Οι παραβάσεις του Κ.Ο.Κ. στην χώρα μας αποτελούν καθημερινή πρακτική των οδηγών. Τι συμβαίνει, όμως, όταν οι παραβάσεις αυτές προκαλούν τροχαία ατυχήματα και πιο συγκεκριμένα τι αποζημίωση μπορεί να διεκδικηθεί και από ποια πρόσωπα; Πολλές φορές οι θιγόμενοι από τα αυτοκινητικά ατυχήματα, δεν γνωρίζουν το πλήρες εύρος των δικαιωμάτων τους με αποτέλεσμα να μην τα αξιοποιούν αυτά, και να απόλλυνται από αυτούς οι δικαιούμενες χρηματικές αξιώσεις, αξιόλογου ύψους. 

Αρχικά από τις διατάξεις των άρθρων 10 του Ν ΓΠΝ/1911, 297 έως 300, 330 εδ. β’ και 914 του ΑΚ προκύπτει, ότι σε περίπτωση συγκρούσεως μεταξύ δύο ή περισσότερων αυτοκινήτων, η ευθύνη προς αποζημίωση προϋποθέτει:

1. Συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, 

2. Επέλευση της ζημίας και 

3. Ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής και της ζημίας.

Η παράνομη συμπεριφορά ως όρος της αδικοπραξίας μπορεί να συνίσταται:

  • όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, είτε από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη

Μορφή υπαιτιότητας είναι και η αμέλεια, η οποία υπάρχει, όταν:

  • δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή που, αν είχε καταβληθεί, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς οδηγού αυτοκινήτου, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή της συγκρούσεως. 

Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν:

  • η παράνομη συμπεριφορά του οδηγού ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η ύπαρξη της υπαιτιότητας δεν αποκλείεται, κατ’ αρχήν, από το γεγονός, ότι στο αποτέλεσμα του ατυχήματος συντέλεσε και συντρέχον πταίσμα του ζημιωθέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος, αλλά η ύπαρξη αυτού, προβαλλόμενη από τον υπαίτιο κατ’ ένσταση, συνεπάγεται τη μη επιδίκαση από το δικαστήριο αποζημιώσεως ή τη μείωση του ποσού της, κατ’ άρθρο 300 του ΑΚ. 

Ως ζημία νοείται:

  • κάθε βλάβη που προκαλείται στα υλικά ή άυλα αγαθά ενός προσώπου, δηλαδή κάθε δυσμενής μεταβολή αυτών.

pastedGraphic.pngΣυνεπώς, εάν συντρέξουν τα ανωτέρω, πληρείται η γενική διάταξη του Α.Κ. 914 περί αδικοπραξιών, η οποία πρόκειται για λευκό κανόνα δικαίου, καθώς δεν περιγράφει το «παράνομο» αλλά προϋποθέτει την παραβίαση άλλων κανόνων δικαίου ή γενικών υποχρεώσεων πρόνοιας και ασφάλειας.

pastedGraphic_1.pngΠληρουμένης αυτής αφετηριάζει η προθεσμία του δικαιώματος για επιδίκαση αποζημίωσης. 

Ποια πρόσωπα είναι δικαιούχοι της αποζημιώσεως αυτής; 

pastedGraphic_2.pngΟ άμεσα ζημιωθείς: Το πρόσωπο κατά του οποίου έχει στραφεί η αδικοπραξία, ο δικαιούχος του δικαιώματος το οποίο βλάπτεται ως αποτέλεσμα της αδικοπραξίας, δηλαδή το άμεσο υποκείμενο της προσβολής από αυτήν. Όπως για παράδειγμα το πρόσωπο το οποίο υπέστη τραύματα, ή ο κάτοχος ή ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου που υπέστη φθορές. 

