εάν η διάταξη του άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας έχει εκδοθεί εντός των ορίων της παρασχεθείσας με το άρθρο 24 παρ. 4 και 5 του ν. 3996/2011 νομοθετικής εξουσιοδότησης και εάν, σε κάθε περίπτωση, οι ανωτέρω εξουσιοδοτήσεις είναι ειδικές και ορισμένες, σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, β) Εάν (σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα) η πρόβλεψη στο άρθρο 1 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης προστίμου, ύψους 10.549,44 ευρώ, για την παράβαση της μη ανα- γραφής κάθε εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας.
2. Επειδή, στο άρθρο 16 του ν. 2874/2000 (ΦΕΚ Α ́ 286) ορίζεται ότι: «1. Κάθε εργοδότης υπαγόμενος στις διατάξεις του παρόντος υποχρεούται όπως μια φορά το χρόνο και κατά το χρονικό διάστημα από 15 Σεπτεμβρίου έως 15 Νοεμβρίου καταθέτει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, στην αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ – Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης, εις διπλούν, πίνακα με την επωνυμία, το είδος, τον τόπο λειτουργίας και το ΑΦΜ της επιχείρησης ο οποίος θα περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία ενός εκάστου των απασχολούμενων σε αυτή μισθωτών. Α. Το ονοματεπώνυμο, ονοματεπώνυμο πατέρα και μητέρας, ηλικία και οικογενειακή κατάσταση (τέκνα). Β. Την ειδικότητα, ημερομηνία πρόσληψης και την τυχόν προϋπηρεσία στην ειδικότητα. Γ. … 2. … 4. Με μέριμνα του εργοδότη, το ένα αντίτυπο του ανωτέρω πίνακα παραλαμβάνεται από την υπηρεσία κατάθεσης σφραγισμένο και αναρτάται σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας χωρίς τη στήλη των καταβαλλόμενων αποδοχών προφυλασσόμενο κατάλληλα από τυχόν φθορές. … 5. Ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικούς πίνακες προσωπικού ως προς τα μεταβληθέντα στοιχεία: α) για την πρόσληψη νέου εργαζομένου, το αργότερο την ίδια ημέρα της πρόσληψης και πάντως πριν την ανάληψη υπηρεσίας από τον εργαζόμενο, β) … Η κατάθεση συμπληρωματικών στοιχείων μπορεί γίνει γραπτά ή ηλεκτρονικά (όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο πρώτο υποπαρ. ΙΑ. 13 εδ. 1 του ν. 4093/2012, ΦΕΚ Α ́ 222). 6. … 7. Ο έλεγχος του πίνακα προσωπικού γίνεται σε κάθε στάδιο από την κατάθεση μέχρι τη διενέργεια επιθεωρήσεων στους χώρους εργασίας όπου ελέγχεται εξαντλητικά».
3. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 24 του ν. 3996/2011 «Αναμόρφωση του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, ρυθμίσεις θεμάτων Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α ́ 170), όπως η περίπτωση A ́ της παραγράφου 1 αντικαταστάθηκε με την παρ. 6α του άρθρου 23 του ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α ́ 88), ορίζεται ότι: «1. Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας επιβάλλεται ύστερα από προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων Α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση από τριακόσια (300) ευρώ μέχρι πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ με αιτιολογημένη πράξη είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο είτε του αρμόδιου Προϊσταμένου Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης κατόπιν σχετικής εισήγησης του αντίστοιχου Προϊσταμένου Τμήματος Επιθεώρησης είτε του Ειδικού Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο. α) …. 