ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΣΚΕΙΤΑΙ ΣΩΣΤΑ Η ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥ:
Σύμφωνα με όσα ρητά αναγράφονται στο άρθρο 1510 του Αστικού Κώδικα «η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας του και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του».
Από τα παραπάνω τεκμαίρεται ότι η επιμέλεια αποτελεί βασικό «πυλώνα» της γονικής μέριμνας και εμπεριέχεται σε αυτή. Σύμφωνα με το άρθρο 1518 ΑΚ «η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευσή του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του».
Ως κακή άσκηση επιμέλειας του ανηλίκου από το γονέα ή τον κηδεμόνα, βάσει των οριζόμενων στο άρθρο 1532 του ΑΚ, μετά και από την τροποποίησή του από τον Ν.4800/2021, νοείται κάθε περίπτωση κατά την οποία, ο έχων την επιμέλεια του ανηλίκου παραβιάζει τα καθήκοντα του, ή αδυνατεί να ανταποκριθεί στα επιβαλλόμενα εκ του νόμου και εκ του λειτουργήματός του καθήκοντα ή κάθε περίπτωση καταχρηστικής άσκησης του λειτουργήματος αυτού.
Χαρακτηριστικά, στο τροποποιημένο άρθρο 1532 ΑΚ εξειδικεύονται τα κριτήρια κακής άσκησης και ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθες περιπτώσεις: α) η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο, ή προς την υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας (άρθρο 169 Α του Ποινικού Κώδικα), β) η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς, γ) η υπαίτια παράβαση των όρων της συμφωνίας των γονέων, ή της δικαστικής απόφασης για την επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει και η με κάθε άλλο τρόπο παρεμπόδιση της επικοινωνίας, δ) η κακή άσκηση και η υπαίτια παράλειψη της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από τον δικαιούχο γονέα, ε) η αδικαιολόγητη άρνηση του γονέα να καταβάλει την διατροφή που επιδικάστηκε στο τέκνο από το δικαστήριο, ή συμφωνήθηκε μεταξύ των γονέων, στ) η καταδίκη του γονέα, με οριστική δικαστική απόφαση, για ενδοοικογενειακή βία, ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, ή για εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Η ρύθμιση περιλαμβάνει τα αδικήματα που προβλέπονται στον ν. 3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, ως και για τα εγκλήματα των άρθρων 312 ΠΚ (σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας σε ανήλικο), 330 ΠΚ (εξαναγκασμός με σωματική βία, ή απειλή σωματικής βίας, ή άλλης παράνομης πράξης, ή παράλειψης, σε πράξη, παράλειψη, ή ανοχή) και 333 ΠΚ (πρόκληση σε άλλον τρόμο, ή ανησυχία, με απειλεί βίας, ή άλλης παράνομης πράξης, ή παράλειψης).
Στόχος της τροποποίησης του αρ. 1532 ΑΚ είναι τα ενδεικτικώς αναφερόμενα κριτήρια κακής άσκησης της γονικής μέριμνας να αποτελέσουν ικανοποιητική βάση για την αξιολόγηση του τρόπου ασκήσεως των καθηκόντων που επιβάλλει το λειτούργημα των γονέων, ως από κοινού ασκούντων τη γονική μέριμνα, ώστε εάν αυτό κριθεί αναγκαίο να επανακαθορίζονται από το αρμόδιο δικαστήριο η κατανομή και ο ειδικότερος τρόπος άσκησης αυτής.
Συνέπεια, δηλαδή, της κακής άσκησης είναι η επέμβαση, μετά από αίτηση του άλλου γονέα ή των πλησιέστερων συγγενών του τέκνου ή του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως, των δικαστικών αρχών προκειμένου να διατάξουν οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο δύναται: α) να αφαιρέσει από τον υπαίτιο γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας, ή την επιμέλεια, ολικά ή μερικά, και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλο γονέα, β) να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο προς διασφάλιση του συμφέροντος του τέκνου και τέλος γ) αν συντρέχει στο πρόσωπο και των δύο γονέων κακή άσκηση της γονικής μέριμνας, μπορεί να αναθέσει την πραγματική φροντίδα του τέκνου, ή ακόμα και την επιμέλειά του, ολικά ή μερικά, σε τρίτο, ή και να διορίσει επίτροπο.
Πέρα από τις προαναφερόμενες αρμοδιότητες του Δικαστηρίου, ειδικά για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 1532 ΑΚ και επίκειται άμεσος κίνδυνος για τη σωματική ή την ψυχική υγεία του τέκνου, στην τρίτη (3η) παράγραφο του άρθ. 1532 ΑΚ, καθιερώνεται και η αρμοδιότητα του Εισαγγελέα να διατάσσει κάθε πρόσφορο μέτρο για την προστασία του ανήλικου, μέχρι την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου, στο οποίο πρέπει να απευθύνεται εντός ενενήντα (90) ημερών, με δυνατότητα αιτιολογημένης παράτασης της προθεσμίας αυτής κατά ενενήντα (90) επιπλέον ημέρες.