Άμεσα ζημιωθείς όμως είναι και τρίτο πρόσωπο το οποίο εξαιτίας του ζημιογόνου γεγονότος που επήλθε σε τρίτον, υπέστη άμεση ζημία, όπως για παράδειγμα ο γονέας ο οποίος παθαίνει νευρικό κλονισμό λόγω θανάτωσης ή σοβαρού τραυματισμού του ανήλικου παιδιού του, εφόσον βέβαια συνδέονται άμεσα και αιτιωδώς τα ανωτέρω, η συγκεκριμένη δηλαδή ενέργεια να είναι αντικειμενικά πρόσφορη να προκαλέσει το συγκεκριμένο «σοκ». 

Εάν ο άμεσα ζημιωθείς έχει αποβιώσει, δικαιούχοι της αποζημίωσης είναι φυσικά οι κληρονόμοι αυτού. 

pastedGraphic_2.png Οι έμμεσα ζημιωθέντες: Προκειμένου να διεκδικήσουν αποζημίωση, αυτό πρέπει να προβλέπεται στις οριζόμενες στον νόμο εξαιρετικές περιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα, στην υπό κρίση περίπτωση, τίθενται σε εφαρμογή τα άρθρα 928 εδ. β και 929 εδ. β του Α.Κ., τα οποία ερευνώνται εάν πληρούνται, κατ’ εξαίρεση του άρθρου 914 Α.Κ. 

Ποιο είναι το περιεχόμενο και η έκταση της δυνάμενης να απαιτηθεί αποζημίωσης; 

  • Καταρχάς ως χρόνος υπολογισμού της ζημίας, νοείται ο χρόνος της συζήτησης της αγωγής στο Δικαστήριο, καθότι αποσκοπείται η πλήρης αποκατάσταση της επελθούσας βλάβης στην προηγηθείσα του ζημιογόνου γεγονότος κατάσταση, βάσει και του άρθρου 297 Α.Κ. 

1. Υλικές ζημίες:

Α. Θετική ζημία («ό,τι αναγκάστηκε να ξοδέψει ο παθών εξαιτίας του ατυχήματος») 

i) Εάν οι προκληθείσες ζημίες δύνανται να αποκατασταθούν, τότε η αποζημίωση εκτείνεται στο ύψος των δαπανών που απαιτούνται για την αποκατάσταση των βλαβών.

ii) Εάν οι προκληθείσες βλάβες δύνανται να αποκατασταθούν αλλά παρόλα αυτά το όχημα δεν θα είναι πλήρως λειτουργικό, και δεν θα πληρεί τους όρους της οδικής ασφάλειας προς χρήση, ή εάν οι δαπάνες επισκευής είναι ιδιαίτερα δυσανάλογες σε σχέση με την αντικειμενική αξία του οχήματος, ή εάν το όχημα καταστράφηκε ολοσχερώς τότε η αποζημίωση εκτείνεται στο ύψος της αντικειμενικής αξίας την οποία είχε το αυτοκίνητο κατά τον χρόνο επιδίκασης της αποζημίωσης. 

iii) Εάν οι βλάβες συνέβαλλαν στην μείωση της εμπορικής του αξίας, κατόπιν πωλήσεως αυτού, μπορεί να αξιωθεί η διαφορά που προέκυψε από την μειωμένη τιμή πώλησης και την αντικειμενική αξία αυτού.

iv) Τα έξοδα μεταφοράς και φύλαξης του ολικά κατεστραμμένου οχήματος στο συνεργείο και ακολούθως στην μάνδρα.

v) Τα έξοδα του πραγματογνώμονα με σκοπό την διαπίστωση εάν το αυτοκίνητο δύναται ή όχι να επανέλθει στην πρότερα λειτουργική και ασφαλή του κατάσταση.  

vi) Τα έξοδα διανυκτέρευσης σε ξενοδοχείο του τόπου επέλευσης του ατυχήματος. 

vii) Τα έξοδα μίσθωσης αυτοκινήτου για όσο χρονικό διάστημα στερείται της χρήσης αυτού. 