2. … 4. Προκειμένου περί των κάτωθι ευθέως αποδεικνυόμενων παραβιάσεων της νομοθεσίας, επιβάλλεται κατά περίπτωση διοικη- τική κύρωση της παρ. 1 περίπτωση Α ́ ή/και της παρ. 3 του άρθρου 26, μόλις αυτές διαπιστωθούν κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας που διενήργησε τον έλεγχο: α. στις περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθρου 26 και β. στις εξής περιπτώσεις: αα. μη ανάρτηση πίνακα προσωπικού και προγράμματος ωρών εργασίας, ββ. μη επίδειξη βιβλίου αδειών, γγ. Μη επίδειξη ειδικού βιβλίου υπερωριών, δδ. μη επίδειξη βιβλίου ημερήσιων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού οικοδομικών και τεχνικών έργων, εε. μη ανάρτηση κανονισμού εργασίας σε υπόχρεες επιχειρήσεις, στστ. μη επίδειξη εντύπων όρων ατομικών συμβάσεων εργασίας του προσωπικού, ζζ. μη επίδειξη εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο, ηη. μη χρήση ή/ και μη χορήγηση Μέσων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) σε οικοδομικές εργασίες, θθ. μη επίδειξη της απαιτούμενης άδειας σε χειριστές Μηχανημάτων Έργου, ιι. μη επίδειξη πιστοποιητικού απαλλαγής από επικίνδυνα αέρια σε ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, ιαια. μη επίδειξη πιστοποιητικού ελέγχου ανυψωτικών μηχανημάτων, ιβιβ. μη επίδειξη του βιβλίου δρομολογίων των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων και οδηγών τουριστικών λεωφορείων και ιγιγ. μη επίδειξη του βιβλιαρίου εργασίας των οδηγών τουριστικών λεωφορείων. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, η συμπλήρωση των παραβάσεων όσο και η εισαγωγή εξαιρέσεων από αυτή. 5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις, καθορίζεται και ανακαθορίζεται το ύψος του προστίμου σε περίπτωση παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας, καθώς και το ύψος του προστίμου του εδαφίου γ ́ της παρ. 9 του άρθρου 3 και προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποσά ανά παράβαση της περίπτωσης Β ́ της παραγράφου 4. 6. Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη. Κατά της πράξης επιβολής προστίμου, ασκείται προσφυγή ουσίας μέσα σε εξήντα ημέρες από την κοινοποίηση της ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου… 7. … 8. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να τροποποιούνται τα όρια του προστίμου που προβλέπεται από την περίπτωση Α ́ της παραγράφου 1. 9. …». Κατ’ επίκληση της εξουσιοδότησης του άρθρου αυτού, εκδόθηκε η 27397/122/19.8.2013 απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας «Επιβολή διοικητικών κυρώσεων για τις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, κατά δέσμια αρμοδιότητα του Επιθεωρητή Εργασίας» (ΦΕΚ Β ́ 2062), η οποία ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «α) Ειδικός Επιθεωρητής Εργασίας ή Επιθεωρητής Εργασίας που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου στον ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει διοικητική κύρωση (πρόστιμο) σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσης, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του για παροχή εξηγήσεων ως κατωτέρω: Παράβαση: Μη αναγραφή εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού. Επιβαλλόμενο πρόστιμο: ο κατώτατος νόμιμος νομοθετημένος μισθός, μη προσαυξημένος για κάθε τριετία προϋπηρεσίας επί (18) δεκαοκτώ μήνες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο – υπάλληλο και το κατώτατο νόμιμο νομοθετημένο ημερομίσθιο, μη προσαυξημένο για κάθε τριετία προϋπη- ρεσίας επί τετρακόσιες τρεις (403) ημέρες εργασίας για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο – εργατοτεχνίτη, ανάλογα με την ηλικιακή διάκριση που θεσπίζει η υποπαράγραφος ΙΑ 11 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Συγκεκριμένα, για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο: Για υπάλληλο ηλικίας άνω των 25 ετών … Επιβαλλόμενο Πρόστιμο 10.549,44 Ευρώ …» και στο άρθρο 3 ότι: «α) Για την επιβολή των ανωτέρω κυρώσεων (προστίμων) των άρθρων 1 και 2 της παρούσας, συντάσσεται και επιδίδεται επί τόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης, και συντάσσεται και επιδίδεται άμεσα, και όχι αργότερα από πέντε (5) ημέρες από το Δελτίου Ελέγχου, Πράξη Επιβολής Προστίμου, με την οποία προσδιορίζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα ανωτέρω άρθρα 1 και 2 της παρούσης, το ύψος της κύρωσης (προστίμου) που αντιστοιχεί στην βεβαιωθείσα παράβαση. Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται, με απόδειξη, στον παραβάτη. β) …».
4. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος: «Ύστερα από πρόταση του αρμόδιου υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση του νόμου και μέσα στα όριά της. Εξουσιοδότηση για έκδοση κανονιστικών πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προ- κειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό». Κατά την έννοια των διατάξεως αυτής, η νομοθετική εξουσιοδότηση, για να είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, υπό την έννοια ότι πρέπει να προσδιορίζει καθ’ ύλην το αντικείμενό της, ήτοι να μην είναι γενική και αόριστος, ασχέτως αν είναι ευρεία ή στενή, ασχέτως, δηλαδή αν είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος ο αριθμός των περιπτώσεων τις οποίες η Διοίκηση μπορεί να ρυθμίσει, βάσει της συγκεκριμένης νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, κανονιστικώς (βλ. ενδ. ΣτΕ Ολ. 2090/2015, 1466/1995, πρβλ. ΣτΕ Ολ. 2304/1995). Ως «ειδικότερα» θέματα νοούνται, εξάλλου, εκείνα τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόμενό τους και σε σχέση με την ουσιαστική ρύθμιση που περιέχεται στο ίδιο το κείμενο του τυπικού νόμου (ΣτΕ Ολ. 149/2015), μερικότερη περίπτωση ορισμένου θέματος που αποτελεί το αντικείμενο της νομοθετικής ρυθμίσεως. Απαιτείται επομένως, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει το νομοθετικό κείμενο όχι απλώς τον καθ’ ύλην προσδιορισμό του αντικειμένου της εξουσιοδοτήσεως, αλλά, επί πλέον και την ουσιαστική ρύθμιση του, έστω και σε γενικό, ορισμένο, όμως, πλαίσιο σύμφωνα προς το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειμένου να ρυθμίσει τα μερικότερα θέματα (βλ. ενδ. ΣτΕ Ολ. 2090/2015, 2815/2004, ΣτΕ 1101/2002).
5. Επειδή, με το άρθρο 24 παρ. 1 του ν. 3996/2011, το οποίο ουσιαστικά επαναλαμβάνει τη ρύθμιση του προϊσχύοντος άρθρου 16 του ν. 2639/1998, θεσπίζεται ο γενικός κανόνας της επιβολής προστίμου από 300 ευρώ έως 50.000 ευρώ σε βάρος του εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας ύστερα από πρόσκλησή του για παροχή εξηγήσεων. Για ορισμένες ευθέως αποδεδειγμένες παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας προβλέπεται στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου η επιβολή διοικητικής κύρωσης από τον ίδιο τον ελέγξαντα Επιθεωρητή Εργασίας στον παραβάτη εργοδότη κατά δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση για παροχή εξηγήσεων. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η μη ανάρτηση πίνακα προσωπικού και προγράμματος ωρών εργασίας, η μη επίδειξη βιβλίου αδειών, η μη επίδειξη ειδικού βιβλίου υπερωριών, η μη ανάρτηση κανονισμού εργασίας κ.λπ. Στην ίδια παράγραφο παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης να ρυθμίζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της και να συμπληρώνει τις παραβάσεις, ενώ με την παράγραφο 5 παρέχεται εξουσιοδότηση στον ίδιο Υπουργό να κατηγοριοποιεί τις παραβάσεις και να προσδιορίζει συγκεκριμένα ποσά ανά παράβαση της περίπτωσης β της παραγράφου 4, ήτοι στις περιπτώσεις που ο Επιθεωρητής κατά δέσμια αρμοδιότητα επιβάλλει κυρώσεις.