Ο Εισαγγελέας στην συγκεκριμένη περίπτωση ενεργεί ως δικαστική αρχή ανεξάρτητη από τα δικαστήρια και την εκτελεστική εξουσία, κατά το άρθρο 24 § 1 ν. 1756/1988 (Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων), και ασκεί αρμοδιότητα, την οποία του παρέχει ο νόμος (άρθρο 25 § 1 περ. ι΄ ν. 1756/1988, σε συνδυασμό με άρθρο 1532 § 3 ΑΚ.) Η αρμοδιότητά του είναι αντίστοιχη του Δικαστηρίου και εκτείνεται στη λήψη κάθε πρόσφορου για την προστασία του ανήλικου τέκνου μέτρου, φτάνοντας ακόμα και στην αφαίρεση της επιμέλειας από τον γονέα, αν αυτό κριθεί αναγκαίο. Η ως άνω αρμοδιότητα του Εισαγγελέα ασκείται στο πλαίσιο της πολιτικής δίκης, είναι δικαστικής φύσεως και προσωρινού χαρακτήρα.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι τα μέτρα τα μέτρα που ορίζονται στην εισαγγελική διάταξη ισχύουν μέχρι την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου, στο οποίο αυτός τελικά θα απευθυνθεί. Υπ’ αυτήν την άποψη, η αρμοδιότητά του συντρέχει με την αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου να διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα και να εκδίδει προσωρινές διαταγές, κατά το άρθρο 691-691Α Κ.Πολ.Δ.
Η θεσπιζόμενη εισαγγελική αρμοδιότητα αποτελεί αναμφίβολα ένα χρήσιμο μέσο, με το οποίο η πολιτεία ανταποκρίνεται στην αυξημένη (και διεθνή) ευθύνη της, ότι θα ληφθούν τα μέτρα που θα προστατεύουν τα δικαιώματα του παιδιού, όπως αυτή κατοχυρώνεται, ενδεικτικά, από τα άρθρα 7 και 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του Στρασβούργου για τα Δικαιώματα του Παιδιού (που υπογράφτηκε και από την Ελλάδα, και κυρώθηκε με τον ν. 2502/1997).
Αδιαμφισβήτητα κρίσιμη για την αποτελεσματικότητα αυτής της αρμοδιότητας είναι η δυνατότητα του Εισαγγελέα να αντλεί γνώση της υπόθεσης από οποιαδήποτε πηγή, να μην δεσμεύεται από τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά μέσα των διαδίκων, ούτε να περιορίζεται από τα αιτήματα αυτών, και να διεξάγει ο ίδιος έρευνα για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης η οποία έρευνα θα παρουσιάζει, βεβαίως, αυξημένο ανακριτικό χαρακτήρα, Επιπλέον, θετικά και αποτελεσματικά στοιχεία της αρμοδιότητας του στις συγκεκριμένες υποθέσεις αποτελούν τα γεγονότα ότι η «συζήτηση» της υπόθεσης, υπό τη μορφή της ακρόασης των μερών, διεξάγεται χωρίς τυπικότητα και δημοσιότητα, καθώς και ότι η διάταξη εκδίδεται χωρίς ιδιαίτερους χρονικούς περιορισμούς, πέραν του αυτονοήτου περιορισμού του κατεπείγοντος, περιλαμβάνει εκτενή αιτιολογία και εντάσσεται ρητά σε μια αλληλουχία εντολών και ενεργειών του εισαγγελέα.
Η θέσπιση της αρμοδιότητας αυτής του εισαγγελέα (παράλληλα και συντρεχόντως με την ανάλογη του πολιτικού δικαστηρίου) δικαιολογείται απολύτως, αφενός, από το αυξημένο δημόσιο ενδιαφέρον για τις υποθέσεις γονικής μέριμνας των ανηλίκων, αφετέρου, από το γεγονός ότι στις υποθέσεις κακής άσκησης της γονικής μέριμνας ο ουσιαστικός «διάδικος» είναι το ανήλικο, το οποίο, σε επείγουσες περιπτώσεις, και μάλιστα όταν υπάρχει «κακή άσκηση» της γονικής μέριμνας από τους γονείς ή αδυναμία να συνεννοηθούν οι τελευταίοι μεταξύ τους, χρειάζεται ειδική προστασία από την πολιτεία. Είναι, όμως, βασικό ότι τα πλεονεκτήματα της διαδικασίας ενώπιον του εισαγγελέα δεν απαντώνται στην συνοπτική και αποσπασματική διαδικασία των προσωρινών διαταγών στο πρωτοδικείο. Έτσι, η διαδικασία ενώπιον του εισαγγελέα παρουσιάζει, εκ των πραγμάτων, μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και ταχύτερη προστασία των παιδιών.
Μη θεσπιζόμενη από το άρθρο 1532 του ΑΚ, αλλά εξίσου σημαντική είναι και η αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Ανηλίκων να γνωμοδοτεί σχετικά µε το πρόσωπο, που σύμφωνα µε το νόμο ασκεί την επιμέλεια ανηλίκων, προκειμένου ορισμένες υπηρεσίες να ενεργήσουν πράξεις, που αφορούν το πρόσωπο αυτών (όπως ενδεικτικά στη ∆/νση ∆ιαβατηρίων της Νομαρχίας, Μαιευτήρια, Αστυνομία Αεροδρομίου κ.ά.).
Καθίσταται, λοιπόν, σαφές ότι ο νομοθέτης, με την τροποποίηση του άρθρου 1532 ΑΚ δυνάμει του Ν. 4800/2021, έχει σκοπό την βέλτιστη προστασία και διασφάλιση του συμφέροντος του παιδιού. Φυσικά, ο τρόπος που οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται στην δικαστηριακή πρακτική και ερμηνεύονται από τον φυσικό δικαστή σε κάθε κρινόμενη υπόθεση, θα κρίνει στο μέλλον αν καταφέρει να πετύχει ή όχι τον στόχο του.
Το παρόν άρθρο αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του γραφείου μας και συντάχθηκε με την επιστημονική συνδρομή της ασκ. δικηγόρου, Ζωής Χατζοπούλου.
Εξειδικευμένες νομικές συμβουλές δίδονται μόνο κατόπιν ραντεβού.