Πως υπολογίζεται η αξία; Τιμή κτήσεως – (μείον) ποσοστό φυσιολογικής φθοράς από την απόκτηση αυτού έως το ατύχημα 

Β. Διαφυγόν κέρδος («ό,τι διέφυγε της περιουσίας του παθόντος εξαιτίας του ατυχήματος») 

Είναι τις πάσι γνωστό ότι πάντοτε μετά από ένα τροχαίο με υλικές ζημίες, τα οχήματα παραμένουν για ένα αξιόλογο χρονικό διάστημα στα συνεργεία επισκευής αυτών, ή εάν πρόκειται για κατεστραμμένα πλέον οχήματα, χρειάζεται ένας ικανός χρόνος αγοράς νέου. Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, ο ζημιωθείς δύναται να αξιώσει αποζημίωση για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο εμποδιζόταν να κάνει χρήση του οχήματος, λόγω αντικατάστασης ή επισκευής αυτού, αναλογικά πάντοτε με ένα εύλογο χρονικό διάστημα αναμονής.

Ο τρόπος υπολογισμού του διαφυγόντος κέρδους διαφοροποιείται εάν πρόκειται για καταστροφή επαγγελματικό αυτοκινήτου.

Γ. Χρηματική ικανοποίηση

Ο κύριος και ο νομέας δικαιούται να ζητήσει ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, από την καταστροφή ή βλάβη του αυτοκινήτου του, λόγω την υποβολή αυτού σε σημαντικές ψυχικές και σωματικές δυσκολίες για την επισκευή ή αντικατάσταση του περιουσιακού του στοιχείου. 

2. Βλάβη του σώματος ή της υγείας προσώπου: 

α. Ο αμέσως παθών δικαιούται να αξιώσει την επιδίκαση σε αυτόν των νοσηλείων που κατέβαλλε συνεπεία του τραυματισμού του (έξοδα μεταφοράς, διαμονή σε νοσοκομειακό ίδρυμα, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ειδική τροφή, αμοιβή αποκλειστικής νοσοκόμου, κ.λπ.) 

β. Δικαιούται επίσης να επιδιώξει και τα μελλοντικά νοσήλεια τα οποία θα καταβάλλει για τον ίδιο ως άνω λόγο, όπως για παράδειγμα χειρουργική ή πλαστική επέμβαση, κ.λπ. 

γ.  Οι δαπάνες για την μεταφορά και διαμονή στο νοσοκομείο τρίτου προσώπου, το οποίο κρίνεται απαραίτητο ως σύνοδος για το νοσηλευόμενο άτομο, είναι επίσης αξιωτέες καθότι ούτως ή άλλως εάν δεν ήταν το συγγενικό αυτό πρόσωπο θα αναγκαζόταν να καταβάλλει αμοιβή σε άλλο ειδικά εξειδικευμένο για την δουλειά αυτή συνοδό.

δ. Ο παθών δύναται να αξιώσει και τα απολεσθέντα από αυτόν εισοδήματα λόγω της απουσίας του από την εργασία του συνεπεία του τροχαίου ατυχήματος, την οποία εργασία κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων θα εξακολουθούσε να ασκεί, από την χρονική στιγμή που πραγματοποιήθηκε η αδικοπραξία. Με κάθε τρόπο ο παθών, θα πρέπει να αποκατασταθεί πλήρως και να επανέλθει οικονομικά στην κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν εάν το ατύχημα δεν είχε λάβει χώρα, συνεπώς θα ληφθούν υπόψιν τα ακριβή έσοδά του, οι συνθήκες εργασίας καθώς και το καθεστώς αυτής (μισθωτή ή ελευθέρια). 