Η εκδοθείσα κατ’ επίκληση των ανωτέρω εξουσιοδοτήσεων 27397/122/19.8.2013 υπουργική απόφαση προβλέπει στο άρθρο 1 ως ευθέως αποδεικνυόμενη παράβαση, για την οποία επιβάλλεται συγκεκριμένο πρόστιμο χωρίς προηγούμενη ακρόαση του εργοδότη, και την παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού, χωρίς η παράβαση αυτή να αναφέρεται στις ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις του άρθρου 24 παρ. 4 περ. β του ν. 3996/2011 και, συνεπώς, έχει εκδοθεί εκτός εξουσιοδότησης, κατά παράβαση του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος.
Εξάλλου, η πρόβλεψη της παραγράφου 4 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 για παροχή εξουσιοδότησης στον Υπουργό Εργασίας για συμπλήρωση των παραβάσεων δεν εξειδικεύει τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν οι παραβάσεις, για τις οποίες, κατ’ απόκλιση των προβλεπόμενων στο άρθρο 1 περ. Α του άρθρου 24 του ν. 3996/2011, θα προβλέπεται συγκεκριμένο πρόστιμο, το οποίο θα επιβάλλεται χωρίς άσκηση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης και, συνεπώς, ως γενική και αόριστη δεν μπορεί να αποτελέσει έρεισμα για το άρθρο 1 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης. Περαιτέρω, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι τα κριτήρια για πρόβλεψη και άλλων παραβάσεων ως τυπικών δεν προβλέπονται στο ίδιο το κείμενο του τυπικού νόμου, ούτε στην αιτιολογική έκθεση του νόμου εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις πρόβλεψης και άλλων παραβάσεων ως τυπικών. Ακόμη κι αν ήθελε κριθεί, όμως, ότι ο νομοθέτης έδωσε εξουσιοδότηση για πρόβλεψη συγκεκριμένου προστίμου και για άλλες μη προβλεπόμενες ευθέως στο άρθρο 24 παρ. 4 του ν. 3996/2011 τυπικές παραβάσεις, ευθέως αποδεικνυόμενες από τον έλεγχο, η παράβαση της μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού δεν μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοια, καθώς αφενός δεν προσομοιάζει με τις άλλες προβλεπόμενες στην ανωτέρω παράγραφο 4 περ. β ευθέως αποδεικνυόμενες παραβάσεις, η πλειονότητα των οποίων αφορά σε μη ανάρτηση και μη επίδειξη εγγράφων στον έλεγχο και αφετέρου σε πολλές περιπτώσεις μη αναγραφής εργαζομένου στον πίνακα προσωπικού αμφισβητείται η εργασιακή σχέση από τον εργοδότη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να θεωρηθεί ευθέως αποδεικνυόμενη παράβαση, ώστε να στερείται ο διοικούμενος το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης (πρβλ. ΣτΕ 4128/2011 σκ. 7). Από τα παραπάνω, συνάγεται ότι η διάταξη του άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλειας και Πρόνοιας βρίσκεται εκτός των ορίων της νομο- θετικής εξουσιοδότησης και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα (πρβλ. ΣτΕ 2850/2015).
6. Επειδή, η αρχή της αναλογικότητας, απορρέουσα από την έννοια και τους θεσμούς του κράτους δικαίου, καθιερώνεται ήδη ρητώς από το Σύνταγμα (άρθ. 25 παρ. 1). Σύμφωνα με την αρχή αυτή, οι επιβαλλόμενοι από τον κοινό νομοθέτη και τη Διοίκηση περιορισμοί στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων πρέπει να είναι μόνον οι αναγκαίοι και να συνάπτονται προς τον υπό του νόμου επιδιωκόμενο σκοπό. Ένα μέτρο που προβλέπεται από διάταξη νόμου ως κύρωση για παράβαση διάταξης, τότε μόνο αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, όταν από το είδος του ή τη φύση του είναι προδήλως ακατάλληλο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού ή όταν οι δυσμενείς συνέπειες του μέτρου τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό (ΣτΕ 2301/2015, 3130/2014, 3474/2011 Ολ., 990/2004 Ολ.).