ε. Ο παθών δύναται να αξιώσει και το ποσό της αύξησης των δαπανών διαβίωσής του, λόγω της βλάβης την οποία υπέστη, και συγκεκριμένα πρόκειται για επαναλαμβανόμενες δαπάνες, όπως τρόφιμα για ειδική δίαιτα, φυσιοθεραπείες, ορθοπεδικά μηχανήματα, πρόσληψη οικιακής βοηθού ή νοσοκόμας, φάρμακα, γυαλιά ή ακουστικά βαρηκοΐας, παροχή ιδιαιτέρων μαθημάτων στο παιδί που λόγω τραυματισμού δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει το σχολείο, μετακινήσεις με ταξί, κ.λπ. 

pastedGraphic_2.pngΣτο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι σύμφωνα με την διάταξη 931 Α.Κ. σε περίπτωση αναπηρίας ή παραμόρφωσης, δύναται ο δικαστής να είναι περισσότερο επιεικής κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, χωρίς απαραίτητα να συνδέεται αυτή με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία του παθόντος, η οποία βέβαια πολλές φορές δεν είναι ευχερές και να προσδιοριστεί. Δικαιολογητικό λόγο της αυξημένης αυτής αποζημίωσης συνιστά ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενείται στον παθόντα, ανεξάρτητα από το φύλο του, εκτός από την επίδραση που μπορεί να ασκήσει στις παροχές των άρθρων 929 και 932 του Α.Κ είναι δυνατόν να επιδράσει στο μέλλον του, δηλαδή στην επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Δεν απαιτείται βεβαιότητα δυσμενούς επιρροής στο μέλλον του προσώπου αλλά αρκεί και απλή δυνατότητα κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων.

  • Εάν για παράδειγμα, ο παθών υποστεί τέτοια βλάβη η οποία να του απαγορεύει την τεκνοποίηση, είναι εμφανές ότι αυτό δεν αποτιμάται ηθικά, αποτιμάται όμως ψυχικά και κοινωνικά για τον ίδιο τον παθών. 

Το ύψος δε του επιδικαζόμενου εύλογου αυτού χρηματικού ποσού καθορίζεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, την ηλικία του παθόντος και με τη συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της κατά τη διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. αξίωσης για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. 

στ. Κατά το άρθρο 929 Α.Κ., μπορούν να αξιώσουν αποζημίωση και ο σύζυγος αλλά και τα τέκνα συνεπεία τραυματισμού του ετέρου συζύγου ή γονέα, λόγω της μη προσφοράς των απαραίτητων από τον νόμο υπηρεσιών σε αυτούς.

3. Θανάτωση προσώπου: 

  • Σε περίπτωση θανάτου προσώπου, δημιουργείται ζημία σε τρίτα πρόσωπα- συγγενείς του θανόντος (Α.Κ. 929), τα οποία κατά τον χρόνο της θανάτωσης είναι δικαιούχοι διατροφής ή δικαιούχοι σε παροχή υπηρεσιών αυτού και οι οποίοι δύνανται να αξιώσουν αποζημίωση ως εμμέσως ζημιωθέντες. 

α. Σύμφωνα με το άρθρο 928 Α.Κ., ο υπόχρεος προς διατροφή του θανόντα, ή ο κληρονόμος αυτού μπορεί να αξιώσει τα νοσήλεια που κατέβαλλε προς διάσωση αυτού.

β. Τα ως άνω πρόσωπα μπορούν επίσης να αξιώσουν και τα έξοδα κηδείας του πρόσωπου που θανατώθηκε εξαιτίας του τροχαίου ατυχήματος, όπως είναι τα έξοδα ταφής, η μεταφορά, τα έξοδα τέλεσης της ιεροπραξίας, δαπάνη στολισμού φέρετρου, έξοδα κατασκευής μαρμάρινο τάφου, δαπάνες πένθιμων δεξιώσεων, κ.λπ. Τα έξοδα κηδείας υπολογίζονται με σημείο αναφοράς την κοινωνική θέση και ιδιότητα του θανόντος.