7. Επειδή, ο ν. 3900/2010 «Εξορθολογισμός διαδικασιών και επιτάχυνση της διοικητικής δίκης …» (ΦΕΚ Α ́ 213) ορίζει στο άρθρο 1, όπως η παράγραφος 1 αυτού αντικαταστάθηκε με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (ΦΕΚ Α ́ 51), ότι: «Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε τακτικού διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς επιτροπής, αποτελούμενης από τον Πρόεδρο του, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο και τον Πρόεδρο του αρμόδιου καθ’ ύλην Τμήματος, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων ή του Γενικού Επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων, όταν με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. … Η πράξη της Επιτροπής δημο- σιεύεται σε δύο ημερήσιες εφημερίδες των Αθηνών και συνεπά- γεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες τίθεται το ίδιο ζήτημα. … 2. Όταν διοικητικό δικαστήριο επιλαμβάνεται υπόθεσης, στην οποία ανακύπτει τέτοιο ζήτημα, μπορεί με απόφασή του, που δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα να υποβάλει σχετικό προδικαστικό ερώτημα στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Το δεύτερο εδάφιο της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας είναι υποχρεωτική για το δικαστήριο που υπέβαλε το ερώτημα και δεσμεύει τους παρεμβάντες ενώπιον του. 3. ...».
8. Επειδή, με τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 1 του ν. 3900/2010 εισάγεται ο θεσμός της «δίκης-πιλότου» ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας σε θέματα που, ως εκ της φύσεώς τους, έχουν γενικότερο ενδιαφέρον και αναμένεται να προκαλέσουν σημαντικό αριθμό διαφορών με τον κίνδυνο να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις και να υπάρξει σημαντική καθυστέρηση για τους διαδίκους ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Στις περιπτώσεις αυτές, δίνεται η δυνατότητα στους διαδίκους και στα διοικητικά δικαστήρια να απευθύνονται απ’ ευθείας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ώστε αυτό να επιλύει τα σχετικά ζητήματα, διασφαλίζοντας την ενότητα της νομολογίας και την ασφάλεια δικαίου (βλ. σχετική αιτιολογική έκθεση του νόμου). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, το ζήτημα που τίθεται με το προδικαστικό ερώτημα πρέπει να ανακύπτει πράγματι στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαφοράς, δηλαδή να είναι κρίσιμο και λυσιτελές για την επίλυσή της, και τούτο να τεκμηριώνεται επαρκώς στην απόφαση που διατυπώνει το ερώτημα (ΣτΕ 3715/2015 7μ., 761/2014 7μ., 2282/2014 7μ., 1841/2013 Ολ.).
11. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην πέμπτη σκέψη, λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσβαλλόμενη πράξη επιβολής προστίμου έχει ως έρεισμα τη διάταξη του άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 υπουργικής απόφασης, η οποία έχει θεσπιστεί εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης και είναι ως εκ τούτου ανίσχυρη και μη εφαρμοστέα, γεγονός που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως (άρθρο 79 παρ. 1 περ. β ΚΔΔ), το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι θα έπρεπε η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί και η υπόθεση να αναπεμφθεί στη Διοίκηση κατ’ άρθρο 79 παρ. 3 περ. γ ΚΔΔ, προκειμένου να επιβληθεί σε βάρος της προσφεύγουσας το προβλεπόμενο από το άρθρο 24 παρ. 1 περ. α του ν. 3996/2011 πρόστιμο, κατόπιν επιμέτρησης (πρβλ. ΣτΕ 2059/2009).
12. Επειδή, εξάλλου, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η διάταξη του άρθρου 1 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης, που προβλέπει διοικητική κύρωση (πρόστιμο), ύψους 10.549,44 ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο άνω των 25 ετών, το οποίο επιβάλλεται κατά δέσμια αρμοδιότητα και χωρίς δυνατότητα επιμέτρησης σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης της προαναφερθείσας παράβασης, χωρίς η διάταξη να ενέχει η ίδια στοιχεία αναλογικότητας (πρβλ. ΣτΕ 3130/2014) και λαμβανομένου υπόψη ότι το προϊσχύον πρόστιμο για μη καταχώριση εργαζομένου στο ειδικό βιβλίο νεοπροσλαμβανομένου προσωπικού ανερχόταν σε 780 έως 960 ευρώ από το 1998 έως το 2004 (άρθρο μόνον παρ. 4 της Φ21/500/26.3.1998 ΥΑ, ΦΕΚ Β ́ 313) και σε 500 ευρώ από 12.2.2004 και μετά (άρθρον μόνον παρ. 2 της Φ11321/5924/270/12.5.2004 ΥΑ), με αποτέλεσμα το επίδικο πρόστιμο να είναι ανώτερο του εικοσαπλασίου του προϊσχύοντος, ενώ η οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων είναι δυσμενέστερη απ’ ό,τι κατά το χρόνο ισχύος της Φ11321/5924/270/12.5.2004 ΥΑ, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς η πρόβλεψη ενός τόσο υψηλού προστίμου, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις ισούται με τα κέρδη ενός ολόκληρου έτους μιας επιχείρησης, μπορεί να οδηγήσει σε αδυναμία καταβολής αυτού και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων (φορολογικές, ασφαλιστικές δανειακές κ.λπ.) να θέσει σε σοβαρό ίνδυνο την επιβίωση των επιχειρήσεων ως οικονομικών μονάδων (όπως συνέβη στην επίδικη περίπτωση όπου η προσφεύγουσα βρισκόταν ήδη σε κακή οικονομική κατάσταση και τελικά έκλεισε την επιχείρησή της), ιδίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σε βάρος των οποίων επιβάλλεται συνήθως το ανωτέρω πρόστιμο, καθώς εκεί παρατηρείται, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο μεγαλύτερος αριθμός τέτοιων παραβάσεων (βλ. και αιτιολογική έκθεση του ν. 3996/2011 επί του άρθρου 26), με αποτέλεσμα οι δυσμενείς συνέπειες του προβλεπόμενου μέτρου, ήτοι η αδυναμία πληρωμής των υποχρεώσεών τους εκ μέρους των επιχειρήσεων και η επακόλουθη απώλεια θέσεων εργασίας και εσόδων για το κράτος, να υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό (καταπολέμηση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας).
13. Επειδή, τα ζητήματα που ανακύπτουν στην κρινόμενη υπόθεση (συμφωνία άρθρου 1 της 27397/122/19.8.2013 υπουργικής απόφασης με το άρθρο 43 παρ. 2 Συντάγματος και με την αρχή της αναλογικότητας), τα οποία άπτονται της συνταγματικότητας της ανωτέρω διάταξης, αποτελούν ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος που αφορούν ευρύτερο κύκλο προσώπων, καθώς το επίδικο πρόστιμο μπορεί εν δυνάμει να επιβληθεί σε εργοδότες, απογεγραμμένους ή όχι στο ΙΚΑ σε ολόκληρη την επικράτεια, ενώ ήδη εκκρεμεί πλήθος ανάλογων υποθέσεων στα διοικητικά δικαστήρια (ενδεικτικά στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Λαμίας κατατέθηκαν το 2015 και 2016 είκοσι οκτώ προσφυγές κατά πράξεων επιβολής προστίμου του άρθρου 1 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης) και είναι κρίσιμα και λυσιτελή για την επίλυση της κρινόμενης υπόθε- σης, καθώς το κύρος της κανονιστικής πράξης που αποτελεί έρεισμα ατομικής πράξης ελέγχεται παρεμπιπτόντως από τα διοικητικά δικαστήρια, ενώ η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, και λαμβανομένου υπόψη ότι έχουν ήδη εκδοθεί αντιφατικές αποφάσεις ως προς τα ανωτέρω ζητήματα (βλ. ΔΠΛαρ 153/2016 και ενδεικτικά ΔΠΚομ 571/2015, αναρτημένες στο ΟΣΔΔΥ-ΔΔ), το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να αναβληθεί η οριστική κρίση επί της υπόθεσης και να τεθούν προδικαστικά ερωτήματα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατ’ άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.