γ. Οι δικαιούχοι εκ του νόμου διατροφής ( σύζυγοι, τέκνα, αδέρφια, γονείς, κ.λπ.), δύνανται επίσης να αξιώσουν αυτή, η οποία και πάλι θα υπολογιστεί αναλογικά με την ιδιότητα και τις οικονομικές δυνάμεις του θανόντος.  

δ. Ο σύζυγος και οι γονείς, δύνανται να αξιώσουν αποζημίωση λόγω της μη παροχής πλέον σε αυτούς υπηρεσιών από τον θανόντα. 

4. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης:

Σύμφωνα με την ΑΚ 932 ο παθών, έχει το δικαίωμα να αξιώσει δικαστικά χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που του προξένησε το συγκεκριμένο ατύχημα. Η ηθική βλάβη συγκεκριμένα θεωρείται ως προσβολή της προσωπικότητας λόγω της λύπης, της στεναχώριας, του πόνου ή του άγχους που προκάλεσε στον παθόντα η ζημιογόνος συμπεριφορά. 

5. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης: 

Δικαιούχοι της χρηματικής αυτής ικανοποίησης είναι τα μέλη της οικογένειας του θύματος, όπως τα τέκνα, ο σύζυγος, οι γονείς, οι αδελφοί κ.λπ. Γενικώς πρόσωπα της οικογένειας που μπορούν να αξιώσουν την αποζημίωση αυτή, θεωρούνται όσα αντικειμενικά δύνανται να επηρεαστούν ψυχικά αλλά και κοινωνικά σε σημαντικό βαθμό, από την ζημιογόνα αυτή συμπεριφορά εις βάρος του αγαπημένου τους προσώπου. 

  • Νομολογιακά έχει κριθεί ότι τέκνα ηλικίας 7,6 και 2 ετών δικαιούνται χρηματική ικανοποίηση λόγω θανάτωσης του πατέρα τους, καθότι είχαν ήδη σχηματίσει ηθική προσωπικότητα με αποτέλεσμα να αισθανθούν την απώλεια, ενώ το μικρότερο ήταν σερ κατάσταση που μπορούσε να αντιληφθεί την απώλεια μίας συγκεκριμένης προσφιλούς μορφής, γεγονός που τάραξε οπωσδήποτε τον συναισθηματικό του κόσμο ανεξαρτήτου ηλικίας. 

Συμπέρασμα:

Εν κατακλείδι, η αποζημίωση, η οποία μπορεί να επιδικαστεί, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος, διαμορφώνεται ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες και τα αποτελέσματα του κάθε συμβάντος. 

Αξιοσημείωτο είναι ότι στην Ελλάδα, βάσει και του νόμου 487/1976 η ασφάλιση των οχημάτων και των οδηγών αυτών, είναι υποχρεωτική, αποσκοπώντας στην βέβαιη αποζημίωση των θυμάτων από την πρόκληση τροχαίων ατυχημάτων. 

Ως επιπρόσθετη δικλείδα ασφαλείας, βάσει του ιδίου νόμου που διέπει την υποχρεωτική ασφάλιση οχημάτων, υπάρχει και το επικουρικό κεφάλαιο, με σκοπό να συντρέξει σε περίπτωση προκλήσεως βλαβών ή θανάτου συνεπεία τροχαίων ατυχημάτων από άγνωστο ή ανασφάλιστο όχημα ή όχημα με ανακλημένη άδεια.

Ο νομοθέτης επιδιώκει να αποκαταστήσει με κάθε μέσο οποιοδήποτε πρόσωπο έχει βλαβεί από τροχαίο ατύχημα, το οποίο και αποτελεί ιδιαιτέρως συχνό φαινόμενο παγκοσμίως, ώστε οι παθόντες να μην παραμένουν σε καμία περίπτωση αβοήθητοι. 

* Το παρόν αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του γραφείου μας και συντάχθηκε με την επιστημονική επιμέλεια της ασκ. δικηγόρου, Μαρίας Μητρακοπούλου.